Η σκοτεινή πλευρά των comics της Disney

admin Από admin 19 Λεπτά Ανάγνωσης

Kείμενο του Γιάννη Ιατρού δανεισμένο από το docmz.wordpress.com

Καλά, μεγάλωσες και ακόμα διαβάζεις αυτά τα… μικυμάου;»pippoΟι αναγνώστες και συλλέκτες κόμικς, ειδικά στην Ελλάδα, μία χώρα όπου η κουλτούρα της 9ης Τέχνης ωριμάζει με αργούς ρυθμούς, τουλάχιστον συγκριτικά με άλλες -ευρωπαϊκές και μη- χώρες, σίγουρα θα έχουν ακούσει να τους απευθύνουν την παραπάνω ερώτηση, ή κάποιο άλλο, παρεμφερές σχόλιο.

Σε μεγάλο βαθμό (αν και σίγουρα μικρότερο απ’ ό,τι μερικές δεκαετίες πριν), επικρατεί στο ευρύ κοινό η αντίληψη πως τα κόμικς δεν είναι μία καθαρόαιμη μορφή τέχνης που συνδυάζει την εικαστική δημιουργία με αυτήν της αφήγησης, αλλά μία ευτελής ενασχόληση για παιδιά. Και αν η αντίληψη αυτή υποχωρεί σταδιακά όταν φέρνει κανείς στο μυαλό του «ενήλικα» κόμικς, όπως οι ερωτικές ιστορίες του Milo Manara, ή τα υπερηρωικά, αμερικανικά κόμικς γεμάτα σκηνές βίας, σίγουρα παραμένει αμείωτη όταν πρόκειται για κόμικς με ζωόμορφους χαρακτήρες, και δη, τους ήρωες του Walt Disney.

Κάνουν, άραγε, τα Disney κόμικς για… μεγάλους; Σίγουρα, δεδομένου ότι οι αυτοί οι χαρακτήρες έχουν παρελάσει από χιλιάδες έντυπα ανά τον κόσμο σε διάστημα σχεδόν ενός αιώνα, πολλοί ενήλικες, αναγνώστες κόμικς και μη, θα διαβάζουν με νοσταλγία αυτές τις ιστορίες. Δεν εννοούμε, όμως, αυτό. Ας αναδιατυπώσουμε, λοιπόν: απευθύνονται τα Disney κόμικς αποκλειστικά και μόνο σε παιδιά;

Η απάντηση βέβαια θα πρέπει να είναι αρνητική.

Κάτι που πρέπει να σημειωθεί, σε αυτό το σημείο, είναι πως, ειδικά σε μία παραγωγή όπως η ντισνεϋκή, όπου η ζήτηση νέων ιστοριών έχει υπάρξει και σε μεγάλο βαθμό παραμένει μέχρι σήμερα έντονα μεγάλη, είναι προφανές πως δεν είναι όλες οι ιστορίες ίδιες. Δηλαδή, μπορώ να φέρω στο μυαλό μου ένα μεγάλο αριθμό ιστοριών «της σειράς», που απλά γίνανε για να γεμίσουν τις σελίδες κάποιου περιοδικού ανά την υφήλιο, χωρίς να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στο σενάριο.

Επίσης, θα υπάρχουν ιστορίες των οποίων το σενάριο υστερεί. Ούτε αυτές είναι λίγες. Αυτές οι δύο κατηγορίες ιστοριών, μαζί με τις ιστορίες που εκ προθέσεως απευθύνονται περισσότερο σε ένα νεαρότερο ακροατήριο, εύκολα μπορούν να θεωρηθούν «παιδικές». Και δεν είναι αυτές που μας απασχολούν.

Μιλάμε για την παραγωγή Disney των μεγάλων δημιουργών, του Carl Barks, του Don Rosa, του Romano Scarpa και του Giorgio Cavazzano, καθώς και τον νεότερων της ιταλικής σχολής: Silvia Ziche, Casty, Lorenzo Pastrovicchio, Fabio Celoni, Paolo Mottura και ο κατάλογος συνεχίζεται…

Το κλισέ αλλά πέρα για πέρα ειλικρινές, πρώτο σχόλιο επί του θέματος, είναι πως, σαφώς, σε πολλές από αυτές τις ιστορίες, άλλα μηνύματα δέχεται ένας 12χρονος, άλλα ένας 30χρονος. Αλλού εστιάζει ο ένας, αλλού ο άλλος.

