Πολύ συχνά σε συζητήσεις για διάφορα πολιτισμικά θέματα, από την οικογένεια μέχρι την δικαιοσύνη και από τις σχέσεις μέχρι την εξουσία, συναντά κανείς ένα στείρο και ενοχλητικά κενό επιχείρημα: πως αυτά δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, είναι εφευρέσεις του ανθρώπου, κενά σύμβολα για να ντύσει τις βιολογικές του ανάγκες. Πολλές απαντήσεις υπάρχουν για έναν τέτοιο κυνικό βιολογισμό στις ανθρωπιστικές επιστήμες, όμως την πιο διασκεδαστική μας την δίνει το καυστικό χιούμορ του Rod Davis με την αποκαλυπτικά λυρική και σουρεαλιστικά δομημένη τριλογία του. Τα πρώτα δύο μέρη, τα Η Ώρα των Μαχαιριών και το sequel/prequel του, το Η Κόρη του Ανοιχτηριού, αμφότερα σε μετάφραση της Μαρία Χρίστου κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Χαραμάδα.
Στον αυτοαναφορικό κόσμο που έπλασαν οι εφιάλτες του Rod Davis, τα σύμβολα δεν είναι κάτι αφηρημένο, που μονάχα όσοι πιστεύουν σε αυτά μπορούν έχουν συνέπειες στις ζωές τους. Αντίθετα, είναι ζωντανά, είναι οι (πάντα κατασκευασμένοι) γονείς που δεν φτιάχνουν, αλλά φτιάχνονται από παιδιά. Είναι αυτά που επιβάλλουν τα διαγράμματα αυτοκτονίας για την μεγιστοποίηση της χαράς και της παραγωγικότητας, που διαχωρίζουν τις τάξεις όχι απλά με γυάλινα τείχη, αλλά με ιπτάμενα κάστρα που ρίχνουν βροχές από μαχαίρια.
Σε αυτόν τον ασπρόμαυρο και τακτοποιημένο κόσμο όλα κανονίζονται βάσει την προκαθορισμένη ημερομηνία θανάτου, τα νεκρόθλια κάποιου, ένα γλωσσικό εύρημα που έκανε δυνατή μια πολύ δύσκολη μετάφραση, γεμάτη πνευματώδη ευφυολογήματα και λογοπαίγνια . Κανείς δεν ζει, ούτε πεθαίνει ελεύθερος. Μια τριάδα παιδιών, αρχίζουν να αμφισβητούν αυτό τον σιδερένιο κανόνα, που ακόμα και ο θάνατος δεν σπάει, και ξεκινούν έναν αγώνα δρόμου με τον Χρόνο προκειμένου να σπάσουν τις παραδόσεις που κρατούν αυτό το σύστημα ενωμένο.
Ακόμα και αν ήταν μόνο αυτό το premise, το έργο του Davis είναι το είδος του σκεπτόμενου, δύστροπου βρετανικού κόμικ που μας αρέσει πολύ. Μια πολύ ιδιαίτερη ιστορία εφηβικής επανάστασης και, τελικά, ενηλικίωσης, γραμμένο με βιτριολικό, απαισιόδοξο χιούμορ.
Όμως ο Rob Davis πάει παρά πέρα το αλλοπρόσαλλο δημιούργημα του (σεναριακά και σχεδιαστικά) και μας παρασύρει σε μια συζήτηση για την ίδια την ουσία των όρων επανάσταση, εξουσία, συμβολικά πραγματική και πραγματικά συμβολική. Γιατί και τα ίδια τα σύμβολα ασκούν εξουσία, και τελικά, τα ίδια τα σύμβολα μπορούν να επαναστήσουν εναντίον της. Διότι, ακόμα και στον δικό μας κόσμο, όταν δημιουργείται ένας θεσμός, μια ενέργεια από κεκτημένη ταχύτητα ρέει μέσα του και τον ζωντανεύει. Οι έννοιες δεν είναι απλά χαρτιά, αλλά διαθέτουν ολόκληρα συστήματα πίσω και μέσα τους τα οποία δεν είναι ουδέτερες μηχανές. Συμμετέχουν στην κοινωνική πάλη γύρω τους, ως εργαλεία, τρόπαια αλλά και πρωταγωνιστές.
Είναι τα παραδείγματα του Χρόνου, που εδώ είναι μια αδίστακτη λακανική μητέρα που τρώει τα παιδιά της. Είναι ένας ευνουχισμένος πατέρας που εισβάλει/ανοίγει άλλες επιφάνειες, σε μια προσπάθεια να αποκτήσει έστω και έμμεσα λίγη εξουσία. Είναι ακόμα ο ίδιος ο γερασμένος νόμος που διασαλεύει την ισορροπία μεταξύ ζωής και θανάτου για να επιβάλλει την δική του φαινομενική κυριαρχία.
Αυτό ο ανταγωνισμός διαπνέει όλα τα πεδία της ζωής: την οικογένεια, το σχολείο, την πολιτική εξουσία. Είναι παντού και οι ήρωες (μαζί και οι αναγνώστες), στην προσπάθεια τους να καταλάβουν πως λειτουργεί αυτός ο ανεστραμμένος κόσμος, γίνονται ταυτόχρονα μάρτυρες και φορείς του. Όπως ακριβώς και η εξουσία που πολεμούν. Ο Davis μας προκαλεί, με έναν αρκετά απαισιόδοξο τόνο, να αναρωτηθούμε: πόσο τελικά επαναστατική είναι η επανάσταση; Και, τι επανάσταση θέλουμε; Και η εξουσία; Τι θα γίνει με την εξουσία;
«Αιώνια επαναστάτρια, ε; Φυσικά όλοι επαναστάτες είναι στα νιάτα τους. Το ξεπερνούν μεγαλώνοντας γιατί η αληθινή αλλαγή σημαίνει ανάληψη εξουσίας. Και η εξουσία μας κάνει όλους τέρατα. Απαιτεί να κάνουμε σημεία και τέρατα. Λένε πως ο γονιός υπάρχει για να έχει το παιδί κάτι ενάντια στο οποίο να επαναστατήσει, κάτι που θα το αποτρέψει από το να επαναστατήσει ενάντια στα πιο ουσιαστικά… Τι συμβαίνει όμως όταν επαναστατεί ένας γονιός;… Επανάσταση!», λέει η μητέρα- Πρωθυπουργός Πιθανοτήτων/ Ρολόι Δημαρχείου. Εμείς όμως τι απαντάμε;
Όσον αφορά το σχέδιο, ο Davis χρησιμοποιεί με σχεδόν χειρουργική ακρίβεια την επιρροή διάφορων υπερρεαλιστών ζωγράφων, με κυρίαρχο ανάμεσα τους τον de Chirico. Πράγματι στο ασπρόμαυρο σύμπαν, μια (α)χρωματική επιλογή που ταιριάζει περισσότερο με τον τόνο και την ατμόσφαιρα του έργου, η αυστηρή, μεταφυσική γεωμετρία του μεγάλου Ιταλού φαίνεται κυρίαρχη. Βέβαια οι ανθρώπινοι πρωταγωνιστές είναι πιστοί στην αμερικανική σχολή, όσο και αν πολλές εκφράσεις τους ξαφνιάζουν.
Αναμένουμε το τρίτο μέρος της τριλογίας προκειμένου να κλείσει η ιστορία, όχι όμως και τα ερωτήματα που θέτει. Γιατί, τελικά, αυτό δε κάνει η Τέχνη; Επανάσταση!