Δυο λόγια για τη συλλογή ιστοριών με τίτλο Οι Τρεις Στοίβες, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Η Άγνωστη Καντάθ.
Ένας μυστηριώδης άνδρας εισβάλλει στο γραφείο ενός εκδοτικού οίκου, προκειμένου να παραλάβει τρεις στοίβες με… κακές ιστορίες· πρόκειται για τις εκδοτικές προτάσεις ατάλαντων συγγραφέων, τις οποίες ο άνδρας συλλέγει φανατικά. Έτσι ξεκινούν οι Τρεις Στοίβες, μια συλλογή διηγημάτων από τρεις πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς (Βαγγέλης Δικόπουλος, Χρήστος Παυλής, Ιάκωβος Δεσποτίδης). Ο αναγνώστης διαβάζει τα ευσύνοπτα διηγήματα, και στη συνέχεια τον περιμένει μια έκπληξη: η ιστορία με τον άνδρα που συλλέγει τα γραπτά συνεχίζεται, καθώς μαθαίνουμε πως αυτός, με τη σειρά του, αφήνει τα κείμενα σε τρεις νεαρούς συγκάτοικους, που φέρουν τα ονόματα των συγγραφέων του βιβλίου.
Οι ιστορίες της συλλογής έχουν στοιχεία που παραπέμπουν στα είδη της επιστημονικής φαντασίας, της δυστοπικής λογοτεχνίας, κλπ. Σχεδόν κάθε μια κρύβει μια ανατροπή λίγο πριν από το τέλος της. Το πρώτο μικροδιήγημα, μια ιστορία που θυμίζει σενάριο επεισοδίου του Black Mirror, παρουσιάζει μια διαμάχη μεταξύ κάποιων βουλευτών, η έκβαση της οποίας αποφασίζεται από το κοινό που παρακολουθεί τον τσακωμό του κοινοβουλίου από την τηλεόραση και ύστερα ψηφίζει. Άλλες ιστορίες φλερτάρουν με το είδος του τρόμου. Το Κάλεσμα του Κυρίου Πέτρου εκτυλίσσεται σε ένα αδιευκρίνιστο νησί και υιοθετεί στοιχεία από τη μυθολογία του Lovecraft – άλλωστε, ο τίτλος προφανώς αποτίνει φόρο τιμής στο γνωστότερο διήγημα του συγγραφέα, με τίτλο Το Kάλεσμα του Κθούλου.
Στο βιβλίο υπάρχει έντονο το παρωδιακό στοιχείο και η αυτοαναφορικότητα. Στο τέλος, τα μικροδιηγήματα συνδέονται μεταξύ τους, κατά κάποιον τρόπο, χάρη στο εύρημα με τον συλλέκτη και τους νεαρούς. Έτσι, όλο το βιβλίο καταλήγει να είναι μια ενιαία ιστορία, επηρεασμένη από τις μυθοπλασίες των pulp αμερικανικών περιοδικών που μεσουρανούσαν στα ‘30s και στα ‘40s, η κληρονομιά των οποίων διασώζεται, ως έναν βαθμό, χάρη στη σημερινή ομογενοποιημένη κουλτούρα.
Η ανθολογία είναι γραμμένη με μεράκι και κέφι. Ορισμένες ιστορίες «λειτουργούν» περισσότερο από κάποιες άλλες, μα όλες λίγο πολύ κινούνται στο ίδιο επίπεδο, και έτσι, παρότι προέρχονται από τρεις διαφορετικούς ανθρώπους, υπάρχει μια ομοιογένεια στο ύφος. Το χιούμορ, ο μεταμοντέρνος αυτοσαρκασμός και οι επιρροές από την ποπ κουλτούρα, χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γενιάς των συγγραφέων, ξεχωρίζουν. Αντίστοιχα, η σύνδεση των ιστοριών στο τέλος είναι μια φιλόδοξη κίνηση.
Οι Τρεις Στοίβες κρύβουν ορισμένες απολαυστικές ιστορίες, που όλες απευθύνονται στο αναγνωστικό κοινό που αγαπά την pulp μυθοπλασία.