Στις μεγάλες περιπέτειες του Carl Barks με πρωταγωνιστές το θείο Σκρουτζ, τον Ντόναλντ και τα ανιψάκια, ο πιτσιρικάς αναγνώστης θα νιώσει το δέος της περιπέτειας, θα γελάσει με τα αστεία gags, θα ανησυχήσει όταν απειλούνται οι ήρωες από κάποια απειλή όπως οι Μουργόλυκοι, ο Σκληρόκαρδος Χρυσοκούκης, οι δεινόσαυροι της Απαγορευμένης Κοιλάδας, οι Πυγμαίοι Ινδιάνοι ή οι βατραχάνθρωποι της Ατλαντίδας. Από την άλλη, ο ενήλικας θα εστιάσει στην καλοδουλεμένη αφήγηση, στα πραγματικά ιστορικά γεγονότα που αξιοποιούνται για να στηθεί η ιστορία, στις σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων και πώς αυτές διαμορφώνονται, στα βαθύτερα νοήματα που προσπαθεί ή και καταφέρνει να σου περάσει ο δημιουργός. Ας μην ξεχνάμε πως, καλώς ή κακώς, και τα κόμικς της Disney φτιάχνονται από ενήλικες.

Αναπόδραστα λοιπόν, ο καλλιτέχνης, ακόμα κι αν στοχεύει σε παιδικό ακροατήριο, δεν μπορεί παρά να επιτρέψει στα προσωπικά του ερεθίσματα και τις ανησυχίες να «ξεφύγουν» στο χαρτί. Άλλωστε, αν τιθάσευε τόσο πολύ το συγγραφικό του ταμπεραμέντο, η ιστορία θα κατέληγε άνευρη και ανιαρή – ακόμα και οι αναγνώστες-παιδιά δε θα την εκτιμούσαν. Δεν είναι τυχαίο πως ο θείος Καρλ ή «Παπιάνθρωπος», όπως τον αποκαλούν συχνά, κατονομάζεται σαν βασική επιρροή για πολλούς δημιουργούς κόμικς, και όχι μόνο: ο Steven Spielberg και ο George Lucas είναι δύο μόνο από τους αμέτρητους επιτυχημένους καλλιτέχνες διαφόρων χώρων που έχουν δηλώσει επηρεασμένοι από το έργο του Barks. Ιστορίες του όπως οι Ένα Φτωχό Γεροντάκι, Περί Στριφτολογίας, Χριστούγεννα στην Παραγκούπολη, και πολλές άλλες, θίγουν κοινωνικά ζητήματα και περιέχουν φιλοσοφικούς στοχασμούς που, όσο πιο ώριμος είναι ο αναγνώστης, ηλικιακά και, κυρίως, πνευματικά, τόσο πιο πολύ τον αγγίζουν. Για το μεγαλείο του Carl Barks, όμως, χρειάζεται ένα ολόκληρο, ξεχωριστό αφιέρωμα.

Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι περισσότερο να αναδείξει και να εστιάσει σε πιο χειροπιαστά παραδείγματα, ιστοριών ή αποσπασμάτων που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δοκίμασαν να επαναπροσδιορίσουν το ακροατήριό τους. Ας γίνουμε, λοιπόν, λίγο πιο συγκεκριμένοι. Τη δεκαετία του 1930, όταν το κόμικ ξεκίνησε να διαδίδεται ως Μέσο, οι ιστορίες κυκλοφορούσαν σε μορφή strips σε εφημερίδες. Από τα πρώτα «κλασικά» κόμικς με ήρωες του Disney, είναι οι ιστορίες του Floyd Gottfredson με πρωταγωνιστή τον Μίκυ Μάους. Είτε γιατί ήταν… «άλλες εποχές», είτε γιατί οι εφημερίδες αποτελούσαν ενήλικο, κατά βάση, ανάγνωσμα, οι ιστορίες αυτές ήταν σαφώς πιο τολμηρές και… σκοτεινές, απ’ ό,τι οι σημερινές. Εκεί, η ζωή του Μίκυ και των φίλων του απειλείται τακτικά από κάθε είδους αντίπαλο και κυρίως από τον βασικό αντίπαλό του, το Μαύρο Πητ.

