Δεν είναι εύκολο για κανέναν καλλιτέχνη να αναμετρηθεί με μορφές που έχουν αφήσει τόσο ανεξίτηλα το σημάδι τους στην ποπ κουλτούρα, όσο εκείνη του Κόρτο Μαλτέζε. Ο εμβληματικός ήρωας του Hugo Pratt, έχει αναβιώσει, διάγοντας έναν δεύτερο βίο στα χέρια άλλων δημιουργών, όπως έχει συμβεί και σε άλλους κορυφαίους τίτλους των γαλλοβελγικών κόμικς, περισσότερο (Ο Αστερίξ και ο Υπεριταλικός, Λούκυ Λουκ: Μπελάδες στις φυτείες) ή λιγότερο (Ο Πάπυρος του Καίσαρα, Λούκυ Κίντ: Αταξία και τιμωρία) επιτυχημένα. Η μετα-Pratt εποχή ξεκίνησε με μεγάλες υποσχέσεις, καθώς την αναβίωση του ήρωα ανέλαβε ο Juan Dias Canales, ο ένας εκ των δύο συνδημιουργών του Blacksad, ο οποίος συνέβαλλε στο μύθο του χαρακτήρα (μαζί με τον Rubén Pellejero στο σχέδιο) με τρείς τίτλους αντάξιους της κληρονομιάς του αρχικού του δημιουργού, τα Κάτω από τον Ήλιο του Μεσονυκτίου, Εκουατόρια και Η Μέρα της Ταροβεάν. Πλέον, έφτασε το πλήρωμα του χρόνου ώστε η βαριά κληρονομιά του ήρωα να περάσει σε νέα χέρια και αυτό συνέβη με τον «Μαύρο Ωκεανό» (Ocean Noir), που προέκυψε από ένα νέο δίδυμο, εκείνο των Bastien Vivès (σχέδιο) και Martin Quenehen (σενάριο), το οποίο κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2021 απ’ τις εκδόσεις Casterman, βρέθηκε στις επίσημες επιλογές των βραβείων του φεστιβάλ της Angoulême (χωρίς να καταφέρει όμως να αναδειχθεί πρώτο σε κάποια κατηγορία) και μεταφράστηκε σε αξιοθαύμαστο χρόνο (σχεδόν παράλληλα) στα ελληνικά από την Τατιάνα Ραμπακούλια και τον Γαβριήλ Τομπαλίδη ώστε να κυκλοφορήσει μόλις δύο μήνες αργότερα (τον Νοέμβριο του 2021) και στη χώρα μας από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως.
Η υπόθεση του Μαύρου Ωκεανού βρίσκει τον Κόρτο Μαλτέζε αναμεμειγμένο σε μία περιπέτεια που περιλαμβάνει έναν αρχαίο θησαυρό – σύμβολο του ιαπωνικού θρόνου, μία εθνικιστική σέχτα που σχεδιάζει την επάνοδο ενός φασιστικού καθεστώτος στη σύγχρονη Ιαπωνία, εμπόρους ναρκωτικών και μυστικές υπηρεσίες. Παράλληλα, εκτυλίσσεται και ένα ρομαντικό ειδύλλιο του πρωταγωνιστή με την Φρέγια, μία οικολόγο δημιουργό ντοκιμαντέρ, το οποίο δίνει το δικό του ιδιαίτερο τόνο στην ιστορία.
Οι Quenehen και Vivès επέλεξαν να φέρουν στα μέτρα τους τον χαρακτήρα, να πλάσουν έναν «σύγχρονο» Κόρτο Μαλτέζε, τοποθετώντας τον χρονικά εγγύτερα στη δική τους εποχή. Πιο συγκεκριμένα, η ιστορία Μαύρος Ωκεανός εκτυλίσσεται στις αρχές του 21ου αιώνα, σε μία χρονική περίοδο που σημαδεύτηκε απ’ την τρομοκρατική επίθεση της Αλ Κάιντα στους Δίδυμους Πύργους και τον πόλεμο στο Ιράκ, γεγονότα τα οποία εμφανίζονται στο ιστορικό background του κόμικ. Όπως έχει εξηγήσει ο Quenehen σε κοινή συνέντευξη του δημιουργικού διδύμου, το χρονικό αυτό σημείο δεν το διάλεξαν καθόλου τυχαία. Το θεώρησαν, αντιθέτως, ένα έτος – ορόσημο για τη σύγχρονη παγκόσμια ιστορία, γιατί έμελλε να αποτελέσει την αφετηρία των νέων πολέμων, «του αντι-τρομοκρατικού πολέμου, του πολέμου της πληροφορίας, του οικονομικού και του τεχνολογικού πολέμου». Άραγε πόσο δραματικά επιβεβαιώνεται, ειδικά στις μέρες μας, αυτή τους η επισήμανση…
Πάντως, ενώ επιχείρησαν να οικειοποιηθούν τον χαρακτήρα, έπιασαν το νήμα της βαριάς του κληρονομιάς με έκδηλο σεβασμό στον Hugo Pratt. Στην ίδια συνέντευξη, εξάλλου, ο Quenehen εξηγούσε πως απ’ την πρώτη στιγμή είχαν αντιληφθεί ότι προκειμένου να «επανεφεύρουν» τον Κόρτο Μαλτέζε, έπρεπε «να μπουν στα παπούτσια» του Pratt, εξερευνώντας προσεκτικά τον κόσμο που είχε χτίσει. Ως εκ τούτου, παρά τις επιμέρους αλλαγές (όπως την αντικατάσταση του ναυτικού καπέλου με ένα τζόκεϊ), διατήρησαν την ουσία του χαρακτήρα, εκείνου του αντικομφορμιστή ευγενούς τυχοδιώκτη, του πολυταξιδεμένου ναυτικού και του λυρικού πειρατή.
