«Πώς φαντάζεστε ένα αναψυκτήριο; Πώς φαντάζεστε ένα βαριετέ;»
Με αυτούς τους στίχους μας υποδεχόταν τα τελευταία χρόνια ο Φοίβος Δεληβοριάς στην Ταράτσα του. Στην ανάρπαστη μουσικοθεατρική του παράσταση, έσμιγαν η χιουμοριστική διάθεση με τους πολιτικούς προβληματισμούς του καλλιτέχνη και οι μεγάλες του μουσικές δημιουργίες με τις φωνές των φίλων του, διαλεχτών καλλιτεχνών του ελληνικού πενταγράμμου. Με τη δηλωμένη επιθυμία να αναβιώσει την αισθητική μουσικών σκηνών της παλιάς Αθήνας, ο Δεληβοριάς κάθε βραδιά ξετύλιγε το πολύπλευρο ταλέντο του, εμφανιζόμενος στο κοινό πότε ως παρουσιαστής, πότε ως σεναριογράφος και ηθοποιός και πότε ως ο αγαπημένος τραγουδοποιός με τα πολύπλοκα στιχάκια του. Φυσικά, πέραν των καλεσμένων του, τα μουσικοθεατρικά δρώμενα της Ταράτσας υποστηρίζονταν από τους μόνιμους θαμώνες τους, ένα ευέλικτο σχήμα συνεργατών του Δεληβοριά, όπου ο καθένας έβαζε τη δική του καλλιτεχνική πινελιά: ο Θανάσης Αλευράς με την σφαιρική του θεατρική παιδεία, η Νεφέλη Φασούλη στο τραγούδι, ο Βύρων Θεοδωρόπουλος στα σκετσάκια και στο stand up και τόσοι άλλοι και άλλες. Με ορισμένες -σημαντικές- απουσίες (φέρτε τον Βύρωνα Θεοδωρόπουλο!) και πολλές αξιόλογες νέες προσθήκες, το κρου της Ταράτσας του Φοίβου αποτέλεσε την πρώτη ύλη για την σειρά «Τα Νούμερα», το πρωτότυπο αυτό δημιούργημα του Φοίβου Δεληβοριά, του οποίου το σενάριο συνυπογράφει με τον Σπύρο Κρίμπαλη και σκηνοθετεί ο Γρηγόρης Καραντινάκης. Η άτυπη διαδικτυακή πρεμιέρα της σειράς την Κυριακή στο Ertflix (παρόλο που διήρκεσε λίγες μόνον ώρες) στάθηκε αρκετή ώστε να μας πείσει ότι το επιτελείο του Φοίβου Δεληβοριά έχει στα σκαριά μία απ’ τις ποιοτικότερες παραγωγές της ελληνικής τηλεόρασης των τελευταίων πολλών ετών. Ίσως θα πρέπει να προβληματιστούν οι τηλεοπτικοί παραγωγοί που τόσο τα «Νούμερα», όσο και η έτερη ποιοτική και πρωτότυπη ψυχαγωγική εκπομπή της ΕΡΤ, το «Μουσικό Κουτί», δεν αποτέλεσαν ιδέες των επαγγελματιών της τηλεόρασης, αλλά ανθρώπων της Τέχνης με όραμα ικανό να ανανεώσει την ελληνική τηλεοπτική πραγματικότητα, η οποία κατά τα άλλα δείχνει να αργοπεθαίνει.
