Parasite – Η ακτινογραφία ταξικών και οικογενειακών διαφορών

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 6 Λεπτά Ανάγνωσης

Ο ιδιαίτερος Bong Joon Ho είχε αποδείξει ήδη από το The Host του μακρινού 2006 τη σκωπτική, οριακά παρωδιακή του φύση και τον πάντα κοινωνικής κατεύθυνσης κινηματογράφο που ήθελε να κάνει. Τα υπόλοιπα έργα του, με το πιο δυτικότροπο Snowpiercer και το Netflix- ικό Okja να ξεχωρίζουν ανάμεσα τους, ήταν περαιτέρω δείγματα αυτής της πορείας. Τώρα, αυτή η άνοδος, ξεκόβοντας από όποια στοιχεία επιστημονικής φαντασίας ή δυστοπίας την έστελναν σε άλλες ατράπους, φτάνει στη βραβευμένη από τις Κάννες με τον Χρυσό Φοίνικα, κορύφωση της.

Το Parasite δικαιώνει το βραβείο μιλώντας για την διαρρύθμιση της ακραία καπιταλιστικής κοινωνίας της Νότιας Κορέας. Μιλώντας για ένα περιβάλλον τόσο τοπικό, θα πίστευε κανείς πως δύσκολα θα συγκινούσε το δυτικό κοινό. Ωστόσο ο Joon Ho όχι μόνο καταφέρνει να συλλάβει με δυναμικό τρόπο τις λεπτές διαφοροποιήσεις της ταξικής διαβάθμισης της νοτιοκορεάτικης κοινωνίας, αλλά καταφέρνει να τις αποδώσει και ταυτόχρονα αποδημήσει με ένα εξόχως διακριτικό αμάλγαμα κωμωδίας, το οποίο περιλαμβάνει γερές δόσεις slapstick αλλά και μαύρου χιούμορ.

Το Parasite, πατώντας στις απόλυτα σωστά ρυθμισμένες ερμηνείες του cast του και τη λεπτά αμφίβολη ατμόσφαιρα της κινηματογραφίας του Joon Ho, μας δίνει δύο οικογένειες ταξικά αντίθετες η μία με την άλλη: Τα πλούσια αφεντικά και οι φτωχοί εργαζόμενοι που ζουν στα ημιυπόγεια και αναγκάζονται για να μην πεθάνουν της πείνας σε μια κοινωνία απόλυτα ευθυγραμμισμένη με το νεοφιλελεύθερο μότο «ο θάνατος σου η ζωή μου» να κλέβουν, να λένε ψέματα και να εξαπατούν. O Bong Joon Ho όμως δε μασάει τα λόγια του, ούτε ενδιαφέρεται να δώσει μια κενή αγιογραφία της εργατικής τάξης, βγαλμένη από κάποια σοβιετικού ρεαλισμού ταινία του 1950. Υποδεικνύει ακριβώς τους ανταγωνισμούς μεταξύ των ίδιων των εργατών, τις ανηθικότητες, τις ευφάνταστες απάτες και την ανθρωποφαγία στην οποία εξαναγκάζονται να υποπέσουν για να επιβιώσουν.

Την ίδια στιγμή όμως δε θέτει αυτούς τους ανταγωνισμούς στον αέρα, ούτε επικαλείται μια αόριστη, γενετήσια, ηθικότητα. «Αν είχα χρήματα, θα ήμουν η πιο καλή από όλους» λέει σε κάποιο σημείο η μητέρα της φτωχής οικογένειας. Ο σκηνοθέτης δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλο του: μας λέει ξεκάθαρα ποιος είναι το παράσιτο: όχι οι εργαζόμενοι που προσπαθούν να επιβιώσουν και εργάζονται, αλλά τα πλούσια αφεντικά, που είναι ανίκανα να επιζήσουν χωρίς να απομυζούν εργασία, που αηδιάζουν και μόνο στη μυρωδιά του μετρό που αναγκάζονται να παίρνουν οι εργαζόμενοι για να τους υπηρετούν. Το ίδιο το σύστημα που εγκλωβίζει κόσμο σε ευφάνταστες φυλακές, μεταφορικά και κυριολεκτικά, επειδή πολύ απλά προσπάθησε να ζήσει, αυτό είναι το παράσιτο. Και οι εργαζόμενοι τσακώνονται για το ποιος θα γίνει πρώτος ξενιστής. 

