Hard Rock vol. 2 #2 – Όλα όσα ήθελες να μάθεις για την ελληνική κόμικ σκηνή (και ντρεπόσουν να ρωτήσεις)

Μάνος Βασιλείου - Αρώνης Από Μάνος Βασιλείου - Αρώνης 7 Λεπτά Ανάγνωσης

Ο Tasmar (Τάσος Μαραγκός) συνεχίζει ασταμάτητα να γράφει ιστορίες για το Hard Rock, μία απ’ τις μακροβιότερες πλέον και πιο δημοφιλείς ελληνικές σειρές κόμικ, η οποία ξανακέντρισε το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού πριν 2 χρόνια που τυπώθηκε ο συγκεντρωτικός τόμος όλων των μέχρι τότε ιστοριών, ο οποίος μάλιστα εξάντλησε γρήγορα την πρώτη του έκδοση. Βέβαια ο Tasmar δεν αρκείται στο να γράφει τις ιστορίες του Μάρκου -οι οποίες ομολογουμένως έχουν το δικό τους πιστό κοινό- αλλά παράλληλα τον βρίσκουμε κατά καιρούς και σε άλλα projects, κάποια απ’ τα οποία μάλιστα είναι απ’ τις πιο πολιτικές προσπάθειες της εγχώριας παραγωγής κόμικ. Έτσι τον συναντήσαμε πρόσφατα ανάμεσα στους καλλιτέχνες της μεγάλης αντιφασιστικής έκθεσης – πρωτοβουλίας «Βαλ’ τους Χ» αλλά και στο αντιφασιστικό «Ένα Γλυκό Ξημέρωμα» που κι αυτό πρόσφατα μετατράπηκε από έκθεση κόμικ σε έκδοση.

Στο νέο τεύχος του Hard Rock, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα απ’ τις εκδόσεις Jemma Press, o Tasmar κάνει μία παρένθεση στην ιστορία του Μάρκου η οποία έχει μπει πλέον στη νέα εποχή της. Πάμε σε ένα σύντομο recap: ο Μάρκος έχει ξεφύγει απ’ τη Σύρο (το νησί που μεγάλωσε) κι απ’ την σχολική και οικογενειακή πίεση που βίωσε εκεί. Μένοντας πλέον στην Αθήνα έχει έρθει η ώρα να ζήσει την ελευθερία της ενηλικίωσης και να αφιερώσει χρόνο στον εαυτό του, στους φίλους του και στις ερωτικές του περιπέτειες. Κάπως έτσι γνώρισε τη Στέλλα μία δημιουργό κόμικ στο backstory της οποίας επικεντρώνεται το νέο τεύχος.

Η Στέλλα είναι η αφορμή για να μιλήσει ο Tasmar για την ελληνική κόμικ σκηνή, για τα καλά της και για τα κακά της. Ουσιαστικά το τεύχος αποτελεί ένα προσωπικό σχόλιο του δημιουργού του για την εγχώρια κόμικ παραγωγή -είχε ήδη κάνει μία εισαγωγή σχετικά με αυτά στο προηγούμενο τεύχος- για όσα αγαπάει σε αυτήν (όντας ενεργό κομμάτι της) αλλά και για όσα τον ξενερώνουν. Βέβαια η ιστορία του τεύχους χρονικά τοποθετείται στο 2000 οπότε ο Tasmar αρχικά επιδιώκει να μας μεταφέρει σε μία προηγούμενη εποχή της ελληνικής κόμικ σκηνής όπου τότε είχε αρχίσει να κάνει τα πρώτα της σημαντικά βήματα, ενώ δεν υπήρχε κι ακόμη η ευκολία της ψηφιακής παρουσίας των δημιουργών κόμικς στο διαδίκτυο και τα social media όπως υπάρχει σήμερα. Όμως μέσα από αυτό το τρικ ο Tasmar μιλάει παράλληλα και για το παρελθόν και για το παρόν της εγχώριας κόμικ σκηνής.

Η ιστορία εκτυλίσσεται παράλληλα με ένα φεστιβάλ κόμικ. Αυτό αμέσως μας δείχνει τη σημασία που έχουν για τους δημιουργούς κόμικ αυτά τα φεστιβάλ. Είναι η καλύτερη ευκαιρία για τους δημιουργούς να εκθέσουν τα έργα τους στο κοινό, να έρθουν σε επαφή με τους αναγνώστες αλλά και με τους συναδέλφους τους (κάνουν κάποιοι από αυτούς guest εμφανίσεις με signings) και φυσικά να πουλήσουν τα κόμικς και τις λοιπές δημιουργίες τους. Και είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια στήνονται όλο και περισσότερα φεστιβάλ κόμικς (πλέον και σε άλλες περιοχές εκτός της Αθήνας) και ότι υπάρχει μεγάλη ανταπόκριση του κοινού σε αυτά (εξάλλου -μην ξεχνιόμαστε- πλησιάζει και το φεστιβάλ Comicdom-Con Athens που κλασσικά βουλιάζει κάθε χρόνο από κόσμο).