Η σειρά δεν μπορεί να ταξινομηθεί αυστηρά σε κάποιο τηλεοπτικό είδος. Αποτελεί ένα μείγμα των ποικίλων πλευρών του χαρακτήρα του Δεληβοριά, έτσι όπως τον γνωρίζουμε μέσα από την τραγουδοποιία του. Όπως το περιέγραψε ο συνδημιουργός της σειράς Σπύρος Κρίμπαλης: «Μουσική κωμωδία; Αισθηματική περιπέτεια; Υπαρξιακό δράμα; Σάτιρα; Παρωδία; Βαριετέ; Βόλτα με κλεμμένο αμάξι; Τα Νούμερα είναι όλα αυτά μαζί. Αλλά ίσως και τίποτα από όλα αυτά». Έτσι η μεσοπολεμική Αθήνα επιβιώνει στα σύγχρονα σοκάκια της Κυψέλης και του ιστορικού κέντρου, η κριτική της βιομηχανίας του θεάματος συνομιλεί με την σάτιρα του ψευτοδιανοουμενισμού, ενώ στο επίκεντρο τοποθετούνται πάντοτε οι καθημερινοί άνθρωποι και οι ιστορίες τους. Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές συναντάμε έναν άεργο 30χρονο κωμικό που ζει ακόμα στο σπίτι της μάνας του, μία 20χρονη που ψάχνει δουλειά ως μπαργούμαν, παρόλο που οι φίλες της πιστεύουν ότι μπορεί να κυνηγήσει το όνειρο του τραγουδιού κι έναν χωρισμένο πατέρα και διάσημο μουσικό, που βρίσκεται όμως σε παρατεταμένη δημιουργική ξηρασία.
Οι συντελεστές της σειράς είναι κατά πλειοψηφία γνώριμοι στους τηλεθεατές, παρόλο που προέρχονται από διαφορετικές καλλιτεχνικές διαδρομές. Ο πολυτάλαντος Θανάσης Αλευράς λάμπει με την παρουσία και το κέφι του κάθε φορά που εμφανίζεται στην οθόνη, κάτι που γνώριζε κάθε επισκέπτης της Ταράτσας του Φοίβου τα τελευταία χρόνια. Ο ρόλος της Άλκηστις Ζιρώς είναι γραμμένος με τέτοιον τρόπο που μπορεί να βρουν στοιχεία του εαυτού τους κάθε νέα και νέος που έχει ενηλικιωθεί στην περίοδο της οικονομικής κρίσης. Στα μουσικά μέρη της σειράς έχει την τύχη να της χαρίζει την ιδιαίτερη φωνή της η Νεφέλη Φασούλη, στενή συνεργάτιδα του Δεληβοριά και ταχύτατα ανερχόμενη στο ελληνικό τραγούδι, την οποία μακάρι να δούμε να εμφανίζεται κι εκείνη στα επόμενα επεισόδια. Ο κωμικός Γιάννης Σαρακατσάνης καταφέρνει να κάνει συμπαθή τον φαντασμένο χαρακτήρα που υποδύεται, ιδίως σε εκείνους που τον παρακολουθούν να αναπτύσσει την βαθιά του καλλιέργεια και τα αναγνωστικά (και όχι μόνο) ενδιαφέροντά του στο εξόχως καλοδουλεμένο κανάλι του στο Youtube. Το καλλιτεχνικό πολυεργαλείο Σπύρος Γραμμένος και ο ανατρεπτικός Ζερόμ Καλουτά σχηματίζουν ένα ξεκαρδιστικό κωμικό δίδυμο που παραπέμπει ευθέως στο αντίστοιχο των Λαζόπουλου και Χαραλαμπόπουλου των Δέκα Μικρών Μήτσων, αποκαθαρμένο όμως από τα στερεότυπα εκείνης της εποχής. Αξίζει να θυμηθούμε ότι ο Σπύρος Γραμμένος με τα «Νούμερα» επιστρέφει στην ΕΡΤ μετά από το «διπλωματικό επεισόδιο» που είχε προκαλέσει το παίξιμο ενός τραγουδιού του στην εκπομπή της Νάντιας Κοντογεώργη, που είχε καταλήξει μέχρι και σε ερώτηση του «ψιθυριστή» υιού Πλεύρη στη Βουλή.
