Η νέα χρονιά είχε ίσως μία από τις καλύτερες τηλεοπτικές αρχές που έχουν γίνει ποτέ και για αυτό φρόντισαν για ακόμα μια φορά οι Βρετανοί. Το 2016 μας φέρνει την επιστροφή μιας από τις καλύτερες σειρές που βγήκαν ποτέ, του Sherlock με τον τεράστιο Benedict Cumberbatch, και μας δίνει και μια πρώτη γεύση του τι θα ακολουθήσει με αυτό το εορταστικό special.Το εν λόγω πρόγραμμα έκανε ρεκόρ τηλεθέασης στη Βρετανία, όπου το είδαν πάνω από 13 εκατομμύρια άνθρωποι και πολλοί από αυτούς σε κινηματογράφους, πράγμα που δεν προκαλεί καμία εντύπωση, καθώς η σειρά έλειπε από τους δέκτες για περίπου 3 χρόνια, δημιουργώντας πολλούς “πεινασμένους” που θα καταβρόχθιζαν οτιδήποτε με το πρόσωπο του Cumberbatch πάνω του! Φυσικά και εμείς ως εθισμένοι το είδαμε με το που βγήκε για να καλμάρουμε κάπως την εξάρτηση. Όμως σαν αυτοτελές επεισόδιο πως τα πήγε το “Τhe Abominable Bride”; Αν απογυμνωθεί από τον μύθο που έκτισε η σειρά, αλλά και η απουσία της, πως είναι σαν επεισόδιο;
Η απάντηση δυστυχώς δεν είναι εξαιρετικό, όπως θα περίμενε κανείς. Mπορεί να είχε πολυδιαφημιστεί και να το περιμέναμε όλοι πως και πως, σίγουρα όμως, όσο ωραίο και να ήταν το να βλέπεις κάτι που αγαπάς να επιστρέφει, η ποιότητα του δεν ήταν αυτό που μας είχε συνηθίσει η σειρά. Είχε πολλά προβλήματα σε τομείς που δεν θα έπρεπε, όπως η σκηνοθεσία και άλλα, ακόμα μεγαλύτερα σε μέρη που μπορούν να καταστρέψουν μια τέτοια σειρά, όπως η πλοκή. Πιο συγκεκριμένα…
H σειρά επιλέγει έναν πιο κλασσικό δρόμο από αυτόν που μας έχει συνηθίσει και τοποθετεί αυτή την περιπέτεια του διάσημου ντετέκτιβ στο φυσικό του περιβάλλον, δηλαδή την Βικτωριανή Αγγλία του 1895. Αυτό θα μπορούσε να γεννήσει κάποιες ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις για μια σειρά που μας έχει συνηθίσει στην σύγχρονη τεχνολογικά εποχή. Προς τιμήν του το επεισόδιο αξιοποιεί κάποιες από αυτές και όχι μόνο το μουστάκι του Martin Freeman. To βασικό όμως θέμα του επεισοδίου όσον αφορά την πλοκή ήταν ότι προσπαθούσε να κάνει πολλά πράγματα μαζί, χωρίς όμως να τα στηρίζει στον βασικό κορμό του, που ήταν, όπως σε όλα τα επεισόδια του Sherlock, μια υπόθεση.
Σε μια βικτωριανή λοιπόν Baker Street, ο Sherlock Ηolmes αναλαμβάνει να λύσει μια υπόθεση για μια νύφη που σηκώνεται από τον τάφο και εκδικείται όσους την αδίκησαν, μια κατάσταση που του θυμίζει μυστήρια από το δικό του παρελθόν, πτώσεις και λάθη…
Η πλοκή εξελίχθηκε σε έναν χαρακτηριστικό μη γραμμικό τρόπο.Υπήρχαν πολλές αποκαλύψεις που δημιουργούσαν με τη σειρά τους άλλες αποκαλύψεις, μέχρι που στο τέλος ο θεατής είχε χαθεί σε έναν κυκεώνα subplots, πολλές από τις οποίες παρουσίαζαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την κεντρική υπόθεση.Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα όταν έγινε και μια προσέγγιση με την κανονική ροή της σειράς, δημιουργώντας μια κατάσταση που θύμιζε Inception ( μια από τις αγαπημένες μορφές αφήγησης του Steven Moffat, δημιουργού της σειράς). Αυτό μετέθεσε το κέντρο βάρους ολόκληρου του επεισοδίου, αφήνοντας έωλο το κοινό και στερώντας από όλο το εγχείρημα έναν κοινό αφηγηματικό άξονα, ο οποίος υποτίθεται πως ήταν η υπόθεση της νύφης. Αυτή, με τη σειρά της, ήταν πολύ κατώτερη των περιστάσεων και των πραγματικών μυστηρίων που μας έχει συνηθίσει η σειρά. Οριακά απογοητευτική, καθώς από την αρχή όχι μόνο δεν παρουσίαζε κάποια ιδιαίτερη δυσκολία, αλλά και όσο περνούσε η ώρα φαινόταν πως ήταν αδύνατον να στηρίξει το βάρος. Το μοναδικό πράγμα που την έσωσε ήταν η ανάμειξη του Μoriarty, με όλες τις ανατροπές και τις εγκεφαλικές μονομαχίες που αυτό συνεπάγεται.
