«Η Νιμόνα είναι μια παρορμητική νεαρή shapeshifter με πάθος για την αχρειότητα. Ο Λόρδος Μπλακχαρτ Μπάλλιστερ είναι ένας κακός που έχει στήσει προσωπική βεντέτα. Μαζί, ως κακός και τσιράκι, η Νιμόνα και ο Μπάλλιστερ είναι έτοιμοι να κάνουν χαμό. Η αποστολή τους: Ο Σερ Αμβρόσιος Γκόλντενλοϊν και τα φιλαράκια του στο Ινστιτούτο Επιβολής Νόμου και Ηρωισμού που στην πραγματικότητα δεν είναι οι ήρωες που όλοι νομίζουν πως είναι. Έχθρες! Δράκοι! Επιστήμη! Συμβολισμός!»
Αυτά γράφει το οπισθόφυλλο του βιβλίου που με έκαναν να αγοράσω το κόμικ χωρίς δεύτερη σκέψη. Και με αφορμή προηγούμενο άρθρο του Smassing Culture για την Νάνσι, είπα κι εγώ να γράψω για μια ιστορία μεσαιωνικής φαντασίας διαφορετική από όλες τις άλλες.
Η συγγραφέας και εικονογράφος, Noelle Stevenson έχει εμπειρία από εφηβική λογοτεχνία. Όντας σχεδιάστρια του εξωφύλλου του Fangirl, της Rainbow Rowell, και μετά την ολοκλήρωση της σειράς διαδικτυακών κόμικ «Lumberjanes», που δημιουργεί μαζί με άλλες τέσσερις γυναίκες, κάνει το σόλο ντεμπούτο της με τη συγγραφή και την εικονογράφηση της Νιμόνα.
Το εν λόγω graphic novel κυκλοφορεί σε μια περίοδο που έχουμε καταιγισμό έργων φαντασίας. Η nerd κουλτούρα, με ένα διάλειμμα 20 χρόνων, ξαναγίνεται mainstream και οι οποιεσδήποτε προσπάθειες για πρωτοτυπία στο είδος πέφτουν στα τετριμμένα. Παρά τον απλό τρόπο γραφής και σχεδίασης, η Νιμόνα
ξεχωρίζει γιατί κάνει το εντελώς απρόβλεπτο. Η Stevenson, στηριζόμενη στην ανατροπή του προσδοκώμενου, αποδημεί κάθε πτυχή του κλασικού high fantasy genre, ισοπεδώνει τα κλισέ και μας παραδίδει την πιο meta αλλά και ταυτόχρονα αναζωογονητική ιστορία, την οποία αν δεν διαβάζαμε δεν θα ξέραμε πως τη χρειαζόμασταν.
Η διάθεση της Stevenson να κάνει το άλμα στις ιστορίες φαντασίας είναι εμφανής ήδη από τα πρώτα κεφάλαια. Η πρωταγωνίστρια σκιτσογραφείται με καμπύλες, κοντή με κοντά κόκκινα μαλλιά εν μέρει ξυρισμένα και πίρσινγκ. Εμφανίζεται στο Λόρδο Μπάλλιστερ με σκοπό να γίνει το τσιράκι του και όταν αυτός διστάζει, η Νιμόνα μεταμορφώνεται σε καρχαρία με στήθος και τον μεταπείθει. Ο τρόπος που σχεδιάζει η συγγραφέας είναι ξεχωριστός και σίγουρα υπογραμμίζει το χιούμορ του βιβλίου και το μήνυμα που θέλει να περάσει. Ο Μπλακχαρτ δεν είναι απλά ο αρχέτυπος villain με τα μαύρα μαλλιά, το μυτερό μούσι και το τραγικό backstory προδοσίας από τον καλύτερό του φίλο. Η νέμεση του, ο Σερ Αμβρόσιος Γκόλντενλοϊν και η ξανθιά του χαίτη, όπως προδίδει και το όνομά του, αναμφίβολα αποτελούν μέρος φαντασιώσεων πολλών πριγκιπισσών στο βασίλειο.
