Στις 8 Απριλίου 2002 εκτελείται με απαγχονισμό ο Saeed Hanaei, δολοφόνος δεκαέξι σεξεργατριών στην Μασάντ του Ιράν, κατά την περίοδο του 2000 και 2001. Έμεινε γνωστός με το προσωνύμιο Spider Killer, αφού στραγγάλιζε τα θύματά του και στη συνέχεια ξεφορτωνόταν τα πτώματα. Ο ίδιος είχε δηλώσει στο δικαστήριο πως ακολουθούσε μία αποστολή που του ανέθεσε ο Θεός, “να καθαρίσει τον κόσμο” , ύστερα από ένα περιστατικό κατά το οποίο κάποιος είχε μπερδέψει την γυναίκα του με πόρνη.
Το 2002 η ιστορία του γίνεται ντοκιμαντέρ με τον τίτλο Saeed Hanaei,r-ουσιαστικά πρόκειται για μία συνέντευξη του- και το 2020 γίνεται ταινία (Killer Spider) από τον Ebrahim Irajzade. Φτάνοντας στο σήμερα, στο περσινό Φεστιβάλ των Καννών, ο Ali Abassi (Border), παρουσιάζει ξανά την ιστορία, αυτή την φορά σαν μυθιστορηματικό, true crime θρίλερ.
Ο Mehdi Bajestani έχει τον ρόλο του Saeed, ενός οικοδόμου πλέον, αλλά βετεράνου του πολέμου Ιράν-Ιράκ, πιστού σιίτη μουσουλμάνου και αξιόλογου οικογενειάρχη, ο οποίος, τυφλωμένος από την πίστη του, γίνεται αδίστακτος γυναικοκτόνος.
Η Zar Amir Ebrahami αποτελεί την φανταστική προσθήκη στα κατά τα άλλα αληθινά γεγονότα. Ενσαρκώνει την Rahimi, μια δημοσιογράφο από την Τεχεράνη, που καταφθάνει στην Μασάντ προκειμένου να εξιχνιάσει την υπόθεση. Κατά την διάρκεια της παραμονής της εκεί, θα αντιμετωπίσει διάφορες μικροεπιθέσεις που βασίζονται στα ισλαμικά στερεότυπα, όπως για παράδειγμα το να καλύψει ακόμα και την παραμικρή τούφα των μαλλιών της με την μαντίλα, αλλά το κυριότερο που την χαρακτηρίζει, είναι η αυτοκυριαρχία με την οποία αντιμετωπίζει τους άντρες που συναντά.
Η δραματοποίηση αυτής της -προ εικοσαετίας- υπόθεσης και η μεταφορά της στον κινηματογράφο, φτάνει στον δυτικό κόσμο σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για την Ισλαμική αιματοβαμμένη Δημοκρατία, μετά και τις μέχρι τώρα διαδηλώσεις που πυροδοτήθηκαν από τον θάνατο της 22χρονης Mahsa Amini, η οποία κατέληξε ενώ τελούσε υπό κράτηση στις φυλακές ηθών, αφού δεν φορούσε το χιτζάμπ της με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος.
Θα έλεγε κανείς πως, αν και η ταινία διαδραματίζεται το 2000, σχεδόν τίποτα δεν έχει αλλάξει στην μεταχείριση των γυναικών από το ισλάμ, αλλά ούτε και στην αποδοχή των τεχνών. Μάλιστα, λίγες μέρες μετά την βράβευση της ερμηνείας της στο Φεστιβάλ των Καννών, η Zar Amir Ebrahami και οι συντελεστές της ταινίας, δέχτηκαν απειλές για την ζωή τους, ζητήθηκε ακόμα και επιβολή θανατικής ποινής από κάποιους Ιρανούς αξιωματούχους και ο Ιρανικός Οργανισμός Κινηματογράφου μήνυσε το Φεστιβάλ για προσβολή και προπαγάνδα, χαρακτηρίζοντας την ταινία “χυδαία”.
