Η αλήθεια είναι ότι το κόνσεπτ της κούκλας serial killer έχει κουράσει. Προ πολλού. Η εικόνα, δε, του Chucky να σπέρνει το τρόμο, βρίζοντας έχει καταστεί τόσο cult και παράλληλα παρωχημένη, που ακόμα και το ίδιο το Child’s Play, η αρχή των πάντων, δεν μοιάζει παρά μια σκιά του εαυτού του (sic), αφού γέννησε μια ολόκληρη σειρά πανομοιότυπων, όχι και τόσο πετυχημένων franchise ταινιών. Εκεί, λοιπόν, που είχα, ωραία και καλά, δηλώσει ότι “ως εδώ με αυτή την εφημερίδα” εμφανίστηκε στις προτάσεις του Netflix η ταινία “Robert the Doll”, αντικρίζοντας για ακόμα μια φορά το setting τρομακτική -κούκλα -με -μαχαίρι/μπαλτά. Για να μην τα πολυλογώ, έπεσα στην παγίδα και το αρθράκι αυτό είναι η 666η διαμαρτυρία μου, διότι η Κούκλα του Σατανά ήταν για ακόμα μια φορά, για κάποιον λόγο, η πρώτη μου επιλογή.
Η ιστορία ακολουθεί την πορεία του Robert, της κούκλας από την οποία εμπνεύστηκαν οι δημιουργοί του Child’ s play. Ειδικότερα, ο Robert ήταν στην πραγματικότητα μια custom- made κούκλα του ζωγράφου Robert Eugene Otto, δώρο μιας υπηρέτριάς του, που, σύμφωνα με φήμες, ασκούσε μαύρη μαγεία και voodoo, προκειμένου να τον εκδικηθεί για την απαράδεκτη, κακοποιητική συμπεριφορά του προς το πρόσωπό της. Σταδιακά ο Otto έγινε τόσο εμμονικός με την κούκλα αυτή, φτάνοντας στο σημείο να την θεωρεί προέκταση του δικού του εαυτού, αποκαλώντας την μάλιστα με το ίδιο του το όνομα. Παράλληλα, για οτιδήποτε συνέβαινε στο σπίτι, ζημιά ή σπάσιμο, πάντα έφταιγε η κούκλα, η οποία, όπως δήλωνε, ανοιγόκλεινε τα μάτια της και γέλαγε κατά τρόπο σατανικό. Οι ενοχές, λοιπόν, του Otto απέναντι στην οικιακή του βοηθό μπορεί να αποτέλεσαν την αιτία της επιδείνωσης της ψυχικής του υγείας, για την παγκόσμια, όμως, pop κουλτούρα αποτέλεσε την βάση μιας σειράς μαρτυρικών ταινιών, που ακροβατούν μεταξύ του horror και του comedy, χωρίς, ωστόσο, να επιτυγχάνουν τίποτα από τα δύο με μεγάλη επιτυχία.
O Robert αποτέλεσε και τη βάση της ταινίας Robert the Doll, η οποία τοποθετείται στη Σοβιετική Ένωση. Occult, ναζιστικός εσωτερισμός και μυστικισμός, νεκρομαντεία και η κακιά ΕΣΣΔ, με όλα τα ψυχροπολεμικά κλισέ που μπορεί κανείς να φανταστεί, αποτελούν λοιπόν το πλαίσιο μέσα στο οποίο ξετυλίγεται η ιστορία. Κύριος πρωταγωνιστής είναι ο Γερμανός δραπέτης -νεκρομάντης, Amos Blackwood, ο οποίος δραπετεύοντας από τη ναζιστική Γερμανία, με ένα μυστηριώδες βιβλίο μαγείας που δίνει ζωή σε αντικείμενα, ανασταίνει τους νεκρούς και χαρίζει αιώνια ζωή, βρίσκει καταφύγιο στην ΕΣΣΔ, όπου πραγματοποιεί παραστάσεις κουκλοθέατρου με τις φρικιαστικές, ζωντανές του κούκλες -δολοφόνους, προκειμένου να επιβιώσει. Η ιστορική συνθήκη, όμως, δεν τον αφήνει να αγιάσει. Ο Στάλιν, ο “Τσάρος” όπως τον αποκαλούν, αργοπεθαίνει και οι Σοβιετικοί ψάχνουν έναν τρόπο να τον κρατήσουν στη ζωή. Ο Blackwood και τα μυστικά του βιβλίου του είναι ακριβώς αυτό που χρειάζονται και έτσι ξεκινάει ένα ανθρωποκυνηγητό, πολύ κακών Σοβιετικών αξιωματικών, με έναν όχι και τόσο κακό αποστάτη Ναζί νεκρομάντη και τις σατανικές του κούκλες, που σπέρνουν κατ’ εντολή του τον θάνατο!
Γίνεται φανερό ότι πρόκειται για μια ακόμα κάκιστη ταινία, με κακιά ρώσικη, ντεμέκ προφορά και ακόμα χειρότερη αντικομμουνιστική προπαγάνδα, που αναρτήθηκε στην πλατφόρμα του Netflix την ίδια περίοδο που λαμβάνει χώρα ένας πόλεμος που ουδεμία σχέση έχει με την ΕΣΣΔ, δημιουργώντας ωστόσο έναν επιπλέον άδικο λόγο να την αντιπαθήσει κανείς λόγω των τελευταίων εξελίξεων και τη μοιραία, παράλογη σύνδεσή της με την Ρωσία του Πούτιν. Παράλληλα, μέσα από τον εξωτισμό που παρέχει στην ταινία το σοβιετικό της περίβλημα, αυτή επιχειρεί να δώσει λίγο ενδιαφέρον στο γνωστό franchise ταινιών. Και η αλήθεια είναι ότι μέχρι ένα σημείο το καταφέρνει μια χαρά, έχοντας πολλές σκηνές δράσης, που θυμίζουν κλασσικές, σκληρές, “αντρικές” ταινίες όπως το Die hard ή το Taken, ατακαδόρικη πλοκή και slasher στιγμές. Για ακόμα μια φορά, ωστόσο, ΚΟΥΡΑΣΕ! Πόσοι ακόμα πρέπει να πεθάνουν από μαχαιράκια βουτύρου για να ικανοποιηθεί η αγορά από αυτή τη θεματική; Πόσες κούκλες του Σατανά θα πρέπει αναστηθούν; Πόσα spells θα πρέπει, τέλος πάντων, να κάνει ο Amos Blackwood προκειμένου να ανέβει level ο απόπατος;
Με άλλα λόγια; “Βατ βοζ ε μπαντ μούβι”!