«Η Κόκκινη χελώνα», υπενθυμίζει και ριζώνει την ανθρωπιά μας

admin Από admin 6 Λεπτά Ανάγνωσης

Γράφει ο Χρήστος Σκυλλάκος  για το Περιοδικό

Ενα πενάκι αρχίζει και σχεδιάζει. Με την βοήθεια της κίνησης το σχέδιο αποκτά ροή, αφηγείται και ζωντανεύει μια πανέμορφη ιστορία που ραγίζει την κάθε ανθρώπινη καρδιά. Το λέω εξ’ αρχής και με πάσα ειλικρίνεια. Συγκλονίστηκα και παρέμενα συγκινημένος καθ’ όλη την διάρκεια αυτού του αριστουργήματος που ήταν ικανό να διώξει από πάνω μου κάθε στοιχείο επαγγελματικής αναισθησίας και συνήθειας και να βγάλει στην επιφάνεια μονάχα τα κοιμόμενα στοιχεία ανθρωπιάς μου. Η «Κόκκινη Χελώνα» είναι μια υγιέστατη ταινία για υγιείς ανθρώπους, δίχως την μιζέρια, την πικροχολιά, το αναστέναγμα και το ξεφύσημα που έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τη μοναδική πλέον «θεμιτή» φόρμα στην αφήγηση κινηματογραφικών ιστοριών. Κάπως έτσι έχασα την ψυχραιμία μου και ένιωσα σαν παιδί ξανά, ενθουσιασμένος μπρος στην δύναμη του έργου. Αφέθηκα και με κέρδισε και συναισθηματικά και ουσιαστικά. Ήρθε και έδεσε, σε πλήρη σύντηξη, όλες τις αισθητικές μου λειτουργίες.

turtle_02

Το πενάκι, λοιπόν, έχει αρχίσει. Ένας ναυαγός σε ένα έρημο νησί κάνει απέλπιδες προσπάθειες να σώσει την ζωή του και να βρει τρόπο διαφυγής με μια σχεδία αλλά κάτι δεν του το επιτρέπει. Γνωρίζουμε και δεν γνωρίζουμε ποιο είναι το εμπόδιο. Μα δεν έχει καμιά σημασία. Η κόκκινη χελώνα μπαίνει στο προσκήνιο και η πρώτη σύγκρουση – ως ξέσπασμα και τυφλή εκδίκηση – είναι γεγονός και εκεί είναι που μετατρέπεται σε μια όμορφη γυναίκα με κόκκινα μαλλιά και η ιστορία βαθαίνει και η αρχική μοναξιά του ναυαγού εξανεμίζεται και έτσι, με το κάθε λεπτό που περνά, η ταινία αποκτά μια μόνιμη δυναμική που δίνει την δική της θέση πάνω στην αιώνια προβληματική της μετάνοιας, της συγχώρεσης και της αγάπης. Και ως σύνδεση αναγκών αλλά και ως σύνδεση ανθρώπινων συμπεριφορών. Τούτο το animation – που αρνούμαι να δεχτώ πως πρέπει να είσαι ακόλουθος αυτού του κινηματογραφικού είδους για να σε συγκλονίσει – του Michael Dudok de Wit (βραβευμένο με το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στο τμήμα «Un Certain Regard» στο φετινό φεστιβάλ Καννών), με την συμβατή αλλά πλήρως ενιαία και συμπαγή(!) του αφήγηση, όπου κάθε τι το περιττό έχει πεταχτεί εκτός και κάθε τι το αναγκαίο και ουσιαστικό συναισθηματικά, ηθικά και νοητικά παραμένει μέσα και κάθε του πλάνο αποτελεί μια ολοκληρωμένη σύνθεση σχεδιαστικής τέχνης, ομορφιάς και γήινης ατμόσφαιρας, είναι αρκούντως ικανό να διαλύσει την σκληροπετσιά και του πιο σκληρόπετσου θεατή και να του εμβαπτίσει την σκέψη και το συναίσθημα, ξανά, καλλιεργώντας του την στοργή, την τρυφερότητα, την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη και την έννοια της συντροφικότητας μέσα στην οδυνηρή και σκληρή πραγματικότητα. Να του γαληνέψει εν τέλει τον ταραγμένο του και τεχνοκρατικό του νου.turtle_01-1050x700

