Ο Hutch Mansell είναι ένας βαρετός οικογενειάρχης. Κυριολεκτικά τίποτα πάνω του δε φαίνεται να έχει το παραμικρό ενδιαφέρον. Έχει μία βαρετή δουλεία, κάθε μέρα τρέχει για να προλάβει τις υποχρεώσεις του, ενώ ακόμα και η ίδια η οικογένειά του δεν τον παίρνει ιδιαίτερα στα σοβαρά. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Hutch είναι ένας “πουθενάς” όμως ο ίδιος δείχνει να είναι εντάξει με αυτό. Ώσπου μία μέρα μία σειρά από γεγονότα, η οποία θα ξεκινήσει από τη διάρρηξη του σπιτιού του, θα οδηγήσουν τον ήρωά μας στο να ανακαλύψει έναν εαυτό που ο ίδιος φαίνεται να είχε κρύψει εδώ και πολλά χρόνια. Και τότε ο ασκός του Αιόλου ανοίγει και ξαφνικά αυτός ο “πουθενάς” θα βρεθεί στο επίκεντρο κάποιον σοβαρών εξελίξεων.
Το Nobody είναι ένα δημιούργημα του Derek Kolstad, του ανθρώπου που μας έδωσε τα επικά John Wick και ξαφνικά άλλαξε όλη την πορεία του αμερικανικού action cinema. Σε ένα διάλειμμα από τις περιπέτειες του badass Keanu Reevs που σπέρνει βία και θάνατο, επιλέγει να μας δώσει ένα action flick ακολουθώντας μεν την ίδια περίπου συνταγή, αλλάζοντας όμως δε, την προσωπικότητα και την ουσία του ήρωα. Στον ρόλο του πρωταγωνιστή συναντάμε τον πολυαγαπημένο Bob Odenkirk (Better Call Saul, Breaking Bad) ο οποίος αν και κοντεύει πλέον τα εξήντα, αποφάσισε ότι δε θα αφήσει ασήμαντους παράγοντες, όπως τα γεράματα, να τον εμποδίσουν από το να γίνει action star. Και πράγματι ο Odenkirk κουβαλάει όλη την ταινία στις πλάτες του. Ο ηθοποιός περνάει τέλεια στον ρόλο του εξισορροπώντας ανάμεσα στις κωμικές και τραγικές στιγμές του χαρακτήρα του με απόλυτη μαεστρία. Πέρα από αυτόν, το υπόλοιπο καστ απαρτίζεται από κάποια πολύ δυνατά ονόματα όπως ο Christopher Lloyd (Back to the Future) αλλά και ο RZA (The Dead don’t Die), οι οποίοι δίνουν το δικό τους στυλ στους χαρακτήρες που ενσαρκώνουν, χωρίς όμως να κλέβουν τη δόξα από τον πρωταγωνιστή.
Όσον αφορά τη δράση, εκεί είναι που η ταινία γίνετε ενδιαφέρουσα. Όπως και στα John Wick, ο Kolstad δεν επιχειρεί να γράψει απλά μία τυπική ταινία δράσης, αλλά και να την προχωρήσει σαν κινηματογραφικό είδος. Έτσι λοιπόν μπλέκει τις σκηνές δράσης με κωμικές σκηνές, οι οποίες παρωδούν σε πολλά σημεία τα κλισέ παρόμοιων ταινιών. Οι μάχες είναι over the top, όπως αρμόζει σε μία τέτοια ταινία, όμως ο πρωταγωνιστής δεν είναι ανίκητος κάνοντας έτσι τον θεατή να αμφιβάλλει για τη σωματική του ακεραιότητα. Ο Ilya Naishuller, δημιουργός του “πρωτοποριακού” Hardcore Henry, εδώ βρίσκεται σε τρελά κέφια και μας παραδίδει ωραίες σκηνές δράσης που δεν υποφέρουν από το αιώνιο πρόβλημα του shaky cam. Η δράση είναι χορταστική, το ξύλο ανελέητο και οι γρήγοροι ρυθμοί της ταινίας δίνουν ένα χορταστικό θέμα στον θεατή, και δεν τον αφήνουν να βαρεθεί ούτε για ένα λεπτό καθ όλη τη διάρκειά της.
Αν είναι να βρούμε ένα αρνητικό στο Nobody, είναι το γεγονός ότι η ίδια η ταινία πάσχει από κάποια θέματα ταυτότητας. Ενώ στην αρχή όλα δείχνουν ότι πάμε για μία διαφορετική ταινία δράσης με μία σχετικά αργή αρχή και έντονα στοιχεία αποδόμησης του action cinema, κάπου από τη μέση και μετά αρχίζει να φαίνεται πολύ πιο έντονα η “σκιά” του John Wick. Και όντως από ένα σημείο και έπειτα η ταινία δείχνει να πετάει από το παράθυρο τα στοιχεία που την έκαναν να ξεχωρίζει από το είδος μετατρέποντας τον εαυτό της σε ένα διασκεδαστικό μεν, αρκετά άνευρο και ανούσιο δεaction film δε. Το ενδιαφέρον δεν χάνεται, όμως δυστυχώς το στοιχείο που θα έκανε σεναριακά τουλάχιστον την ταινία να ξεχωρίζει ξαφνικά βρίσκεται να απουσιάζει, καθώς για κάποιον λόγο οι συντελεστές αποφάσισαν ότι είναι πολύ πιο safe να δημιουργήσεις άλλον έναν κλώνο μιας ήδη γνωστής αναφοράς, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, του John Wick, παρά να προσπαθήσεις να δημιουργήσεις κάτι διαφορετικό βασισμένο σε αυτές τις επιρροές. Μία τακτική η οποία βλέπουμε να μαστίζει όλο και περισσότερο τον αμερικανικό κινηματογράφο, ο οποίος επιδίδεται τα τελευταία χρόνια σε αδιάφορα remakes ή ξεδιάντροπες κόπιες γνωστότερων και καλύτερων ταινιών, αντί να αφιερώσει χρόνο και χρήμα για να δημιουργήσει κάτι διαφορετικό και αξιομνημόνευτο.
Το Nobody δεν είναι μία κακιά ταινία απλά δυστυχώς οι προθέσεις της και οι φιλοδοξίες της δεν είναι τόσο έντονες, ώστε να την κάνουν να ξεχωρίσει από τις υπόλοιπες ταινίες του είδους. Στο τέλος της ημέρας το μόνο που σου μένει είναι ένας πολύ ωραίος Odenkirk, κάποιες εντυπωσιακές σκηνές δράσης και γενικότερα μία έλλειψη για κάτι που θα μπορούσε να γίνει καταπληκτικό, αλλά κατέληξε να είναι απλά συμπαθητικό. Δεν πειράζει όμως, γιατί το Nobody καταφέρνει να προσφέρει μία διασκεδαστική εμπειρία η οποία σίγουρα δεν ανακαλύπτει τον τροχό αλλά σε κάνει τουλάχιστον να περνάς καλά. Και στην τελική, άλλωστε γιαυτό τον λόγο δε βλέπουμε τέτοιες ταινίες;