Στα στοιχεία που παραπέμπουν ευθέως στην κληρονομιά του Pratt, φυσικά συγκαταλέγεται και η συνεργασία των δύο δημιουργών με την Patrizia Zanotti, την συνεργάτιδα του Hugo Pratt, που ανέλαβε τον χρωματισμό των έργων του το 1979, μόλις στα 17 της χρόνια. Έτσι λοιπόν συμφώνησε να χρωματίσει και τις 13 πρώτες σελίδες της νέας περιπέτειας του Κόρτο Μαλτέζε, δημιουργώντας έναν ακόμη στενό σύνδεσμο μεταξύ παρόντος και παρελθόντος του τίτλου. Στις υπόλοιπες σελίδες του έργου, οι δημιουργοί επέλεξαν να διατηρήσουν ασπρόμαυρο το σχέδιο του Bastien Vivès, ίσως ως άλλον έναν φόρο τιμής στον Pratt, αφού μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι με αυτό τον τρόπο αναφέρονται και στις δύο περιόδους των έργων του, στην αρχική τους ασπρόμαυρη εμφάνιση αλλά και στην μετέπειτα έγχρωμη απόδοσή τους δια χειρός Zanotti. Κατά τα άλλα με το σχέδιο του ο Vivès επιχειρεί να επαναπροσεγγίσει το σύμπαν του Κόρτο Μαλτέζε, διατηρώντας την ατμόσφαιρα των αυθεντικών έργων, όμως αποδίδοντας εμφανώς τον χαρακτήρα με το δικό του στυλ, με ένα πιο μοντέρνο ύφος, το οποίο σε κάποια καρέ ίσως μοιάζει περισσότερο ψηφιακό απ’ όσο μάλλον θα θέλαμε. Όμως, σίγουρα το δυνατότερο σημείο του σχεδίου του Vivès είναι οι αναπαραστάσεις των τόπων, των ατμοσφαιρικών πολυσύχναστων πόλεων και των ερημικών νησιών, στα οποία ταξιδεύει ο εμβληματικός του πρωταγωνιστής.
Επιλογικά, κρίνοντας τον τόμο του Μαύρου Ωκεανού σαν σύνολο, δεν τίθεται αμφιβολία ότι πρόκειται για μία πολυτελή έκδοση ενός κόμικ που -λόγω της κληρονομιάς του αλλά και της ποιότητάς του- βρίσκεται ανάμεσα στα πιο πολυσυζητημένα κόμικς της χρονιάς. Είναι σίγουρα πολυτέλεια για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό να πιάνει στα χέρια του μεταφρασμένο στα ελληνικά ένα τέτοιο έργο σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα από την κυκλοφορία του πρωτότυπου στη γαλλική αγορά, μία περίπτωση που δεν είναι μεμονωμένη για τον Μικρό Ήρωα, ο οποίος σε εξίσου γρήγορους ρυθμούς κυκλοφόρησε πρόσφατα και τον πρώτο τόμο της νέας ιστορίας Blacksad. Από την άλλη πάντως, ίσως πρέπει εν είδει αστερίσκου να σημειωθεί η παρατήρηση ότι μάλλον ο εκδοτικός οίκος θα πρέπει να επανεξετάσει το επιπλέον υλικό με το οποίο εμπλουτίζει τις εκδόσεις του, καθώς μερικές φορές αυτό φαίνεται να είναι εφήμερο ή και κάπως τετριμμένο (ειδικά στη σημερινή εποχή που υπάρχει τεράστιος όγκος πληροφοριών στο διαδίκτυο). Αφορμή γι’ αυτό το σχόλιο αποτελεί η συμπερίληψη στον τόμο μίας συνέντευξης της Patrizia Zanotti στον Γαβριήλ Τομπαλίδη, η οποία μάλλον ταιριάζει περισσότερο ως κομμάτι ενός περιοδικού (απ’ τις ίδιες εκδόσεις κυκλοφορεί εξάλλου το Non-stop Comics) ή ακόμα θα μπορούσε να αποτελέσει απλώς μία διαδικτυακή δημοσίευση με το χαρακτήρα του υποστηρικτικού υλικού της έκδοσης, αφού, παρά το ενδιαφέρον της, έχει στοιχεία αρκετά εφήμερα, με χαρακτηριστικότερη την εξαγγελία της δημιουργού για μία μελλοντική έκθεση στην Ελλάδα.