Ένα άλλο ουσιώδες στοιχείο των Παράσιτων είναι ότι ουσιαστικά τίθενται δύο διαμετρικά αντίθετες οικογένειες εναντίον η μία της άλλης (ή συμβιοτικά παράλληλα έστω). Από τη μία οι πλούσιοι Park, μια πυρηνική οικογένεια η οποία στηρίζεται σε υπηρέτες για κάθε της ανάγκη, ακόμα και αυτής της σεξουαλικής διέγερσης, που δεν έχει ουσιαστικές σχέσεις το ένα μέλος της με το άλλο, πλήρως αλλοτριωμένοι στον κοινωνικό τους ρόλο.

Από την άλλη υπάρχουν οι Park, , μια αναγκαστικά στενά δεμένη οικογένεια. Αυτό συμβαίνει τόσο επειδή ζουν σε έναν πολύ μικρό ημιυπόγειο, ο ένας πάνω στον άλλον, όσο και επειδή χρειάζονται ο ένας τον άλλον να επιβιώσουνγ, φέρνοντας στο νου το περσινό Κλέφτες Καταστημάτων, αλλά με πολύ πιο κωμικό τρόπο. Ακόμα και η επικοινωνία τους είναι πολύ ουσιαστικότερη και ειλικρινής: εκμυστηρεύονται ο ένας στον άλλο φοβίες, άγχη και, μέσα στην απελπισία τους οι νεότεροι ελπίδες, για να λάβουν μόνο κυνικές συμβουλές από τους γονείς.

Με τις οικογένειες ως οχήματα, ο Bong Joon Ho μιλά με έναν πολύ συγκεντρωμένο τρόπο για την πλήρη αλλοτρίωση που προκαλεί η ατομοκεντρική προσέγγιση του σύγχρονου νεοφιλελευθερισμού. Ακόμα και μια μη δυτική κοινωνία, η οποία είχε εντελώς διαφορετικό τρόπο δομής από την πατρίδα του καπιταλισμού, όταν προσδέθηκε στο άρμα των ΗΠΑ κοινωνικά εξαθλιώθηκε.

Ίσως προκαλεί εντύπωση στην Ελλάδα αυτή η ζεστή απεικόνιση της οικογένειας, ενός θεσμού που παρά τα πολλά ελαττώματα του, χρησιμοποιήθηκε ως δίχτυ ασφαλείας σε οικονομικές/ κοινωνικές κρίσεις μεγάλης έκτασης, δεδομένου ότι εδώ, όπως προδίδει και η πρόσφατη παράδοση του (κακώς βαφτισμένου έτσι) weird wave, οι περιορισμοί της πατριαρχικά δομημένης οικογένειας στάθηκαν μεγαλύτεροι από τα οφέλη της.

Μεγάλο μέρος της δύναμης της ταινίας έρχεται, όπως προαναφέρθηκε από τις ερμηνείες. Ανάμεσα σε αυτές σίγουρα ξεχωρίζει η μορφή του βετεράνου και παλιού συνεργάτη του σκηνοθέτη, Kang-ho Song (Snowpiercer, Host, Fukuoka), ο οποίος προσδίδει με το εκπληκτικά ελαστικό physic του και να αποδώσει συγχρόνως τόσο την στωικότητα του υπηρέτη όσο και την οργή του καταπιεσμένου.

Επιπρόσθετα η Yeo-jeong Jo (Hee-joo, Bang-ja jeon) φέρνει στη ζωή την αδαή πλούσια με ιδιαίτερα συμπαθή τρόπο που ενώ ο πολυμήχανος και ευκίνητος Woo-sik Choi (Okja) λάμπει ως εμπνευστής απατεωνιών και ταυτόχρονα θύμα περιστάσεων.

Το Parasites αποτελεί μια καθαρά πολιτική ταινία που απαιτεί σχεδόν την παρουσία του κοινού στον κινηματογράφο.

 

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.