Με αφορμή το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Ρωσία το περασμένο καλοκαίρι, είχαμε παρουσιάσει ένα αφιέρωμα με βιβλία που καταπιάνονται με το φαινόμενο του ποδοσφαίρου. Όπως είχε ειπωθεί και τότε, το ποδόσφαιρο και ο οπαδισμός ως φαινόμενα έχουν αναλυθεί γραπτά πολλές φορές, με τις εκδόσεις που έχουν κυκλοφορήσει για αυτό να μην είναι λίγες ακόμα και στην Ελλάδα. Παρόλ’ αυτά το μυθιστόρημα είναι ένα είδος που υστερεί όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα, με κάποια παραδείγματα φυσικά να υπάρχουν όπως το Εργοστάσιο ποδοσφαίρου (εκδόσεις Οξύ, 2009) ή το Τελευταίο παιχνίδι (εκδόσεις Τόπος, 2010). Το εν Ελλάδι μυθιστορηματικό κενό -αν και για το θέμα υπάρχει το πολύ καλό εφηβικό μυθιστόρημα Ήταν το ίνδαλμά μου (Νομική Βιβλιοθήκη, 2015) του Βασίλη Παπαθεοδώρου-, έρχεται να καλύψει ο Θάνος Σαρρής, έμπειρος αθλητικογράφος και αρχισυντάκτης του gazzetta.gr, με το πρώτο του βιβλίο Η μπάλα στην κερκίδα (εκδόσεις Οξύ, 2018).
Η ιστορία του βιβλίου λαμβάνει χώρα στην σύγχρονη Αθήνα, με την αγνώστου ονόματος φανταστική ομάδα των Μωβ να βρίσκεται πλέον στα χέρια ενός ομογενούς επιχειρηματία, του Μεγάλου, ο οποίος έχει τσιφλικοποιηθεί τον σύλλογο αυτό. Ο κόσμος της ομάδας φαίνεται πως έχει μουδιάσει με τις χλιαρές επιδόσεις της ομάδας, μη έχοντας δύναμη να αντιδράσει, ακόμα και όταν ο Μεγάλος απολύει τον προπονητή της ομάδας, ένα δικό τους παιδί όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά. Οι κερκίδες έχουν αδειάσει, και μη έχοντας αντίπαλο εντός γηπέδου, ο Μεγάλος προσπαθεί να κάνει πολιτική προπαγάνδα υπέρ του κόμματος που τον συμφέρει την συγκεκριμένη περίοδο.
Υπάρχει μια ομάδα παιδιών όμως, οι οποίοι ζουν για τον Σύλλογο και το χρώμα του, και υποφέρουν αληθινά για την κατάντια του. Επηρεασμένοι λοιπόν από περιπτώσεις, μικρότερες ή μεγαλύτερες, άλλων ευρωπαϊκών συλλόγων αποφασίζουν να προσπαθήσουν τη δημιουργία ενός σωματείου ώστε να είναι ο κόσμος ιδιοκτήτης των Μωβ. Έπειτα από επικοινωνία με οπαδούς συλλόγων που πέτυχαν το μοντέλο λαϊκής βάσης και πολύ μεγάλη προσπάθεια θα καταφέρουν να ετοιμάσουν το πλάνο τους. Όταν όμως εμπλέκονται πολιτικά και κυρίως οικονομικά συμφέροντα, ο ρομαντικός δρόμος των οπαδών σίγουρα δεν είναι βατός.
Ο Θάνος Σαρρής μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του φαίνεται, και λόγω αντικειμένου, πως γνωρίζει την ελληνική ποδοσφαιρική και οπαδική πραγματικότητα, από τις περιγραφές του γηπέδου και της κερκίδας, από το μπαρ έξω από το γήπεδο, από τις γειτονιές και τα graffiti στους τοίχους, μέχρι και συμβάντα που λαμβάνουν χώρα στην ιστορία που κάθε άλλο μυθοπλαστικά είναι. Αντιθέτως, πολλά συμβάντα από αυτά που περιγράφονται έχουν συμβεί σε ελληνικούς συλλόγους, μικρότερους και μεγαλύτερους και μάλιστα τα τελευταία μόλις χρόνια. Επαγγελματίες-οπαδοί στην υπηρεσία του κάθε μεγαλοπαράγοντα, τραμπουκισμοί και επιθέσεις σε αντιφρονούντες οπαδούς και φυσικά προσπάθειες των ιδιοκτητών των ομάδων να εκμεταλλευτούν τη θέση τους για πολιτικά παιχνίδια, είναι μερικά παραδείγματα.
Ταυτόχρονα μέσα στο βιβλίο γίνεται και μια πολύ ενδιαφέρουσα αναφορά και καταγραφή περιπτώσεων ομάδων που το μοντέλο της λαϊκής βάσης έχει πετύχει, όπως αυτό της Cork City FC από την Ιρλανδία, και των περισσότερων γερμανικών συλλόγων με τρανταχτότερο παράδειγμα αυτό της Schalke FC. Επιπροσθέτως, υπάρχουν και παραδείγματα όπου οι οπαδοί πήραν την κατάσταση στα χέρια τους μπροστά στην αλλοίωση του DNA της ομάδας τους από τον εκάστοτε ιδιοκτήτη και δημιούργησαν τις δικές τους ομάδες όπως η FC United of Manchester που δημιουργήθηκε από οπαδούς της Manchester United και των οπαδών που γέννησαν εκ νέου της AFC Wimbledon όταν έπειτα από την ετσιθελική απόφαση των ιδιοκτητών της να μετακομίσουν την ιστορική ομάδα Wimbledon FC εκτός Λονδίνου και μάλιστα να της αλλάξουν σύμβολο και όνομα σε MK Dons.
Ουσιαστικά ο Θάνος Σαρρής χρησιμοποιεί τη μυθοπλασία για να περιγράψει την ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα, προσπαθώντας όμως ταυτόχρονα να εξηγήσει πού θα έπρεπε να ανήκει ένας Σύλλογος. Και ο μοναδικός ιδιοκτήτης κάθε συλλόγου θα έπρεπε να είναι οι οπαδοί του, αν και κάτι τέτοιο φαντάζει ουτοπικό στην Ελλάδα. Άλλωστε «Να θυμάσαι ότι το ποδόσφαιρο χωρίς οπαδούς είναι απλά μερικοί άνθρωποι που κλωτσάνε μία μπάλα».