Να σημειωθεί επίσης πως το επεισόδιο διαπνέεται από μια έντονα φεμινιστική διάθεση. Το πνεύμα αυτό διαπότιζε γενικά την σειρά, ποτέ όμως τόσο έντονα . Η διάθεση αυτή είναι πιο παραδοσιακή από όσο χρειάζεται, λιγότερο μάχιμη από ότι ίσως θα θέλαμε, ωστόσο υπάρχει και πρέπει να το αναγνωρίσουμε σε μια σειρά που έχει απήχηση εκατομμυρίων σε όλο τον κόσμο….
Ταυτόχρονα με αυτά, το επεισόδιο μας άφησε μια μεικτή εντύπωση όσον αφορά την σκηνοθεσία του. Ο Douglas Mackinnon (Doctor Who, Gentlemen’s Relish) ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό το μοτίβο που έχει εγκαθιδρύσει η σειρά: Κυριάρχο μέσο έκφρασης ήταν για άλλη μια φορά το μοντάζ και πιο συγκεκριμένα τα fades (in και out), ιδιαίτερα set up πλάνων που μπερδεύουν τον τόπο και τον χρόνο και την ίδια στιγμή τα πρόσωπα. Όλα αυτά ήταν παρόντα και κατάφεραν να θυμίσουν στους fans για πιο λόγο αυτή η σειρά είναι τόσο καλή. Παράλληλα με αυτά όμως υπήρχαν και κάποιοι πειραματισμοί που φάνηκαν κακόγουστοι το λιγότερο… Κάποιες στοιχεία από την σύγχρονη εποχή δεν ταίριαζαν καθόλου στην βικτωριανή εποχή και η μεταφορά τους έγινε πολύ άγαρμπα και αδέξια.Επιπλέον, κάποιες φορές οι εναλλαγές του χρόνου δίνονταν με τρόπο άξεστο και απρόσεκτο, κάτι το οποίο η σειρά, που έχει την φήμη της εμμονής στην λεπτομέρεια δεν μας έχει συνηθίσει καθόλου. Η σκηνοθεσία εν ολίγοις πάσχει και αυτή από τις αδυναμιές της πλοκής. Ακροβατεί, επιδιώκει να καταφέρει πολλά πράγματα ταυτόχρονα, τελικά όμως δεν το καταφέρνει…
Στις ερμηνείες ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Όλο το cast ήταν αψεγάδιαστο. Ο Benedict Cumberbatch (Hobbit, Immitation Game, Black Mass) επιστρέφει στον ρόλο που τον καθιέρωσε και μας δίνει άλλη μια χαρακτηριστική του ερμηνεία. Το ίδιο ισχύει και για τον Martin Freeman (Hobbit, Fargo, The Worlds End) ο οποίος αξιοποίησε τέλεια τον χρόνο και την φήμη που κέρδισε από την σειρά και από ότι φαίνεται κατέκτησε μια ακόμη μεγαλύτερη ερμηνευτική ικανότητα από ότι στην αρχή… Στη σειρά επιστρέφει όπως είδαμε και ο Andrew Scott ( Spectre, Pride) o οποίος καταφέρνει για άλλη μια φορά να μας ταρακουνήσει, παραδίδοντας μια πολυσχιδής ερμηνεία.
Στο ταλέντο και την δυναμική του cast, αλλά και στην αγάπη που τρέφει για αυτούς το κοινό βρίσκονται και όλα τα περισσότερα θετικά πράγματα που μας προσέφερε αυτό το επεισόδιο. H χημεία τους ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής, ήταν υποδειγματική. Οι διάλογοι μεταξύ του πρωταγωνιστικού ντουέτου, οι εξάρσεις, η πλάκα όλα ήταν αυτό που περιμέναμε και αυτό που μας έλειπε ως fans της σειράς. Και οι υπόλοιποι όμως δεν πήγαν πίσω. Ο συνδημιουργός της σειράς Mark Gatiss ( Match Point, Game of Thrones) ήταν για άλλη μια φορά καθηλωτικός στον διπλό ρόλο του Mycroft και προσέφερε όχι μόνο βάθος αλλά και κωμικές στιγμές στην βαθιά προβληματικά σχέση του με τον αδερφό του… Επίσης η Una Stubbs (The Wind in the Willows The Wind in the Willows) ως κυρία Hudson , με τις διαμαρτυρίες της για τις λογοτεχνικές ικανότητες του Watson, προσέφερε την τόσο απαραίτητη οικογενειακή διάσταση στη σειρά.
Τελικά, το “Τhe Abominable Bride” δεν ήταν η επιτυχία που περιμέναμε. Μας άνοιξε όμως τόσο πολύ την όρεξη για νέο Sherlock που ξαναπιάσαμε να βλέπουμε την σειρά μέχρι την πολυπόθητη επιστροφή του Βρετανού ντετέκτιβ στην Baker Street, και μάλλον αυτό ήταν και το ζητούμενο! Οπότε καλώς όρισες 2016, και όσο πάει να καλυτερεύει!!