Ένα, σχετικό με το θέμα μας, πολύ ενδιαφέρον, και σίγουρα ακραίο, βάσει των σημερινών δεδομένων, ιστορικό σημείο αναφοράς των κόμικς αυτών, είναι μία σειρά από strips όπου ο Μίκυ επιχειρεί να αυτοκτονήσει, επειδή νομίζει πως η Μίννι τον απάτησε με τον Mr. Slicker (νομίζω στα ελληνικά είναι γνωστός ως Μόρτιμερ). Δοκιμάζει διάφορους τρόπους, από τουφεκισμό μέχρι αγχόνη, και όλοι καταλήγουν, με κάποιον κωμικό τρόπο, στο κενό. Αν κάποιος δημιουργός πήγαινε σήμερα στα γραφεία της Disney με κάποια παρόμοια ιστορία, όχι απλά δε θα δημοσιευόταν, αλλά θα του απαγορευόταν η είσοδος στα γραφεία της εταιρείας και θα του επιβαλλόταν πρόστιμο 100.000$ κάθε φορά που θα πρόφερε τη λέξη «Μίκυ Μάους»…! Βέβαια, την εποχή εκείνη κάτι τέτοιο θα ήταν δύσκολο, πρώτον γιατί την ιδέα για αυτή τη σειρά gags με θέμα την αυτοκτονία, την πρότεινε ο ίδιος ο Walt Disney στον Gottfredson, και δεύτερον καθώς η αυτοκτονία δεν ήταν ένα διαδεδομένο πρόβλημα που μάστιζε την κοινωνία, πόσο μάλλον τους νέους, όπως συμβαίνει σήμερα.

Η σημερινή «λογοκριτική» τάση της Disney, πολύ συχνά λειτουργεί ανασταλτικά για τη δημιουργία ιστοριών λίγο πιο δυναμικών, πιο ρεαλιστικών, που να απευθύνονται σε κοινό πιο ενήλικο ή, εν πάση περιπτώσει, πιο απαιτητικό. Αυτό το σκόπελο προσπαθούν να παρακάμψουν οι δημιουργοί των Disney comics, με διάφορους τρόπους. Μία τέτοια σειρά ιστοριών ήταν το ιταλόφερτο Mickey Mouse Mystery Magazine (στα ελληνικά: Μίκυ Μυστήριο Β’ Κύκλος), μία περιπέτεια του 2001 με πρωταγωνιστή τον Μίκυ Μάους, τοποθετημένη σκόπιμα από τους ιθύνοντες νόες, Tito Faraci και Francesco Artibani, βασικούς σεναριογράφους της σειράς, σε διαφορετικό περιβάλλον από αυτό του Μίκυ Σίτυ. Ο δαιμόνιος ποντικός τοποθετείται, για τις ανάγκες της σειράς, στο Νταρκ Σίτυ, μία πόλη πολύ διαφορετική από αυτό που έχουμε συνηθίσει. Εκεί, αναλαμβάνει το γραφείο ερευνών του συμφοιτητή του, ο οποίος αγνοείται εδώ και λίγο καιρό, έχοντας αφήσει την τύχη του γραφείου του στον Μίκυ.

Αφήγηση σε επεξηγηματικά κουτάκια, κόλπα που «θα είχαν πετύχει στο Μίκυ Σίτυ», απαγωγή και απειλές για τσιμέντωμα και ρίψη στη θάλασσα… Στην «Σκοτεινή Πόλη» (Tito Faraci σενάριο – Giorgio Cavazzano σχέδιο, 1999) οι δημιουργοί προσπαθούν να αποβάλλουν το ασφαλές κλίμα των κλασικών ιστοριών.