Όμως η εγχώρια παραγωγή κόμικς -όσο κι αν αγαπάμε να διαβάζουμε τα δημιουργήματά της- έχει και τα προβλήματά της. Εξάλλου εμείς οι αναγνώστες πολλές φορές ξεχνάμε ότι τα κόμικς που για εμάς είναι χόμπι για τους δημιουργούς τους είναι -πέρα από λόξα- και το επάγγελμά τους. Και αυτό πολλές φορές μπορεί να οδηγήσει σε άγχη για να πουλήσουν τα κόμικ τους και να γίνουν γνωστοί, σε ανταγωνισμούς μεταξύ τους ακόμα και σε μικροπρέπειες. Σε όλη αυτή την κατάσταση δεν βοηθάει η εκδοτική πραγματικότητα η οποία δεν μπορεί να στηρίξει στον αναγκαίο βαθμό την δουλειά των δημιουργών παρά το πείσμα και το μεράκι κάποιων -ελάχιστων- εκδοτικών που πιστεύουν και επενδύουν στην εγχώρια κόμικ παραγωγή ρισκάροντας πολλές φορές να μπουν και μέσα οικονομικά. Αυτά τα προβλήματα της εκδοτικής παραγωγής τα αναδεικνύει ο Tasmar με τον δικό του τρόπο μέσα απ’ το side story του Ανδρόνικου, ενός πρώην της Στέλλας.

Πάντως παρά τα όποια προβλήματά της, ο Tasmar είναι προφανές ότι τη γουστάρει την ελληνική κόμικ σκηνή και γι’ αυτό αφιερώνει το νέο τεύχος του Hard Rock σε αυτήν. Μπορεί να θέλει να μιλήσει σοβαρά για πλευρές της που του την σπάνε αλλά στην πραγματικότητα θέλει να κάνει και ένα tribute σε έναν χώρο στον οποίο έχει ζήσει πλέον περισσότερο από μία δεκαετία. Και εκτός αυτού το τεύχος είναι αφιερωμένο συνολικότερα στην τέχνη των κόμικς, στα μεγάλα έργα και τους εμβληματικούς χαρακτήρες που μας έχει προσφέρει αυτή. Αυτή τη nerdουλιάρικη πλευρά του κόμικ την εντοπίζουμε ήδη απ’ το εξώφυλλο που η Στέλλα παίρνει μία πόζα που παραπέμπει σε κάτι ανάμεσα σε φεμινιστική αφίσα και σε πορτραίτο του Wolverine, αλλά και στην πρώτη σελίδα που η Στέλλα φοράει το ναυτικό καπέλο του Κόρτο Μαλτέζε. Τέτοιου είδους αναφορές θα εντοπίσει ο προσεκτικός αναγνώστης σε κάθε σελίδα του κόμικ αν σταθεί και παρατηρήσει τις λεπτομέρειες στο φόντο του κάθε καρέ.

Μπορεί να δίνουμε στο νέο τεύχος του Hard Rock το χαρακτηρισμό της «παρένθεσης» όμως ίσως αυτό να το αδικεί λίγο. Ως παρένθεση -ή αλλιώς ως ένα side story- μπορεί να νοηθεί επειδή ο Tasmar επιλέγει να μιλήσει διεξοδικότερα για την εγχώρια κόμικ σκηνή βάζοντας στο τιμόνι της ιστορίας την Στέλλα. Όμως παρ’ όλα αυτά το κόμικ διατηρεί όλα τα στοιχεία που αγαπάμε στις ιστορίες του Hard Rock. Και ειδικά για τους φανατικούς αναγνώστες της σειράς η τελευταία σελίδα του τεύχους δίνει μεγάλες υποσχέσεις για τις επόμενες ιστορίες αφού μας προετοιμάζει για μία μεγάλη επιστροφή

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε το 1993, δηλαδή ήταν 6 χρονών όταν είδε πρώτη φορά το Star Wars. Κάπου στο Λύκειο κατέληξε ότι η αλήθεια βρίσκεται στον Sheldon και από τότε προσπαθεί να ανακαλύψει τον κόσμο των nerds και των superheroes, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Αγαπημένο του χρώμα το κόκκινο: στις σημαίες, στον Flash, στον Deadpool, ενώ στις μπλούζες το προτιμά με λευκές λωρίδες. Τελευταία το παίζει και δικηγόρος, χωρίς καμία επιτυχία.