Το βορειοευρωπαϊκό, μυθολογικό σκηνικό για το fantasy και η ηρωική ηθική, τα οποία καθιερώθηκαν, από το έργο του Tolkien, είναι τόσο απόλυτα συνυφασμένα με το είδος, που κάθε απόπειρα απόδρασης από αυτά είναι από μόνη της αναζωογονητική.
Αυτή η απόδραση μπορεί να γίνει είτε μόνο από το ένα στοιχείο (διαφορετικό setting με παρόμοιας νοοτροπίας ήρωες ή το ίδιο μεσαιωνικό σκηνικό με πιο ρεαλιστικής κοπής χαρακτήρες, όπως το Songs of Fire and Ice) είτε και τα δύο, με τη δεύτερη επιλογή να είναι σαφώς πιο δύσκολη (και άρα ενδιαφέρουσα).
Σε αυτό το μονοπάτι επιλέγει να βάλει τους ήρωες τους να προχωρήσουν ο αμερικανός Scott Lynch, ο οποίος το μακρινό 2005 ξεκίνησε τη σειρά Gentleman Bastards, το πρώτο βιβλίο της οποίας, Τα Ψέματα του Λοκ Λαμόρα, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Anubis, σε μετάφραση της Παναγιώτας Ράπτη.
Σε αυτό ο Lynch, στήνει ένα ολόκληρο αστικό κόσμο, στον οποίο πιο εξωτικά μέρη αχνοφαίνονται μόνο μέσα από τις εξιστορήσεις των ηρώων. Στο κυριότερο κομμάτι του ο κόσμος των μπάσταρδων είναι η Καμόρ – μια τεράστια fantasy Βενετία η οποία όχι μόνο δεν είναι απλά το πλαίσιο στο οποίο λαμβάνει χώρα η ιστορία, αλλά ειδικά στο πρώτο μέρος του βιβλίου οι πύργοι της πόλης, από μυστηριώδης αρχαία ύαλο ή «χτισμένοι από ανθρώπινα χέρια» ορθώνονται στον ουρανό και, χάρη στην περιγραφική ικανότητα του Lynch, και στην φαντασία του κοινού, δυσοίωνοι, τρομακτικοί, αλλά ταυτόχρονα και γεμάτοι θησαυρούς, «στόχοι» του ληστή ευγενών Λαμόρα.
Η Καμόρ, με τα σκληρά της έθιμα, τις καρχαριομαχίες, τις απόκοσμες λατρείες των δικών της 12 θεών αλλά και τα παράλληλα συστήματα εξουσίας του κράτους και του παρακράτους των παρανόμων (των Σωστών Ανθρώπων) είναι ένας πολύπλοκος κυκεώνας. Αρχικά ο οργασμός δραστηριοτήτων μαγεύει το κοινό. Ο Lynch παίρνει στα σοβαρά τους αναγνώστες του και έτσι τους πετά στα βαθιά βουκρόνερα της Καμόρ, βορά των άγριων τεράτων της θάλασσας του Σιδήρου και των μαχαιροβγαλτών, αξιοποιώντας λίγα flashbacks τα οποία εξηγεί ουσιαστικά τη ζωή του βασικού του πρωταγωνιστή, του πανέξυπνου και μυστηριώδη Λοκ Λαμόρα, της Ακάνθου της Καμόρ.
Έτσι η πόλη γίνεται άλλοτε αντίπαλος και άλλοτε φίλος των χαρακτήρων, ένας ζωντανός οργανισμός που αλλάζει διαθέσεις, μοτίβα και ορέξεις ανάλογα την περιοχή της. Είναι ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία του Lynch, ο οποίος προσάρμοσε σε ένα βενετσιάνικο τοπίο το urban fantasy.