Οι εμπνευστές αυτής της ιστορίας, επιχείρησαν να δημιουργήσουν μία noir περιπέτεια με πρωταγωνιστή τον πιο δημοφιλή ντετέκτιβ της 9ης Τέχνης – μία ιστορία με continuity, σε μία πόλη γεμάτη διαφθορά, υπόκοσμο και βρώμικα κόλπα, μία καθαρόαιμη, hard-boiled ντετεκτιβική περιπέτεια, όπου η σωματική ακεραιότητα του πρωταγωνιστή δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Και τα κατάφεραν, με έναν μόνο αστερίσκο. Από το δεύτερο κιόλας τεύχος της σειράς, αναγκάστηκαν να προσθέτουν σε κάθε τέλος επεισοδίου μία σελίδα, η οποία δείχνει τον Μίκυ Μάους να βγαίνει από το σινεμά. Έτσι, ο πιτσιρικάς αναγνώστης προστατεύεται απ’ το να πιστέψει πως αυτά συμβαίνουν πράγματι στον αγαπημένο του ήρωα – υποδύεται απλά ένα ρόλο σε ταινία.

Εικονογράφηση του Don Rosa, όπου ο Ντόναλντ, η Νταίζυ και τα τρία ανιψάκια επισκέπτονται το μνήμα του νεκρού Θείου Σκρουτζ. Μια ιστορία που μάλλον δε θα γραφεί ποτέ.

Εξαίρεση ίσως σε αυτόν τον ορυμαγδό περιορισμών αποτέλεσε ο χαρισματικός Don Rosa, ο σπουδαιότερος συνεχιστής των ιστοριών του κλασικού Carl Barks, ο οποίος απεικόνισε, σχεδόν ωμά, τον πιο πρόσφατο θάνατο που έχουμε δει σε σελίδες κόμικς με ήρωες του Walt Disney. ΟΚ, δε μιλάμε για θάνατο από πυροβολισμό, μαχαιριά ή δηλητηρίαση, ήταν θάνατος από γηρατειά, αλλά, ως θάνατος, δεν παύει να αποτελεί θέμα ταμπού για τα συγκεκριμένα κόμικς. Κι όμως, στο Θ’ Επεισόδιο του Βίου & Πολιτείας του Σκρουτζ Μακ Ντακ, ο Rosa δείχνει τον Φέργκους Μακ Ντακ, πατέρα του πιο πλούσιου παπιού στον κόσμο, να μένει πίσω, στο οικογενειακό κάστρο στην Σκωτία και να χαιρετάει τα παιδιά του που αναχωρούν για την Αμερική, τη χώρα των ευκαιριών. Όμως αυτός που χαιρετάει δεν είναι ο ίδιος, αλλά το φάντασμά του, αφού στη συνέχεια βλέπουμε την (ήδη εκλιπούσα off-panel εδώ και μερικά επεισόδια) γυναίκα του να τον παίρνει μαζί της (σε κάποιου είδους παπιοπαράδεισο, ενδεχομένως), μέσα από τον τοίχο, μαζί με έναν άλλο πρόγονο της φατρίας Μακ Ντακ, ενώ το νεκρό σώμα του κείτεται, κατά τ’ άλλα, στο κρεβάτι. Νομίζω πρόκειται για μία από τις πιο ανατριχιαστικές σκηνές που έχω αντικρίσει σε Disney κόμικ.

Ίσως ένα από τα πιο «χτυπητά» sex jokes σε Disney κόμικς. Κι όμως, είδε το φως της δημοσιότητας! Για να φτάσει κανείς στο ορυχείο του Σκρουτζ, πρέπει να περάσει κάτω από ένα απολιθωμένο μαμούθ…

Ο Rosa βέβαια, κατέχει άλλο ένα επίτευγμα για τη συγγραφική τόλμη του: έχει… φλερτάρει πολύ με σεξουαλικά υπονοούμενα στις ιστορίες του, σε σημείο μάλιστα να υπονοήσει σκηνή σεξ στην ιστορία του Η Αιχμάλωτη του Χειμάρρου της Αγωνίας (2006). Πρόκειται για ένα από τα Χαμένα Επεισόδια του Βίου & της Πολιτείας του Σκρουτζ Μακ Ντακ: όταν ο νεαρός χρυσοθήρας από τη Σκωτία βρίσκει τον χρυσό σβώλο μεγέθους αυγού χήνας που σηματοδοτεί την εξέλιξή του σε πλούσιο μεγιστάνα, μπαίνει για τα καλά στο στόχαστρο όλων των λωποδυτών του Ντώσον, πόλης στενά συνδεδεμένης με τον Πυρετό του Χρυσού στο Κλόνταϊκ του Καναδά. Μία εξ αυτών είναι η Χρυσή Γκόλντυ, δημοφιλής show-woman των σαλούν της εποχής, η οποία καταφέρνει – για λίγο – να πάρει στα χέρια της τον πολύτιμο θησαυρό του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Ο τελευταίος, όμως, δεν αρκείται στο να ανακτήσει το σβώλο του, αλλά θέλει να δώσει ένα καλό μάθημα στην επιπόλαιη πάπια, κι έτσι την αναγκάζει να τον ακολουθήσει στο ορυχείο του, προκειμένου να της δείξει από πρώτο χέρι πόσο δύσκολη είναι η δουλειά των χρυσοθήρων, των οποίων τους κόπους προσπαθεί εκείνη να καρπωθεί τόσο εύκολα.

