Snowpiercer – Aπό ταξική αλληγορία… έγκλημα στο Όριαν Εξπρές

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 6 Λεπτά Ανάγνωσης

Η αλήθεια είναι πως όταν έγινε γνωστό πως το κλασσικό κόμικ του 1982 Le Transperceneige των Jacques Lob και Jean-Marc Rochette θα γνώριζε μία ακόμα μεταφορά, αυτή τη φορά ως σειρά, στο TNT (από όπου και το πήρε το Netflix) υπήρξαν αρκετές αμφιβολίες, παρά το γεγονός ότι ανάμεσα στους παραγωγούς θα ήταν και ο ίδιος ο Bong Joon-hο (Parasite, the Host) . Για πολλούς, η μεταφορά του 2013 δια χειρός του οσκαρικού πλέον σκηνοθέτη, η οποία εστίαζε με διαύγεια και οργή στην ταξική παραβολή του τρένου των 1001 βαγονιών που τρέχει χωρίς προορισμό σε έναν παγωμένο κόσμο, ήταν αρκετή.

Το Snowpiercer του 2013 δείχνει ουσιαστικά μια επανάσταση των επιβατών της ουράς, οι οποίοι ζουν σαν ζώα και αναγκάζονται να δίνουν τα παιδιά τους ως φθηνό εργατικό δυναμικό σε αντίθεση με τους επιβάτες της πρώτης θέσης, που ταξιδεύουν με όλες τις ανέσεις, για πάντα. Αν και απλοϊκή ως σύλληψη, η ιστορία ταξικού μίσους του αγαπημένου Νοτιοκορεάτη σκηνοθέτη είχε δυναμισμό και τσαγανό, αρκετό για να μας κάνει να την αγαπήσουμε.

Το Snowpiercer τώρα του 2020,  από τους  Graeme Manson (Orphan Black, Cube) και Josh Friedman ( Emerald City, Terminator: Dark Fate) αποφασίζει να θέσει την ταξικότητα στο παρασκήνιο και να αφηγηθεί μία ακόμα αστυνομική ουσιαστικά ιστορία, σαν αυτές με τις οποίες το Νetflix γεμίζει τις προτάσεις του με το κιλό. Ξεδοντιάζοντας έτσι τον πυρήνα της ιστορίας, το Snowpiercer γίνεται ένα άκακο και αρκετά βαρετό Όριαν Εξπρές, χωρίς μάλιστα το στυλ και τη φαντασία της ιστορίας της Αγκάθα Κρίστι.

Το τρένο των 1001 βαγονιών είναι ουσιαστικά ένας  δυστοπικός, παραμορφωτικός καθρέπτης των δυτικών μητροπόλεων, όπου στα αφιλόξενα και εταιρικά κέντρα τους μένουν όσοι δεν έχουν πού αλλού να μείνουν και όσο πλησιάζει κανείς τους εξώτερους δαχτυλίους τα οικονομικά τείχη ορθώνονται αδιαπέραστα. Ένας μικρόκοσμος όπου η ταξική πυραμίδα έχει γίνει μια ευθεία γραμμή, εξίσου δύσκολο να τη διασχίσεις.

Στο Netflix αυτό το ταξίδι γίνεται αδιάκοπα και ανέξοδα, μπρος πίσω συνεχώς. Οι άνθρωποι προωθούνται ανάλογα με την ανάγκη της ζωοδότριας εταιρείας και ενώ προφανώς υπάρχουν αντιθέσεις και αντιστάσεις, η λογική που επικρατεί είναι «δεν είναι ακόμα ώριμες οι συνθήκες», δεν είναι ώρα για βία.  Εξαρτημένες σχέσεις, ανοχή της εκμετάλλευσης, συλλογή στοιχείων, υπομονή. Αυτό είναι η ταξική πρόταση των δημιουργών. Αυτή την άποψη εκπροσωπεί και ο χαρακτήρας του Daveed Diggs (The Get Down, Bob’s Burgers).

