H Μοναξιά της Αβύσσου – Ο θαλάσσιος τρόμος της ελληνικής λαογραφίας

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 5 Λεπτά Ανάγνωσης

Ίσως επειδή έχουμε δει πολλά επιτυχημένα δείγματα τα τελευταία χρόνια, τόσο σε βιβλία όσο και σε graphic novel, συχνά ξεχνάμε ότι είναι γενικά κάτι πολύ δύσκολο να δημιουργηθεί μια πραγματικά ατμοσφαιρική μεταφορά της ελληνικής σύγχρονης λαογραφίας σε κάποιο καλλιτεχνικό μέσο. Ειδικά όταν η εκδοχή του μύθου που επιλέγεται είναι είτε «λειψή» (δεν αφορά δηλαδή κάποια ολοκληρωμένη ιστορία ή έστω γεγονός, παρά κάποιο επαναλαμβανόμενο μοτίβο) είτε πολύ απλά έχει υποστεί τόση χρήση, προφορική και γραπτή που έχει «ξεφτίσει», έχει αποκοπεί δηλαδή από την αρχαϊκή του ταυτότητα και ρίζα και πλέον θεωρείται περισσότερο μια γραφικότητα παρά κάποια ουσιαστική ιστορία που χρήζει μεταφοράς ή διατήρησης.  

Ο μύθος της γοργόνας που είναι αδερφής του Μέγα Αλέξανδρου και ρωτάει τους ναυτικούς αν ζει ή όχι ανήκει δυστυχώς στη δεύτερη κατηγορία. Έτσι, η δουλειά της μεταφοράς του σε ένα graphic novel από τους Δημήτρη Βανέλλη (σενάριο) Νικόλα Κούρτη (σχέδιο) στο Η Μοναξιά της Αβύσσου (εκδόσεις Jemma Press) γίνεται πολύ δύσκολη και θολή, όπως και ο βυθός που παρασέρνει τους ναυτικούς η γοργόνα.

Αρχικά το σενάριο του έμπειρου και πολύπειρου Βανέλλη, μην έχοντας πολλά στοιχεία για να δουλέψει, μπορεί να χαρακτηριστεί βεβιασμένο και με αρκετά λογικά κενά. Την ίδια στιγμή η γλώσσα του είναι ίσως κάπως πιο ξύλινη και επιτηδευμένη από όσο θα ταίριαζε σε μια τέτοια ιστορία και δεν καταφέρνει να αποδώσει ούτε την ατμόσφαιρα μιας θαλασσινής περιπέτειας του πρώτου (πάρα πολύ σύντομου) μέρους ούτε το βάθος και το σκοτάδι της υπαρξιακής καταβύθισης του δεύτερου μέρους. Παράλληλα, το μέγεθος του έργου δεν τον βοηθά να κρατήσει μια ισορροπία ρυθμού της εξέλιξης των χαρακτήρων του, ούτε του (ανώνυμου) αφηγητή ούτε της γοργόνας που αποτελεί και το βασικό πρόσωπο της ιστορίας, τόσο ως θύτης όσο και θύμα του χρόνου και της κατάρας της.

Από την άλλη ο Κούρτης αναλαμβάνει να καλύψει αυτή την ένδεια γεγονότων με το φωτορεαλιστικό  και μαγευτικά λεπτομερές σχέδιό του. Έτσι έχουμε μια εκπληκτική δουλειά, όπου ο ακαθόριστος αριθμός των πάνελ, άρα και ο ρυθμός της ιστορίας, δίνουν ένα ολοζώντανο και παλλόμενο αποτέλεσμα, το οποίο καταφέρνει και ενσταλάζει στον αναγνώστη τόσο τη σκοτεινή απεραντοσύνη του βυθού όσο και το βάθος της απόγνωσης των χαρακτήρων. Η επιλογή των χρωμάτων, μια ρευστή αλλά ξεκάθαρα σκούρα και θαλάσσια παλέτα με την οποία ο Κούρτης απεικονίζει τόσο τον άχρονο βυθό όσο και εκλάμψεις της ζωής πριν το σκοτάδι της θάλασσας τυλίξει τα δύο πρόσωπα.

Το πρόσωπο της γοργόνας είναι στο επίκεντρο της προσοχής και των δύο. Έτσι βλέπουμε ουσιαστικά ένα πλάσμα που ισορροπεί μεταξύ της πρωτόγονης δύναμης και της ανθρώπινης ευθραυστότητας. Ένα πρόσωπο που καταλήγει να κρύβεται πίσω από την ίδια του τη ρώμη και την αρχέγονη ιδιότητα του τέρατος για να κρύψει τον πολύ ανθρώπινο πόνο της. Αυτός ο δυισμός είναι που κρατά τελικά τη γοργόνα στη συλλογική μνήμη και την κάνει μια κλασική ιστορία. Βέβαια στην ιστορία του κόμικ η μία ταυτότητα υπερισχύει της άλλης μέσω της γνώσης και της αφήγησης, όπου επέρχεται τελικά και η κάθαρση, η δύσκολη αλλά αναγκαία απελευθέρωση από τα ψέμματα που λέμε πολλές φορές στον εαυτό μας για αντέξουμε τον πόνο. Ανάμεσα σε αυτά, πολλές φορές, είναι και οι μύθοι. Κάπως έτσι λοιπόν βλέπουμε μια βεβιασμένη αλλά ξεκάθαρη αλληγορία του πώς η εποχή των θρύλων κλείνει οριστικά και αμετάκλητα με την έλευση της (σύγχρονης) πληροφορίας.

Το H Μοναξιά της Αβύσσου σε κάθε περίπτωση αποτελεί μια ιδιαίτερη δουλειά και θα θέλαμε να βλέπουμε περισσότερα ελληνικά κόμικ να τολμούν να πουν τις δικές τους ιστορίες και να μεταπλάθουν τα υλικά του παρελθόντος σε κάτι το πραγματικά σύγχρονο και φρέσκο.

Η Μοναξιά της Αβύσσου βραβεύτηκε στις κατηγορίες Καλύτερο Διασκευασμένο Σενάριο και Καλύτερο Εξώφυλλο των ΕΒΚ 2023

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.