Σε αυτήν την ιστορία, ο ταλαντούχος Don Rosa εμπλουτίζει με μαεστρία αυτό το «κρυφό» κεφάλαιο στη ζωή του Θείου Σκρουτζ και αναπτύσσει την ιδιαίτερη σχέση αγάπης και μίσους μεταξύ των δύο χαρακτήρων. Είναι ολοφάνερο στον αναγνώστη πως ανάμεσά τους υπάρχει «ένας έρωτας μεγάλος», ήδη από παλαιότερες ιστορίες, στη συγκεκριμένη όμως το love-story κλιμακώνεται. Τα ερωτικά υπονοούμενα (είτε τα πιο χαζά, είτε τα πιο ρομαντικά) δίνουν και παίρνουν. Αποκορύφωμα, η σκηνή όπου, μετά από μία ακόμα απόπειρα της Γκόλντυ να εξαπατήσει τον Σκρουτζ, σε συνεργασία με μερικούς θρύλους της Άγριας Δύσης που έχουν έρθει να τη σώσουν, μετανιώνει λόγω των συναισθημάτων που του τρέφει, επιστρέφει πίσω, και σύντομα ξεκινάει ένας καβγάς ανάμεσά τους που… ίσως, καταλήγει σε περιεχόμενο ακατάλληλο για περιοδικά της Disney. Γι’ αυτό και ο Don Rosa επιλέγει να το αφήσει στη φαντασία μας, ερεθίζοντάς την καταλλήλως.

Βέβαια, ο συγγραφικός οίστρος του Don Rosa καταλάγιασε και ο δημιουργός σταμάτησε να φτιάχνει νέες ιστορίες με τους ήρωες της Λιμνούπολης, για πολλούς λόγους. Εδώ και μερικά χρόνια, η βασική πηγή ιστοριών κόμικς Disney είναι η παραγωγή της Ιταλικής Σχολής. Η οποία είναι τεράστια, μακροχρόνια και φυσικά δεν υστερεί ποιοτικά. Μόνο που, με την πάροδο των χρόνων, όπως προαναφέρθηκε, οι περιορισμοί που τίθενται από τα κεντρικά γίνονται ολοένα και πιο αυστηροί, με αποτέλεσμα οι καλλιτέχνες να πρέπει να βρίσκουν διαρκώς διάφορα τεχνάσματα για να αποτυπώσουν έμμεσα σκηνές με περιεχόμενο που θεωρείται ταμπού για παιδικά κόμικς.

Όταν, για παράδειγμα, έχεις αποφασίσει να φιλοτεχνήσεις μία ντισνεϋκή διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος του Bram Stoker, «Dracula», πρέπει να είσαι σε μία τέτοιου είδους ετοιμότητα. Η συγγραφική εμπειρία του Bruno Enna και η αρτιστική δεξιοτεχνία του Fabio Celoni κατάφεραν να δώσουν μία εξαιρετική ιστορία που ανταποκρίνεται πιστά στο περιεχόμενο του βιβλίου και δεν… λοξοδρομεί, για τα standards της Disney. Μπορεί ο Δράκουλας, αντί για αίμα να πίνει χυμό παντζαριού και οι ήρωες αντί να πεθαίνουν να μεταμορφώνονται σε γιγαντιαία παντζάρια, όμως η γκοθ σχεδιαστική τεχνοτροπία δημιουργεί ένα κλίμα τόσο βαρύ, που γίνεται ξεκάθαρο το τι κρύβεται πίσω από τους συμβολισμούς. Ο Celoni άλλωστε έχει επιδοθεί σε άλλες 2 διασκευές horror θεματολογίας, βάζοντας στο ρόλο των πρωτότυπων χαρακτήρων τους ήρωες του Disney: οι αδημοσίευτες ακόμα στην Ελλάδα Lo strano caso del Dottor Ratkyll e di Mister Hyde και Duckenstein είναι σχεδιασμένες σκόπιμα με ένα ύφος που προσιδιάζει περισσότερο σε ενήλικα κόμικς μυστηρίου, τύπου Dylan Dog, παρά σε περιπέτειες με τους ήρωες του Walt Disney.