Εντούτοις, δεν είναι τα πάντα ξεκάθαρα εξαρχής. Ένα παράδοξο που απαντάται στην Νιμόνα είναι πως, σε αντίθεση με τα κοινότυπα βιβλία φαντασίας, οι χαρακτήρες προχωρούν την πλοκή. Για παράδειγμα, γρήγορα μαθαίνουμε πως ο Μπλάκχαρτ είναι ο καλός της ιστορίας και ο Αμβρόσιος ο κακός. Ο πρώτος υπακούει σε κανόνες για το πως να είναι κακός και όταν η Νιμόνα προτείνει άναρχη επίθεση, αμέσως απορρίπτει την πρότασή της. Η Stevenson υφαίνει την ιστορία της και σταδιακά αποκαλύπτει την αμφίβολη ηθική πυξίδα των τριών ηρώων της, κρατώντας μας σε αγωνία για την επόμενη κίνηση του καθενός, κάνοντας μας να προσπαθούμε να προβλέψουμε τη συνέχεια. Εμπλέκει περίτεχνα τον αναγνώστη στο εγχείρημά της να ανατρέψει το προσδοκώμενο, με αποτέλεσμα να μην ξέρει με ποια πλευρά να ταχθεί. Είναι άξιος συγχώρεσης ο Σερ Αμβρόσιος για τα λάθη του παρελθόντος; Μήπως είναι καιρός ο Λόρδος Μπλάκχαρτ να αφήσει το κυνικό του προσωπείο στην άκρη, να συμφιλιωθεί με τα περασμένα και να προχωρήσει στη ζωή του αντί να θέτει σε εφαρμογή περίτεχνα σχέδια εκδίκησης; Από που έρχεται η Νιμόνα; Ποια είναι τα κίνητρά της και πώς απέκτησε την ιδιότητα να μεταμορφώνεται κατά το δοκούν; Μήπως ο αυθορμητισμός της και η τάση της για λάθη που ριψοκινδυνεύουν την έκβαση του σχεδίου του Μπάλλιστερ είναι εσκεμμένος;
Σε κάθε περίπτωση, η Νιμόνα δεν παύει να είναι μια κωμική ιστορία. Το πολυεπίπεδο της αφήγησης δεν αποσπά από το meta χιούμορ, αλλά αντιθέτως προσθέτει και κάνει εμφανέστερες εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις και τα βαθύτερα νοήματα της ιστορίας. Πρόκειται για άλλον έναν τρόπο με τον οποίο η εν λόγω νουβέλα είναι ανατρεπτική. Γρήγορα ο αναγνώστης καταλαβαίνει πως θα χρειαστεί και δεύτερη ανάγνωση προκειμένου να εντοπίσει τα Easter eggs που εν αγνοία του παρέλειψε την πρώτη φορά.
Επιπρόσθετα, ο κόσμος της Νιμόνα μοιάζει αρκετά με τον στερεότυπο μεσαιωνικό κόσμο όπως τον έχουμε συνηθίσει στο Dungeons and Dragons. Όλοι είναι ενδεδυμένοι όπως στους Σκοτεινούς Χρόνους, υπάρχει μαγεία, χρησιμοποιούν ξίφη και πηγαίνουν σε παζάρια. Ταυτόχρονα, παραγγέλνουν πίτσα όταν δεν υπάρχει φαγητό στο ψυγείο τους και ενημερώνονται για τις εξελίξεις παρακολουθώντας το κανάλι των ειδήσεων και παίζουν Μονόπολη. Ο υβριδικός αυτός κόσμος που έπλασε η συγγραφέας, σε πρώτο πλάνο, αποτελεί κωμικό στοιχείο. Όσο πλησιάζουμε προς την κλιμάκωση της πλοκής και η ιστορία αποκτά ουσιαστικά σοβαρό ύφος, γίνεται εμφανής η παρουσία όπλων, πυρηνικών και πολιτικής προπαγάνδας. Βρισκόμαστε πλέον αντιμέτωποι με το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα του βασιλείου βασισμένο στο στρατό, που σιωπάει τους πολίτες και περιορίζει τους κακούς στο ρόλο που πολλές φορές με τη βία τους έχει ανατεθεί. Είναι κατά κάποιο τρόπο, μέρος του σατανικού σχεδίου της ίδιας της Stevenson να μας παρασύρει σε μια φαινομενικά ανάλαφρη ιστορία με το ατίθασο κοριτσάκι, τον σαρκαστικό κακό και τον πανέμορφο ιππότη, ώστε εν τέλει να μας φέρει αντιμέτωπους με ένα παιχνίδι πιθανοτήτων, όπου ακόμα αμφιβάλλουμε για το επιθυμητό τέλος λόγω συναισθηματικής επένδυσης, με σκοπό να κάνει ένα σχολιασμό και να περάσει ένα μήνυμα μέσω του βιβλίου της. Είναι έξυπνο το κόλπο της στο τέλος πλέον της ιστορίας να παραλληλίσει το τέρας που απειλεί την πόλη με πραγματικές καταστροφές. Εν τέλει, η συγγραφέας δείχνει στοργή προς όσους ταυτίζονται με την Νιμόνα: αισιόδοξοι, αυθόρμητοι, ίσως λίγο εξαγριωμένοι στις κακές μέρες, σίγουρα πάντως οι ίδιοι υπεύθυνοι για το πεπρωμένο τους.
Εν κατακλείδι, η Νιμόνα δεν αποτελεί απλώς ένα βιβλίο που θα κάνει δημιουργικό ένα μελαγχολικό απόγευμα. Πολύ περισσότερο, αναγεννά ένα είδος λογοτεχνίας στο οποίο, αν και είναι αρκετά παραγωγικό, δύσκολα βρίσκεις διαμάντια. Η πρωτοτυπία και ο ανατρεπτικός της χαρακτήρας σίγουρα ανέβασε τον πήχη για τα επόμενα βιβλία φαντασίας.
Σίγουρα άμα είχαμε διαβάσει την ιστορία της κοκκινομάλλας αντιηρωίδας όντας παιδιά, η αντίληψη μας για τον κόσμο θα απείχε παρασάγγας από την τωρινή. Η ιστορία, όπως και η πρωταγωνίστρια, αποτελούν αδιάσειστη απόδειξη πως τα φαινόμενα απατούν. Δεν θα έπρεπε να εκπλησσόμαστε όμως πως δεν πρόκειται για μια τυπική μεσαιωνική ιστορία δράσης.
Μαίρη Μαυρομάτη