Η αρχική ιδέα ήταν πως τα γυρίσματα θα γίνουν στο Ιράν, αλλά προφανώς κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό, αφού οι τοπικές αρχές αρνήθηκαν την άδεια στον σκηνοθέτη και τελικά το φιλμ γυρίστηκε στην Ιορδανία. Ο Ali Abassi κατάφερε να μετατρέψει το κλασικό serial killer movie σε μία ιρανική κοινωνική ταινία, όπου το τέρας δεν είναι μόνο ένα άτομο, άλλα μία ευρύτερη κουλτούρα που διδάσκει από γενιά σε γενιά το ενδημικό μίσος και την καταδίκη των γυναικών.
Κάθε γυναικοκτονία που παρακολουθούμε είναι σύντομη, αλλά σε τρομακτικό βαθμό παραστατική. Δεν μαθαίνουμε παρά ελάχιστα για τις ταυτότητες των θυμάτων και οι ιστορίες αυτές λειτουργούν περισσότερο ως κοινωνική κριτική και ως διαπίστωση της κακομεταχείρισης των εργαζομένων του σεξ, ιδιαίτερα στο Ιράν.
Η απεικόνιση των φόνων μας κάνει ξεκάθαρο ότι ο Saeed είναι ένας δειλός, μικροπρεπής εγκληματίας που οι πράξεις του δε θυμίζουν σε τίποτα αυτή την μεγαλοπρεπή θρησκευτική σταυροφορία στην οποία πρωτοστατεί αυτόκλητος. Αντιθέτως, οι ενέργειές του διέπονται από σεξουαλική διέγερση και κατευθύνονται από μία, θα λέγαμε φετιχιστική σκέψη.
Ο ίδιος, με την ολοκλήρωση κάθε φόνου, τηλεφωνούσε από καρτοκινητό σε κάποιον δημοσιογράφο προκειμένου να συλληφθεί από την αστυνομία, οι πράξεις του να βγουν στο φως της δημοσιότητας και ο Θεός να αναγνωρίσει το έργο του.
Στην προσπάθειά της να ξεσκεπάσει τον δράστη, η Rahim, σε συνεργασία με τον δημοσιογράφο Sharifi, επισκέπτονται πολλούς από τους κρατικούς φορείς στην περιοχή, αλλά όλα μοιάζουν μάταια. Άλλωστε, σε μία πόλη που φιλοξενεί το μεγαλύτερο τέμενος του κόσμου, η αστυνομία πολύ σπάνια θα βρει κίνητρο για να λύσει ένα πρόβλημα το οποίο αργότερα η θρησκεία θα αποκαλέσει λύση.
Αν και βρισκόμαστε συνεχώς μπροστά σε σκηνές ακραίας βίας και βαναυσότητας, αυτό που καθιστά την ταινία σοκαριστική είναι ο τρόπος με τον οποίο ο θύτης ανακηρύσσεται λαϊκός ήρωας. Ο Saeed αποκτά μέρα με την μέρα ένθερμούς υποστηρικτές και σε κάθε προκλητική του δήλωση γεννιούνται νέοι συνεχιστές αυτού του κόσμου κατά συρροής δολοφόνων στο όνομα του θρησκευτικού εξτρεμισμού.
Το αρχικό μήνυμα που αναγράφεται στην οθόνη ¨Κάθε άνθρωπος θα συναντήσει ό,τι θέλει να αποφύγει”, διατηρεί την ελπίδα πως κάποια στιγμή θα αποδοθεί η απαιτούμενη δικαιοσύνη. Παρόλα αυτά, για τις γυναίκες εκείνου του κόσμου, αλλά και του δικού μας, αυτή η κατασταλτική, πατριαρχική κοινωνία επιφυλάσσει αυτό που θέλουμε να αποφύγουμε σχεδόν κάθε μέρα.
Το Holy Spider δεν κάνει τίποτα παραπάνω από το να ανατέμνει μέσα από μία αληθινή ιστορία του παρελθόντος τις σύγχρονες παθογένειες γύρω από την τοξική αρρενωπότητα. Δεν είναι η βαρβαρότητα του που το καθιστά στοιχειωτικό, αλλά η συνειδητοποίηση πως ό,τι περιγράφει ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα του σήμερα, πως ο ιστός του μισογυνισμού πλέκεται εδώ και αιώνες και είναι ικανός ανά πάσα στιγμή να μας πνίξει.