Η μεταμόρφωση σε φυτά, σαν ευφημισμός για το θάνατο, είναι ένα τέχνασμα που είχε χρησιμοποιήσει και πολλά χρόνια νωρίτερα η Silvia Ziche, σε ένα σαφώς πιο κωμικό πλαίσιο. Στην ιστορία Το Μικρό Κάστρο στο Λιβάδι (2005), η οποία αποτελούσε διασκευή μίας ιταλικής σαπουνόπερας (Elisa di Rivombrosa, ) με έρωτες, δολοπλοκίες και ίντριγκα, στο στυλ των γνωστών «μεξικάνικων», η Ziche είχε να αντιμετωπίσει τους πολυάριθμους θανάτους των χαρακτήρων της πρωτότυπης σειράς. Γι’ αυτό επέλεξε να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις της Μάτζικα Ντε Σπελ, η οποία, σαν κακιά μάγισσα, μεταμόρφωνε τους ήρωες που «πέθαιναν» σε γλάστρες κάκτων. Και στις δύο ιστορίες, βέβαια, έπρεπε στο φινάλε τα μάγια να ανακληθούν… Μικρό το κακό.

Ένα ακόμα παράδειγμα προερχόμενο από τη γείτονα χώρα, είναι η διασκευή σε κόμικ με πρωταγωνιστές το Μίκυ και τον Γκούφυ, του μυθιστορήματος On The Road (2015) του Jack Kerouac Στο βιβλίο του Kerouac, που κυκλοφόρησε το 1957, οι βασικοί χαρακτήρες, ανέμελοι και ονειροπόλοι, ταξιδεύουν σε διάφορα μέρη των Ηνωμένων Πολιτειών, αναζητώντας την περιπέτεια, θέλοντας να βιώσουν καινούργια πράγματα, να αποκτήσουν νέες παραστάσεις. Βασικός σύντροφός τους στο ταξίδι είναι το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Για να πραγματοποιηθεί ουσιαστικά η συγκεκριμένη διασκευή και να μη χάσει τόσο από την παράλειψη, ζωτικών για την ιστορία, στοιχείων της πλοκής της, αξιοποιείται στο έπακρο ο χαρακτήρας του Γκούφυ: αφελής, χαλαρός και αλλοπαρμένος, μονίμως στον κόσμο του, ο συγκεκριμένος χαρακτήρας ήταν ιδανικός για να απεικονίσει ένα άτομο υπό την επήρεια, χωρίς να χρειαστεί να δείξουν οι δημιουργοί, Fausto Vitaliano και Paolo Mottura, κάποια σκηνή όπου κάνει χρήση. Ο υποψιασμένος αναγνώστης θα αντιληφθεί την παραπομπή, ο πιτσιρικάς που δεν έχει ιδέα από ουσίες θα διασκεδάσει, απλά, με την… ανέμελη φάση του Γκούφυ, ένα χαρακτηριστικό του ήρωα που απλώς μεγεθύνεται για τις ανάγκες της ιστορίας, χωρίς να τον αλλάζει ουσιαστικά.

Και ο κατάλογος συνεχίζεται… Τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν, σαφώς, δεν είναι τα μόνα. Είναι όμως μερικά τρανταχτά παραδείγματα τολμηρών προσπαθειών, σκόπιμων ή όχι, να απευθυνθούν τα, κατά τ’ άλλα, παιδικά αυτά κόμικς, σε ένα ακροατήριο πιο ώριμο ή και πιο απαιτητικό. Ή απλά να εμπλουτίσουν τη θεματολογία τους με στοιχεία λίγο πιο ενήλικα. Σε κάθε περίπτωση…

Απολαύστε υπεύθυνα.

Πηγή κειμένου

Μοιραστείτε το Άρθρο