Η γραφή του Περικλή Μποζινάκη έχει κάτι το ιδιαίτερο. Εστιάζοντας στην ετυμολογία και την ανάλυση πραγμάτων γνωστών, μας αποκαλύπτει μια ολότελα διαφορετική τους πλευρά, βαθιά ανθρώπινη μέσα στην ιδιαιτερότητά της, ή ίσως και εξαιτίας αυτής. Άνθρωπος με πολυποίκιλα ενδιαφέροντα (ή ίσως διαφορετικές όψεις του ίδιου), ο συγγραφέας χαίρεται να αποδομεί τον χρόνο και τον χώρο, να ανοίγει τρύπες στο συνεκτικό περιβάλλον του αναγνώστη και να αφήνει να μπαίνει μια νέα, λογοτεχνική με όλη την σημασία της λέξεις, πνοή.
Στο Σελίδες από το Πουθενά- Δοκίμια και αφηγήσεις- από τις εκδόσεις Ars Nocturna αυτή η τάση είναι ακόμα πιο έντονη, η γραφή πιο αναρχική και ελεύθερη, άρα και πιο επικίνδυνη για τον βάλτο της καθημερινότητας. Χωρίς να περιορίζεται ούτε στο μέγεθος, αλλά ούτε και στο θέμα, ο Μποζινάκης πλανάται πάνω από τα πάντα, σαν σκανδαλιάρης δαίμονας με αιτία και μας δείχνει πράγματα που του έκαναν εντύπωση, ταινίες που ανοίγουν το ανθρώπινο κουφάρι για να αναπνεύσει η ομορφιά που κρύβει μέσα του ή να ανατριχιάσει από τον τρόμο της συνειδητοποίησης της ίδια της ύπαρξης. Ταυτόχρονα, οι επιρροές του συγγραφέα από τους μεγάλους του είδους, αλλά και περιστατικά της ζωής που τον σημάδεψαν περισσότερο μας παρουσιάζονται ατόφια, με έναν αυτοβιογραφικό τρόπο.
Τι σημασία έχουν όμως όλα αυτά; Ο ίδιος ο Περικλής Μποζινάκης απαντά:
Η μόνη αιτία καταγραφής του είναι η αισθητική ανάγκη να εκφραστεί το απροσδιόριστο με λέξεις. Και ο μόνος σκοπός τους η ψυχαγωγία.
Η ψυχαγωγία, όχι η φυγή της διασκέδασης, του διασκορπισμού του νου, είναι ο σκοπός των κείμενων- καμουφλαρισμένα διηγήματα τα αποκαλεί ο ίδιος- και είναι μια δύσκολη υπόθεση. Το κεντρικό τους νόημα δεν έχει σημασία αν βασίζεται σε αληθινά κείμενα, ταινίες ή περιστατικά. Μπορεί να αναφέρεται στον Κάφκα, στον Άμλετ και τον David Cronenberg με τον ίδιο σεβασμό και τάση στοχασμού. Ωστόσο, αυτό είναι μόνο μια λεπτομέρεια, η βάση ενός κλίματος που πολύ γρήγορα αποκτά δική του βούληση και τείνει να πνίξει τα δοκάρια που το συγκρατούν, να τα αφαιμάξει, να πάρει τα θρεπτικά τους υγρά και να προχωρήσει προς έναν δικό του, ολότελα διαφορετικό δρόμο. Δύσκολο δρόμο, μα δικό του. Γι’ αυτό οι Σελίδες έρχονται από το πουθενά, καταλήγουν όμως κάπου. Ίσως όχι εκεί που θα μπορούσαν, αλλά σίγουρα εκεί που χρειάζονται.
Και συχνά αυτό είναι κάτι δύσκολο. Ούτε τα θέματα που μεταχειρίζεται ο Μποζινάκης είναι εύκολα, ούτε η γλώσσα του. Συχνά ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με μια αηδιαστική συνθήκη, που συνήθως πηγάζει από την καθημερινότητα που μας έχει επιβάλει η μισθωτή εργασία και η ανοχή σε ανθρώπους που ακμάζουν στην κοπριά της. Ωστόσο εκεί είναι και οι στιγμές που ο Μποζινάκης αναπτύσσει όλη του την σκληρή ευφράδεια με την οποία συνηθίζει να μιλάει στο κοινό των Reflections της Death Disco και πραγματοποιεί και την ουσιαστική τομή: Το Σελίδες από το Πουθενά είναι, παρά τις αναφορές σε ταινίες και έργα μυθοπλασίας, ένα έργο κοινωνικό, με τον άνθρωπο, είτε ως αναγνώστη-υποκείμενο, είτε ως θέμα-αντικείμενο, στην πρώτη γραμμή. Και αυτό καθιστά τις Σελίδες ένα μεγάλο ανάγνωσμα, παρά το μικρό τους μέγεθος, το οποίο βέβαια είναι μόνο επιφανειακό.
Το βιβλίο αυτό προέρχεται από στοχασμούς και ως τέτοιο, γεννά συνεχώς και άλλους σαν τους κυματισμούς σε μια λίμνη που συνεχώς απομακρύνονται, μέσα σε μια ατέρμονη επικοινωνία που ούτε ο αναγνώστης δεν θέλει να τελειώσει.