Οι παραπάνω αποτελούν μόνο ένα κομμάτι του πολυπληθούς θίασου της σειράς, τους οποίους νιώθουμε ακόμα πιο οικείους ακούγοντας να τους φωνάζουν με τα πραγματικά μικρά τους ονόματα. Η σκηνοθεσία τους από τον Γρηγόρη Καραντινάκη (too soon το επίθετό του; Θα δείξει…) γίνεται με πολύ κέφι και όρεξη για πειραματισμούς (ποιος δεν εντυπωσιάστηκε απ’ την ερμηνεία του «Μπάσταρδου Γιου»), που μαρτυρούν τη γνώση του μέσου. Πάντως, ήδη απ’ το πρώτο επεισόδιο καθίσταται εμφανές ότι ο Φοίβος Δεληβοριάς έχει διάθεση να καλέσει στα «Νούμερα» πολλούς ακόμα φίλους του, όπως έκανε και ως οικοδεσπότης της Ταράτσας. Ήδη προσέδωσε ένα ιδιαίτερο ερμηνευτικό βάρος στην πρεμιέρα, η guest εμφάνιση του Γιάννη Μπέζου, ενώ τόσο η συμβολή του Λάμπρου Φισφή στο σενάριο του επεισοδίου, όσο και η cliffhanger εμφάνιση της Νατάσας Μποφίλιου, μαρτυρούν ότι η σειρά θα αποτελέσει έναν νέο τόπο συνάντησης ταλαντούχων ανθρώπων που προέρχονται από κάθε γωνία του ενεργού καλλιτεχνικού φάσματος της χώρας.
Συνήθως λέμε ότι δεν μπορούμε να κρίνουμε μία σειρά από το πρώτο επεισόδιο, επηρεασμένοι κυρίως από το αμερικάνικο μοντέλο, όπου το πρώτο επεισόδιο αποτελεί έναν πιλότο με τον οποίο οι δημιουργοί προσπαθούν να πείσουν το εκάστοτε κανάλι και τους παραγωγούς του να χρηματοδοτήσουν τη σειρά. Στα «Νούμερα» όμως τα πράγματα φαίνονται διαφορετικά. Η μείξη ειδών και ιδεών φαίνεται να είναι συστατικό στοιχείο της σειράς, ένα κομμάτι της ίδιας της ταυτότητάς της. Μοιάζει κάθε επεισόδιο να είναι φτιαγμένο με τα ίδια υλικά που χρησιμοποιεί και στη μουσική του ο Δεληβοριάς, σαν να είναι ένα ακόμη τραγούδι από εκείνα τα στιχοκεντρικά, τα γεμάτα διηγήσεις «χωρίς ρεφρέν», στα οποία μιλάει για έρωτες και φιλίες, για τη Φιλοσοφική και για το Παγκράτι, για τις γυναίκες της ζωής του και για τον Φώτη, τον πατέρα του, για τον Αττίκ και για την Ελένη Τοπαλούδη.
Η πλοκή της σειράς τοποθετείται στη σύγχρονη εποχή της ταχύτητας, του άγχους, της κρίσης. Γι’ αυτό και κουβαλάει την ίδια ποικιλία που περιέχει και η κοινωνία στην οποία εκτυλίσσεται η ιστορία της. Η ροή της σειράς δεν είναι μονότονη, όπως και η πραγματική ζωή δεν είναι μονόπλευρη. Άλλοτε έχει δράματα και άγχος και άλλοτε έχει και χαρές και γέλια. Άλλοτε σε τρώει η αγωνία ή η ανυπομονησία για κάτι, ενώ κάποιες άλλες στιγμές θέλεις απλά να βυθιστείς στον καναπέ σου για «να βάλεις Netflix και να πεθάνεις». Μπορεί τη μία μέρα να μην θες να μιλήσεις σε άνθρωπο και την άλλη μέρα να τραγουδάς στη μέση του δρόμου. Και φυσικά η μουσική, ένα τραγούδι στα ακουστικά ή μία βραδιά σε μία μουσική σκηνή είναι ικανή να σου φτιάξει ολόκληρη τη διάθεση, γιατί η μουσική έχει τη δύναμη να σμίγει τους ανθρώπους. Κι αυτό το σμίξιμο είναι και ο σκοπός του αναψυκτήριου του Φοίβου, που τα προηγούμενα χρόνια είχε τη μορφή μίας Ταράτσας και πλέον στεγάζεται σε ένα τηλεοπτικό κανάλι. Κι αν καμιά φορά το κοινό δεν σέβεται τον καλλιτέχνη, που δίνει όλο του το είναι για να το ψυχαγωγήσει, τότε μπορεί εκείνος να αποσυρθεί για λίγη ώρα στο καμαρίνι του και όταν γυρίσει στη σκηνή να πει λόγια σαν κι αυτά:
«Ζητάτε να σας πω,
τον πρώτο μου σκοπό,
τα περασμένα μου γινάτια
ζητάτε «Είδα Μάτια»,
με σκίζετε κομμάτια»