Deadpool 2- Μεγαλύτερος, ωριμότερος και καθόλου όπως πρέπει

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 6 Λεπτά Ανάγνωσης

Το πρώτο Deadpool θα μείνει στην ιστορία ως η ολοκλήρωση ενός ονείρου χρόνων για τους συντελεστές και τους fans του. Μια απίστευτα ενεργητική ταινία που κατάφερε και αποτέλεσε μία από τις καλύτερες ταινίες του  υπερηρωικού είδους και την ίδια στιγμή την καλύτερη (αύτο)παρωδία που θα μπορούσε να γίνει. Ήταν μια απόλυτα μέτα ταινία, από την δομή της μέχρι την υποκριτική και (όχι όσο θα θέλαμε) τη σκηνοθεσία, η οποία κατάφερε και μας έδωσε έναν χαρακτήρα βγαλμένο μέσα από τις σελίδες του κόμικ, διατηρώντας αψεγάδιαστο το πνεύμα του.

Τι γίνεται όμως όταν πρέπει να κάνεις sequel μιας τέτοιας ταινίας;

Για να είμαστε ειλικρινείς, ίσως και να μην χρειαζόταν (άσχετο το πόσο το θέλαμε). Το πρώτο Deadpool είπε αυτό που ήθελε και υπήρχε φόβος πως αν υπάρξει συνέχεια η παρωδία του Merc With a Mouth ίσως κούραζε. Επιπλέον, ήταν, και παραμένει, πολύ δύσκολο ένα τέτοιο χιούμορ, βαρύ, κάφρικο και gory να μπορέσει να διατηρηθεί στα επίπεδα της πρώτης ταινίας, και, συγχρόνως, να μην γίνεται προσβλητικό ή… μη politically correct (όπως βλακωδώς χρησιμοποείται η έκφραση από ακροδεξιούς).

Οι συντελεστές της ταινίας, κυρίως ο Ryan Reynolds που για άλλη μια φορά κουβαλά στις πλάτες του το project γνώριζαν το ρίσκο. Γνώριζαν όμως και τον χαρακτήρα και ήξερα πως ο Deadpool δεν είχε πει την τελευταία του λέξη.

Έτσι, ο σκηνοθέτης David Leitch (Jonh Wick, Atomic Blonde) μας δίνει μια μεγάλη, χορταστική, πολύ πιο σκοτεινή εκδοχή του χαρακτήρα, που ενώ διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά της πρώτης ταινίας, δεν φοβάται να τα εμβαθύνει, και να τα εμπλουτίσει, τόσο σε επίπεδο χαρακτήρα όσο και κόσμου, αλλά και να πλαισιώσει τον πρωταγωνιστή με άλλους, εξίσου ενδιαφέροντες χαρακτήρες.

Έτσι, το Deadpool 2 αφήνει πίσω του την χαλαρή συνοχή των μερών, με την ελευθερία διασύνδεσης και αποκοπής για ένα σφικτό, πιο παραδοσιακό αλλά και σκοτεινό αποτέλεσμα. Με σαφώς μεγαλύτερη εμπειρία από τον προκάτοχο του, ο David Leitch μας παραδίδει μια ταινία δράσης που λάμπει εξίσου στους σκοτεινούς διαδρόμους και στις μεγάλες λεωφόρους και που δεν ξεχνά να παραδώσει αυτό που έχει την μεγαλύτερη σημασία: την προσοχή στην εσωτερική πάλη και προβληματισμό των χαρακτήρων της.  Έτσι, μπορεί το αποτέλεσμα να μην θυμίζει την γεμάτη σπιρτάδα κίνηση του πρώτου, αλλά διατηρεί την δομή, την συνοχή και τον ρυθμό μιας ταινίας που αναγνωρίζει πως πλέον δεν έχει τίποτα να αποδείξει και που θέλει να γυρίσει την προσοχή στον εαυτό της και τους χαρακτήρες της, οι οποίοι, από ό,τι φαίνεται, θα μας συντροφεύουν για αρκετό διάστημα.

Έτσι λοιπόν γνωρίζουμε την Zazie Beetz (Αtlanta) η οποία αποτελεί μια ιδιαίτερη απόφαση για τον ρόλο της Domino και καταφέρνει και δικαιολογεί την απόφαση με μια εξαιρετική χρήση του physik της αλλά και της αβίαστης παρουσίας στο χώρο, ειδικά δίπλα σε επιβλητικούς χαρακτήρες όπως ο Cable. Επιπλέον η… υπερδύναμη της είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά πράγματα της ταινίας!  Σε κάθε πείπτωση όμως, νικητής των εντυπώσεων φαίνεται, για άλλη μια φορά, ο Josh Brolin (Avengers: Infinity War, Oldboy) όπου μετά την επιβλητική του παρουσία ως Thanos έρχεται αυτή τη φορά στον ρόλο του αντιπάλου/ φίλου (frenemy) του Deadpool. Χωρίς εκπλήξεις, η υποβλητική του υπόσταση και το αγέλαστο παρουσιαστικό του  φαίνεται να είναι αρκετά για ένα no bullshit attitude, απόλυτα αντιδαμετρικό από τον Κόκκινο Κλόουν. Την ίδια στιγμή βέβαια ο Cable δε διστάζει να κάνει αρκετά αστεία, κυρίως με στόχο τον Wade. Η αντίθεση μεταξύ αυτής της ανθρώπινης τάσης και της υπερσοβαρής του φιγούρας τον καθιστά σίγουρα ένα από τα δυνατά χαρτιά της ταινίας.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο Ryan Reynolds δεν κινδυνεύει σύντομα να τον βαρεθούμε ως Deadpool. Μπορεί να πέρασαν δυο χρόνια από την τελευταία φορά που έβαλε την κόκκινη στολή, αλλά φαίνεται σαν να μην την έβγαλε ποτέ.  Είναι ο ρόλος που μόνο αυτός μπορεί να υποδυθεί, ο δικός του Wolverine. Kαι έτσι, αφού έχει πιάσει το πνεύμα, δε διστάζει να πάει την ερμηνεία και τον χαρακτήρα στο επόμενα στάδιο, εξερευνόντας μερικές από τις πιο σκοτεινές πτυχές του χαρακτήρα, αφήνοντας την ασφάλεια των…σπασμένων (4ων) τοίχων και της δολοφονικής μανίας. Deadpool is back and this time is (even more) personal. Επιπλέον, το χιούμορ του Merc παραμένει οξύ, σκωπτικό, γεμάτο pop culture αναφορές και… αξιοθαύμαστα ευαίσθητο. Για τους οπαδούς του 4chan, της alt-right και του ρατσιμού, ένα τεράστιο κωλοδάχτυλο υψώνεται (και) από αυτή τη μεριά.

Στο αρνητικό κομμάτι, αυτή η στροφή προς την συνοχή φαίνεται πως αφήνει, αναγκαστικά, ανεκμετάλλευτα πολλά στοιχεία της άναρχης προσωπικότητας του Deadpool, τα οποία αποτελούν κορυφαία δείγματα μετακινηματογράφου, αυτής της λεπτής επίστρωσης φαντασίας στην πραγματικότητα και το αντίθετο. Ανά στιγμές αυτή η μετάβαση αφήνει μια αίσθηση ανεκπλήρωτου, ωστόσο είναι μια συνειδητή επιλογή σκηνοθεσίας

.

Σε κάθε περίπτωση, Deadpool και τα μυαλά στα μπλέντερ. Κυριολεκτικά.

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.