Πέρα από τους γεμάτους κραυγές φυλακισμένων πύργους της Καμόρ, ο Lynch ουσιαστικά πλάθει μια ανάποδη αστυνομική ιστορία, όπου οι πρωταγωνιστές αποφεύγουν όχι μόνο τις Αρχές αλλά και άλλους κλέφτες. Μας δίνει έτσι μια πολύ συνεκτική δομή, διανθίζοντας της με early pulp και ελαφρώς noir στοιχεία, η οποία στο κέντρο της κρύβει πολιτικές διαστάσεις: την άγαστη συνεργασία του κράτους του Δούκα που βασιλεύει φανερά την Καμόρ, του ανεπτυγμένου χρηματοπιστωτικού της συστήματος που βασιλεύει κάτω από το τραπέζι και του Κάπα Μπαρσάβι, του αρχικακοποιού της πόλης που, μέσω της «Μυστικής Ειρήνης», βασιλεύει στις σκιές. Αυτές οι τρεις όψεις, στις οποίες ο Λαμόρα δρα αντιθετικά δομούν ένα σιδερόφρακτο πλαίσιο ενάντια στο οποίο δεν υπάρχει καμία απόδραση: οι χαμηλότερες τάξεις θα γινόντουσαν πάντα στόχος των ανώτερων για να κλέψουν είτε τους μισθούς είτε τις ζωές τους.
Μέσα σε όλα αυτά, ο Λαμόρα γίνεται κάτι παραπάνω από ένας απλός κλέφτης: Ένας κατά το ήμισυ «Ρομπέν των Δασών», αφού κλέβει από τους πλούσιους αλλά δεν τα δίνει στους φτωχούς, γίνεται μια μυστηριώδης, ραδιούργα φιγούρα που κινείται ανάμεσα σε όλες τις εκφάνσεις της καμοριανής κοινωνίας σαν ξεναγός και ταυτόχρονα προσφέρει μια μικρή ικανοποίηση στο κοινό, αφού διανοίγει μικρές τρύπες στο αεροστεγές πλαίσιο της Καμόρ.
Σταδιακά όμως, όσο περνούν οι σελίδες και αποκαλύπτεται η βασική πλοκή του βιβλίου, ο κεντρικός ανταγωνιστής και όλοι οι παίκτες βγαίνουν από τις σκιές αποκαλύπτεται πως ο Λοκ ούτε τόσο έξυπνος είναι, ούτε τόσο ραδιούργος. Πολλά σχέδια του ξηλώνονται από συμπτώσεις ενώ σε πολλά δύσκολα προβλήματα τελικά λύση είναι η βία.
Ταυτόχρονα, η ίδια η νοημοσύνη του Λοκ Λαμόρα πολλές φορές δεν επαρκεί, όχι γιατί ο αντίπαλος έχει ανώτερη, αλλά γιατί το ίδιο το σενάριο το απαιτεί. Υιοθετώντας απρόσμενα στοιχεία μαγείας ως deus ex machina, ο Lynch βάζει τους χαρακτήρες τους σε αδύνατες καταστάσεις από τις οποίες δεν υπάρχει διέξοδος, ενώ μια καλή απάτη, το στοιχεία δηλαδή που είναι δυνατός ο κεντρικός χαρακτήρας, δεν αρκεί. Επιπλέον έρχονται, ξαφνικά και άτσαλα, αντιμέτωποι με απειλές για εκρήξεις, μονομαχίες και πολλά άλλα που πέρα ότι θυμίζουν περισσότερο σύγχρονα spy action έργα, καταργούν τη σύμβαση μεταξύ κοινού και δημιουργού για το τι έργο διαβάζουν.
Σε κάθε περίπτωση όμως, Τα Ψέματα του Λοκ Λαμόρα και όλη η σειρά Eυγενείς Μπάσταρδοι την οποία περιμένουμε εναγωνίως στα ελληνικά, αποτελούν μια πολύ δυνατή επιλογή ανάγνωσης, μόνο και μόνο για την χαρά να προχωρήσετε με τις γόνδολες κάτω από τις γέφυρες της Καμόρ, αναγνωρίζοντας το φως και το σκοτάδι, όπως επίσης και την πολιτική φυσιογνωμία μιας τέτοιας πόλης!