Το Κόκκινο Δέντρο – Αναζητώντας την Ελπίδα

Μάνος Βασιλείου - Αρώνης Από Μάνος Βασιλείου - Αρώνης 7 Λεπτά Ανάγνωσης

«Μια νέα μέρα ξεκινά κι εσύ δεν έχεις διάθεση για τίποτα»

Μέσα από αυτές τις γραμμές μας ο Shaun Tan μας εισάγει στην ιστορία του Κόκκινου Δέντρου, ενός εικονογραφημένου βιβλίου που διηγείται την ιστορία μίας κοπέλας βυθισμένης στην κατάθλιψη και στην παραίτηση. Γραμμένο το -μακρινό πλέον- 2001, το βιβλίο μοιάζει σαν να γράφτηκε στις μέρες μας, σαν να αφορά την περίοδο του εγκλεισμού λόγω της πανδημίας, την καταστροφή που υπέστη η κοινωνική πλειοψηφία λόγω της υπερ-δεκαετούς -πλέον- οικονομικής κρίσης, τη ματαιότητα που κυριαρχεί όσο βλέπουμε να κηρύσσονται πόλεμοι ή τη φρίκη που προκαλούν τραγωδίες όπως το θανάσιμο δυστύχημα των τρένων στα Τέμπη, που άνοιξε ένα βαθύ συλλογικό τραύμα στην ελληνική κοινωνία τις τελευταίες ημέρς.

Δύο και πλέον δεκαετίες πριν, όταν ο Shaun Tan έκανε τις πρώτες του απόπειρες στο χώρο της εικονογράφησης, μία απ’ τις οποίες ήταν ένα βιβλίο που έμελλε να αποτελέσει απ’ τα σημαντικότερα έργα της καριέρας του, το Κόκκινο Δέντρο. Σκοπός του βιβλίου ήταν να αναμετρηθεί με τους εφιαλτικούς κόσμους της απογοήτευσης, της παραίτησης και της κατάθλιψης. Πρωταγωνίστρια της ιστορίας του είναι μία ανώνυμη κοπέλα που βλέπει τις ημέρες να περνούν, χωρίς να απολαμβάνει τίποτα από αυτές, χωρίς να βρίσκει κάποιο νόημα για να υπάρχει (ανασύροντας στη μνήμη μας τους στίχους από τις Τρύπες για εκείνο το τρένο «που έβλεπε τα άλλα τρένα να περνούν»). Αντιθέτως, η καθημερινότητά της είναι βουτηγμένη στην απελπισία, στον φόβο και στη μοναξιά. Δεν έχει επιλέξει αυτή τη ζωή, όμως δείχνει ανήμπορη να ξεφύγει από αυτήν. Μοιάζει να περιμένει μία αλλαγή που δεν έρχεται, φαίνεται παραιτημένη στην ανημπόρια της, σαν να αναμένει έναν θεό εξ ουρανού που δεν είναι πιθανό να εμφανιστεί. Κι όμως, ενώ σχεδόν τίποτα δεν μας προδιαθέτει γι’ αυτό, στο τέλος θα εμφανιστεί με τη μορφή της Ελπίδας.

Ο Shaun Tan αφιερώνει το βιβλίο του αυτό σε «όλους εμάς που ζούμε για την τελευταία σελίδα αυτού του βιβλίου». Ο δημιουργός αντιλαμβάνεται ότι οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες του βιβλίου του εύκολα θα ταυτιστούν με την αδιέξοδη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η πρωταγωνίστριά του. Στις σύγχρονες σκληρά ατομικιστικές κοινωνίες, όπου τα πάντα ανάγονται στην «ατομική ευθύνη» του καθενός και της καθεμιάς μας, το συναίσθημα της ανημπόριας κυριαρχεί και το τέρας της κατάθλιψης ελλοχεύει παντού. Όμως, γνωρίζοντας ότι πολλοί άνθρωποι, σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες, ακολουθούν τελικά το αντανακλαστικό της παραίτησης, ο Shaun Tan μας καλεί να περιμένουμε, να μην παραδοθούμε, γιατί σκοπός είναι να φτάσουμε στην τελευταία σελίδα, προκειμένου εκεί να ανακαλύψουμε την Ελπίδα, που αρκεί για να μας τραβήξει από τον βούρκο στον οποίο είχαμε μέχρι τότε βυθιστεί!