Ταυτόχρονα, ένα από τα πιο εξοργιστικά πράγματα στη σειρά είναι η τεράστια προθυμία της να δείξει «και την άλλη πλευρά». Για αυτό έτσι και αλλιώς επιστρατεύτηκε και η οικεία φιγούρα της Jennifer Connelly (Hulk, Labyrinth, Alita: Battle Angel). Η «φωνή του τρένου» Melanie Cavill  προβληματίζεται για το πως θα κρατηθούν οι ισορροπίες στην πρώτη θέση, αυτή των ισχυρών, πως θα αντέξει το ίδιο το τρένο, ενώ συχνά πυκνά φαίνεται να αντιτίθεται σε επιλογές που θα δυσχεράνουν ακόμα περισσότερο τη ζωή στην τελευταία θέση. Γενικότερα, σε μια κατάσταση γενικευμένης κρίσης, η οποία έχει επεκταθεί εις το διηνεκές, η εξουσία της Connely μοιάζει σχεδόν… ανθρωπιστική.

Μέσα σε μια λογική «δεν είμαστε και τόσο διαφορετικοί» η μορφή της Cavill πολλές φορές προβάλλεται ευάλωτη, ανθρώπινη και γενικότερα καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια για να ανθρωποποιηθεί η ίδια η εξουσία σε μια αντίληψη ακραίου κέντρου, η οποία φαίνεται να έχει αντικαταστήσει και τον κεντρικό πυρήνα της σειράς. Η εικόνα ομόφυλων ζευγαριών δεν ισοσταθμίζει την πολιτική μετατόπιση, ίσα ίσα κιόλας είναι ένας τρόπος να την καλύψει, ώστε η σειρά να υποδυθεί κάτι προοδευτικό ενώ δεν είναι, και τελικά ούτε αυτή καταφέρνει να αποδοθεί σωστά. Ένας εταιρικός φεμινισμός τύπου Χίλαρι, που κρύβει υποκρισία και καταπίεση.

Η ένδεια του απογυμνωμένου από νόημα Snowpiercer επηρεάζει και την οπτική του πλευρά. Η δυστοπία εδώ αρκείται σε μερικές εικόνες, και αυτές περιστασιακά. Πέρα από αυτό πουθενά αλλού δε διαφαίνεται η εξαθλίωση, η εκμετάλλευση και τελικά, η απόγνωση ενός κόσμου δυστοπίας. Ο περιορισμός στον χώρο δε φαίνεται να επιδρά στους χαρακτήρες. Αντίθετα δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τους δημιουργούς, σκηνοθέτες και σεναριογράφους, που για να κυλίσει το τρένο (και η προσοχή του θεατή) αναγκάζονται διαρκώς να επινοούν γελοία τρικ εντυπωσιασμού, με δανεική εικονογραφία άλλων, καλύτερων δυστοπικών σκηνικών.

Τα δε εξωτερικά πλάνα, εντελώς με ένα σουρεαλιστικό, επικό σχεδόν μοτίβο, σχετικά κοντά θα έλεγε κανείς στο σχέδιο του αρχικού κόμικ, ενώ ήταν μια πολύ ενθαρρυντική κίνηση ως teaser, στην πράξη κουράζουν και η εναλλαγή τους με τα Live action πλάνα εντείνει τόσο την ηλικία αυτής της τεχνοτροπίας όσο και το ότι με τα δύο πόδια σε διαφορετικές βάρκες, το όλο εγχείρημα δεν προχωρά.

Σε επίπεδο ερμηνειών τα πράγματα είναι επαρκή αλλά ετερόρρυθμα. Ο Diggs υποδύεται αξιοπρεπώς αν και μονότονα τον hard boiled detective, η Connely με ψυχρή υπολογιστικότητα την απρόθυμη ηγέτη που αναγκάζεται να πάρει δύσκολες αποφάσεις. Κανένας από τους δύο δεν κάνει κάτι λάθος. Λάθος είναι οι ίδιοι οι χαρακτήρες.

Το Snowpiercer του 2020 αν δεν αλλάξει τροχιά γρήγορα θα εκτροχιαστεί. Και μάλλον είναι για το καλύτερο όλων αυτό. Μέχρι τότε, σε επανάληψη το Snowpiercer του 2013. Πιο φρέσκο και πιο κοντά στην εποχή μας.

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.