«Ενάντια στην ηλιθιότητα, ακόμα και οι θεοί, αγωνίζονται μάταια».
Με αυτόν τον στίχο του Friedrich Schiller ως έναυσμα, το κλασικό έργο του Isaac Asimov Ακόμα και οι Θεοί (ξανά στα ελληνικά, πλέον από τις εκδόσεις Anubis και σε μετάφραση του Βασίλη Αθανασόπουλου) μας δίνει μια ιστορία επιστημονικής πραγματικότητας, ενδεδυμένης το στοιχείο της φαντασίας. Και είναι πραγματικότητα γιατί το βασικό θέμα του βιβλίου, το πώς δηλαδή οι τεχνολογικές ανακαλύψεις χωρίς κοινωνικό προσανατολισμό όχι μόνο μπορούν να γίνουν ολέθριες αλλά και να επικροτούνται (και επιβάλλονται) ως ΤΙΝΑ (There Is No Alternative) παρά τον καταστροφικό τους χαρακτήρα και παρά τη γνώση για τις βλαπτικές τους συνέπειες. Είναι κάτι που το βλέπουμε εδώ και πολλά χρόνια. Το βλέπουμε με την κλιματική κρίση, το βλέπουμε ακόμα και με τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, μια ενδεχόμενη (αλλά πλέον καθυστερημένη και μάταιη) λύση σε αυτή. Το βλέπουμε με την τεχνητή νοημοσύνη, που αντί να λύνει προβλήματα, χρησιμοποιείται για να ξεφορτωθεί το κεφάλαιο πράγματα που θεωρεί περιττά έξοδα όπως οι… καλλιτέχνες. Γιατί απέναντι στη βλακεία του προσωρινού κέρδους, οι θεοί και ο κόσμος της εργασίας, φαίνεται να μην έχουν ελπίδα συζήτησης.
Επιστρέφοντας στο έργο του Asimov, η πλοκή εξελίσσεται στον 22ο αιώνα, όπου οι άνθρωποι, καταφέρνουν να βρουν μια ανεξάντλητη πηγή ενέργειας, διανοίγοντας τα σύνορα μεταξύ παράλληλων συμπάντων. Η ιστορία διαδραματίζεται σε 3 μέρη, πρώτα το μέρος της ανακάλυψης, μετά, μέσα από μια εξωανθρώπινη και σχεδόν ποιητική ειρωνεία (πράγμα παράξενο για το συνήθως στεγνό και δημοσιογραφικό ύφος του Asimov) το κομμάτι της συνειδητοποίησης (και τελικά, της απορρόφησης των αντιδράσεων) και τέλος, ίσως το πιο ειρωνικό, το κομμάτι της λύσης που έρχεται ξανά μέσα από μια επιστήμη χωρίς κατεύθυνση και κοινωνικό προσανατολισμό. Εδώ η επιστήμη παρουσιάζεται σαν ταχυδακτυλουργικό τρικ, σαν το άτμισμα που χορηγείται ως λύση για το κάπνισμα. Μια νεφέλη…
Μία από τις ιδιαίτερα γοητευτικές αξίες του έργου είναι πως η εργαλειακή χρήση της επιστήμης στον καπιταλισμό δεν περιορίζεται στην ανθρωπότητα. Δε θεωρείται δηλαδή γενετική ανοησία, ούτε επικαλείται μια έωλη «ανθρώπινη φύση». Αντίθετα, δίνεται με λεπτομέρεια το πώς ένα άλλο είδος, εντελώς ξένο με τις ανθρώπινες συνήθειες, κοινωνικές πραγματικότητα, ακόμα και την ανθρώπινη βιολογία, μπορεί να λειτουργήσει με τον ίδιο ληστρικό τρόπο, καταδικάζοντας όσους θεωρεί ότι δεν του χρησιμεύουν για ένα βραχυπρόσθεσμο κέρδος. Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι πως η αντίδραση σε αυτό το σύστημα εκφράζεται ξανά από τη νεολαία, η οποία δεν έχει προλάβει ακόμα να διαφθαρεί πλήρως από την κοινωνική εκμάθηση του συστήματος, από αυτό το άψυχο και σκληρό ΤΙΝΑ. Και μία από τις πιο σκληρές στιγμές του βιβλίου είναι τελικά όταν αυτή η φωνή σιωπά και αφομοιώνεται. Και, κατά μια πολύ κυνική, αλλά πολύ ταιριαστή για τον απογοητευμένο Asimov λογική, μας παρουσιάζεται ότι οι νεαροί επαναστάτες, δοθείσης της ευκαιρίας, γίνονται οι πιο σκληροί εκμεταλλευτές.
Η οπτική του Asimov, παρά την απαισιοδοξία της και την παράλειψη της διεκδίκησης της επιστήμης από την κοινωνία, προκειμένου αυτή να ξεκολλήσει από τα αρπακτικά χέρια που την κρατούν, αλλά και την «καθαρή», απολίτικη στάση που αφελώς κρατούν κάποιοι επιστήμονες, αδιαφορώντας για τις κοινωνικές επιπτώσεις της δουλειάς τους, είναι σίγουρα αξιόλογη και ίσως και απαραίτητη στο σήμερα, όπου η επιστήμη είναι οριακά κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή και εργασία. Μας δείχνει, για άλλη μια φορά, το πόσο επικαίρος είναι ο συγγραφέας και πόσο τελικά η επιστημονική φαντασία είναι το είδος που φαντάστηκε και προειδοποίησε για τους κινδύνους του μέλλοντος. Ακόμα και αν εμείς δεν την ακούσαμε τόσο στενά όσο θα έπρεπε. Παράλληλα βέβαια, η γραφή του Asimov διατηρεί τη φρεσκάδα και τη λάμψη της, μην έχοντας γεράσει ιδιαίτερα, παρά τις δεκαετίες που μας χωρίζουν από την αρχική έκδοση του βιβλίου. Γιατί ένα πραγματικά αθάνατο έργο μπορεί να διαβαστεί κάθε εποχή και όχι απλά λόγω «ιστορικής αξίας».
Το έργο είναι καταιγιστικό, σκληρό (γιατί το ζούμε) και ο αναγνώστης δε θα βαρεθεί ούτε μια στιγμή, παρά το γεγονός ότι η μετάφραση πολλές φορές χάνει το διακριτικό αυτό πνεύμα της Asimov-ικής ειρωνείας, θολώνοντας το νόημα. Είναι βέβαια μια βελτίωση, σε σχέση με προηγούμενες μεταφράσεις του έργου…
Επιλογικά, το Ακόμα και οι Θεοί είναι μια πολύ θλιβερή αλλά απαραίτητη (ίσως και καθυστερημένη) υπενθύμιση πως μπορεί οι θεοί να αγωνίζονται μάταια, αλλά οι άνθρωποι δεν πρέπει ποτέ να σταματήσουν να το κάνουν, καθώς κανένας αγώνας δεν είναι μάταιος!