Το Παρίσι είναι μία από τις κατεξοχήν πολυπολιτισμικές πόλεις της Ευρώπης. Από τις εποχές τις αποικιοκρατίας ακόμα, είναι πολλοί οι μετανάστες που βρήκαν καταφύγιο στη γαλλική πρωτεύουσα δημιουργώντας οικογένειες και πλέον τα παιδιά δεύτερης και τρίτης γενιάς λογίζονται κανονικά ως Γάλλοι πολίτες. Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι ο Mahir Guven (1986) ο οποίος γεννήθηκε στη Νάντη από Τουρκάλα μητέρα και Κούρδο πατέρα από το Ιράκ. Ο Μεγάλος Αδερφός (εκδόσεις Ίκαρος, 2019) αποτελεί το πρώτο του μυθιστόρημα στο οποίο πραγματεύεται μεταξύ άλλων την καθημερινότητα των μεταναστών στο Παρίσι σε μία περίοδο ιδιαιτέρως ταραγμένη λαμβάνοντας υπόψη ότι γράφτηκε λίγο καιρό μετά τις επιθέσεις του 2015.
Κύριος χαρακτήρας και αφηγητής είναι ο Μεγάλος Αδερφός, ο οποίος παραμένει χωρίς όνομα σχεδόν μέχρι το τέλος της ιστορίας. Γεννημένος και αυτός και ο αδερφός του στην Γαλλία, από Σύρο πατέρα και Γαλλίδα μάνα από μικροί ζουν μια διαφορετική ζωή από τα παιδιά των γηγενών. Ο πατέρας παρά την απέχθειά του για τη θρησκεία, είναι αυταρχικός με την προσκόλλησή του σε οπισθοδρομικές παραδόσεις να του απαγορεύει να αφομοιωθεί ολοκληρωτικά από την γαλλική κοινωνία. Η μητέρα πέθανε όσο τα αδέρφια ήταν μικρά, και εν μέρει το ρόλο της πήρε η γιαγιά από την πλευρά του πατέρα, η οποία ήρθε σε μεγάλη ηλικία από την Μέση Ανατολή. Εκείνη είναι που θα διδάξει το Κοράνι και τις διδαχές του Ισλάμ στα δύο αδέρφια, κάτι που θα την φέρει πολύ συχνά σε μεγάλες συγκρούσεις με τον γιο της.
Όπως και ο πατέρας, έτσι και ο Μεγάλος Αδερφός ξεκινάει να εργάζεται ως ταξιτζής έως ότου πιάνει δουλειά σε μία εταιρεία τύπου Uber. Αυτό θα τον φέρει αντιμέτωπο ξανά με τον πατέρα μου που είναι παραδοσιακός υπέρμαχος των ταξί απέναντι σε αυτές τις εταιρείες. Με όχημα αυτή τη δουλειά όμως, ο Μεγάλος Αδερφός παρουσιάζει καταστάσεις που βιώνουν καθημερινά οι οδηγοί καθώς και καταστάσεις που βιώνουν οι Μουσουλμάνοι στην ζωή τους στα Παρισινά προάστια. Στην ουσία η οδήγηση, μαζί με το χασίς το οποίο παίζει μεγάλο ρόλο στη ζωή του, αποτελούν τις μόνες διεξόδους του Μεγάλου Αδερφού από την ρουτίνα που έχει πέσει.
Από την άλλη υπάρχει ο Μικρός Αδερφός ο οποίος από μικρός έδειχνε να έχει έντονες πνευματικές αναζητήσεις τόσο από την Καθολική πλευρά της μαμάς του όσο και από την Μουσουλμανική της γιαγιάς, από την πλευρά του πατέρα του. Η εφηβεία στα προάστια καθώς και οι συχνές παρουσίες στο Τζαμί θα τον οδηγήσουν σε μία ιδιαίτερη σχέση με το Ισλάμ, την ίδια ώρα που ο Μεγάλος Αδερφός προτιμάει τις επαφές με την βρώμικη πλευρά των προαστίων και τα κακοποιά στοιχεία.
Ο Μικρός Αδερφός αποφασίζει να πάει στην Συρία εν μέσω πολέμου με σκοπό να περιθάλπει τραυματίες και όσους έχουν ανάγκη, κάτι που θα πράξει στα κρυφά. Σε αυτό το σημείο ίσως βρίσκεται και ένα από τα ενδιαφέροντα κομμάτια του βιβλίου. Ο Μικρός Αδερφός θα αρχίσει να συναναστρέφεται με μέλη του Ισλαμικού Κράτους με τον Mahir Guven να μην τους παρουσιάζει ως παράφρονες κακοποιούς, αλλά ως απλούς ανθρώπους στους οποίους έχει φωλιάσει το παράλογο μίσος του φονταμενταλισμού και του θρησκευτικού ρατσισμού, μία απεικόνιση που σίγουρα απέχει αρκετά από τις περισσότερες, και παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον.
Ο Mahir Guven όντας και ο ίδιος παιδί μεταναστών στη Γαλλία, παρουσιάζει με μεγάλη άνεση τη ζωή στη γαλλική πρωτεύουσα χωρίς να προσπαθεί να κάνει ανάλυση και ψυχανάλυση της καθημερινότητας των μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς. Αφήνει τις περιγραφές του να το πράξουν αυτό. Ξεκάθαρο ενδιαφέρον επίσης, υπάρχει και στο πώς ο συγγραφέας μιλάει για το Ισλάμ, τόσο για την παρουσία του στη Δύση όσο και στην Ανατολή, όπως κάνει από το στόμα του Μικρού Αδερφού. Δεν ωραιοποιούνται καταστάσεις, αντιθέτως υπάρχει διάχυτος ένας ρεαλισμός τόσο για την πνευματικότητα της θρησκείας όσο και για την ζωή όσων ζουν με βάση τις διδαχές της, αλλοιωμένες ή μη, επηρεασμένοι σε μεγάλο βαθμό από τη δύναμη των θρησκευτικών ηγετών.
Εν κατακλείδι, με τον Μεγάλο Αδερφό ο Mahir Guven παρουσιάζει στο ντεμπούτο του, μία απόλυτα ρεαλιστική ιστορία που καταφέρνει να βάλει τον αναγνώστη για λίγο στην ζωή των μεταναστών δεύτερης και τρίτης στη Δύση, χωρίς να αποφεύγει κάποια cliché αλλά με άπλετο ρεαλισμό. Σίγουρα αποτελεί μία από τις ευχάριστες εκπλήξεις του 2019 και δημιουργεί προσδοκίες για τον συγκεκριμένο δημιουργό.