Η ιστορία του Κόκκινου Δέντρου ξεδιπλώνεται με έναν λιτό τρόπο, σε λίγες σελίδες, με ελάχιστες λέξεις και ανάλογης ποσότητας μονοσέλιδες και δισέλιδες εικόνες. Ο Shaun Tan με αυτό τον τρόπο υιοθέτησε τη φόρμα του παιδικού βιβλίου, προκειμένου όμως να διηγηθεί μία ιστορία που απευθύνεται πρωτίστως στο ενήλικο και όχι στο παιδικό αναγνωστικό κοινό. Στις σελίδες αυτού του βιβλίου ο εικονογράφος πειραματίστηκε με μία τεχνική αφήγησης, στην οποία η ιστορία παίζει δευτερεύοντα ρόλο ή ακόμα μπορεί και να απουσιάζει τελείως. Ο ίδιος έχει παραλληλίσει το Κόκκινο Δέντρο με το βιβλίο The Mysteries of Harris Burdick (1984) του Chris Van Allsburg, το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο τον Shaun Tan «αποτελεί ένα τέλειο χαρακτηριστικό παράδειγμα δημιουργίας αινιγμάτων μέσω λέξεων και εικόνων, το οποίο παρουσιάζει αποσπάσματα άγνωστων ιστοριών, επιτρέποντας στον αναγνώστη να χρησιμοποιήσει απεριόριστα τη φαντασία του. Δεν έχει γραμμική αφήγηση, κάτι για το οποίο ένα εικονογραφημένο βιβλίο είναι ιδανικό, και γι’ αυτό μπορείς να το ανοίξεις σε οποιαδήποτε σελίδα, να πας προς τα πίσω ή προς τα εμπρός και να περάσεις όσο χρόνο θέλεις με κάθε εικόνα». Επηρεασμένος από αυτή την τεχνική, ο Shaun Tan στο Κόκκινο Δέντρο εν μέρει έσπασε κι αυτός τους κανόνες της γραμμικής αφήγησης, δημιουργώντας μία ιστορία που μπορεί να διαβαστεί με κάθε πιθανή σειρά. Εξαίρεσε όμως από αυτή την πειραματική του τεχνική τις πρώτες και τις τελευταίες σελίδες, χτίζοντας ένα κυκλικό σχήμα το οποίο έχει αρχή και τέλος (την έναρξη και τη λήξη της ημέρας), με τη λύτρωση να συνιστά θεμελιώδες στοιχείο του τέλους της (ημιτελούς) αφήγησης.

Η εικονογράφηση του βιβλίου είναι πολυεπίπεδη και φαντασμαγορική. Οι εικόνες του βιβλίου είναι σκοτεινές προκειμένου να δημιουργήσουν την καταθλιπτική ατμόσφαιρα που αποδίδει την ψυχολογία της πρωταγωνίστριάς του. Όμως η χρωματική παλέτα του Shaun Tan δεν περιορίζεται μονάχα στα σκούρα χρώματα. Αντιθέτως, δημιουργεί πολύπλοκες συνθέσεις, με πλήθος τεχνοτροπιών και πολυδιάστατα μηνύματα να συνυπάρχουν εντός τους. Η αντίθεση του κόκκινου με το μαύρο συνιστά θεμελιακό στοιχείο του έργου, το οποίο διαπερνά ολόκληρη την αφήγηση. Όταν στις τελευταίες σελίδες φτάνει στην τελική λύτρωση του εντυπωσιακού Κόκκινου Δέντρου, για την οποία μας είχε προϊδεάσει ήδη απ’ την αφιέρωση ο Σων Ταν, αποκαλύπτεται το τέχνασμα των χρωματικών αντιθέσεων που χρησιμοποιούσε ο δημιουργός απ’ την αρχή του βιβλίου.

Ο Shaun Tan αναγνωρίζεται καθολικά πλέον ως ένας απ’ τους κορυφαίους εικονογράφους των ημερών μας, με πλούσια συμβολή στον εμπλουτισμό των παιδικών και νεανικών αναγνωσμάτων, ενώ επίσης έχει βραβευθεί με το Όσκαρ καλύτερης ταινίας animation για την ταινία του The Lost Thing. Τα τελευταία χρόνια τα έργα του κυκλοφορούν στα ελληνικά σε προσεγμένες εκδόσεις, έστω και με καθυστέρηση αρκετών ετών. Η τελευταία για τα καθ’ ημάς έκδοση των ιστοριών του Shaun Tan ήρθε πριν ένα μήνα σχεδόν και είναι το «Κόκκινο Δέντρο», το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά απ’ τον Νίκο Χατζόπουλο και κυκλοφόρησε σε μία πολυτελή σκληρόδετη έκδοση από τις εκδόσεις Φουρφούρι, οι οποίες είχαν κυκλοφορήσει επίσης πριν ενάμισι χρόνο την αριστουργηματική του Άφιξη. Θα ήταν πολύ σημαντικό για τις ίδιες τις εκδόσεις, αλλά και για το είδος των εικονογραφημένων βιβλίων που μεταφράζονται στα ελληνικά, να συνεχίσουν με την έκδοση και των υπόλοιπων βιβλίων του Shaun Tan.

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε το 1993, δηλαδή ήταν 6 χρονών όταν είδε πρώτη φορά το Star Wars. Κάπου στο Λύκειο κατέληξε ότι η αλήθεια βρίσκεται στον Sheldon και από τότε προσπαθεί να ανακαλύψει τον κόσμο των nerds και των superheroes, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Αγαπημένο του χρώμα το κόκκινο: στις σημαίες, στον Flash, στον Deadpool, ενώ στις μπλούζες το προτιμά με λευκές λωρίδες. Τελευταία το παίζει και δικηγόρος, χωρίς καμία επιτυχία.