Η ταινία λειτουργεί ως αντίδοτο στο σκοτάδι, ξεκάθαρα, και είναι διαπαιδαγωγική σε καιρούς κοινωνικής σκλήρυνσης. Θα μπορούσα να την χαρακτηρίσω βαθιά προοδευτική, δημοκρατική και αντιρατσιστική μα δίχως την συνηθισμένη «εννοιολόγηση» αυτών των όρων. Όλες οι ιδέες, οι σκέψεις, οι θεωρήσεις του δημιουργού, όλες αυτές οι απλές, αυτονόητες «υπαρξιακές» έννοιες πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις, προσδοκίες και προθέσεις, που μοιάζουμε σίγουροι πως τις γνωρίζουμε καλά και πολύ συχνά και ελαφρά την καρδία τις πιπιλίζουμε, μοιάζουν κενό γράμμα και πιστεύω πως με την παρακολούθηση της ταινίας πρέπει να αναθεωρήσουμε τα λεξικά μας, δίνοντας τες, επιτέλους, τις σωστές τους ερμηνείες.

Σε τούτη την χειροποίητη ταινία, το μυαλό και το συναίσθημα του δημιουργού χαρίζεται απλόχερα, με ευθύτητα και ειλικρίνεια και αγνότητα σχεδόν πατρική και δίχως καμιά διαμεσολάβηση. Καταφέρνει σίγουρα να σβήσει κάθε απόσταση ανάμεσα σε αυτό που θέλει να πει και σε αυτό που εμείς αντλούμε. Κι αυτό είναι συγκλονιστικό. Η σημασία του σιωπηλού (μιας και ο διάλογος είναι πραγματικά περιττός) κάδρου βρίσκεται στην δύναμη που εμπεριέχει να μιλάει για όλα αυτά τα αληθινώς όμορφα που παραμένουν ζωντανά και βραδυφλεγή στο ένστικτο του ανθρώπου, παρόλες τις ασκήμιες που προσπαθούν να τον μεταλλάξουν σε ένα ον τραχύ, άκαμπτο, αναίσθητο και ασυγκίνητο. Ο δημιουργός, μπρος σε αυτή την επίγνωση της κατάστασης του δυτικού ανθρώπου και τα στενά όρια τα οποία έχει αποκομίσει ως κληρονομιά, μας κερδίζει διότι δεν γίνεται δεικτικός και εξαναγκαστικός, δεν δασκαλεύει ηθικές, δεν στέκεται σε στείρα κριτική της ασχήμιας του χθες και του σήμερα – αν και αυτή βρίσκεται διάχυτη μα και υποβόσκουσα μέσα από το σχέδιο του έρημου και οδυνηρού του κάδρου – αλλά κάνει μια υπέρβαση, δείχνοντας τον κόσμο και τις αισθήσεις μας όπως θα έπρεπε να είναι.  Αγγίζει δηλαδή με τρυφερότητα το φιλότιμο μας, δίχως να επιτίθεται στις ιδεοληψίες και τις σταθερές μας. Με στοργή καταπολεμά – στην φόρμα, όπως και στο περιεχόμενο – τις όποιες ψυχώσεις, εγωισμούς και ανθρωποφαγικές μας αναζητήσεις δεχόμενος μονάχα την αγάπη, την αδελφοσύνη και την ευαισθησία, ως ανθρώπινη φύση που είναι ανάγκη να ξαναβρούμε και να της δώσουμε χώρο για νέα ριζώματα. Μοιάζει ευτυχισμένος άνθρωπος και αυτή την ψυχική πλήρωση αναζητά να βγάλει μέσα από όλους μας. Ας του έχουμε εμπιστοσύνη λοιπόν, και να υπερασπιστούμε την τέχνη του που καταφέρνει κάτι τέτοιο. Νιώθω, αδράχνοντας κάθε δευτερόλεπτο της ταινίας, σαν να κάθομαι μαζί του σε ένα καφενείο, και ενώ όλος ο κόσμος γύρω διαλύεται συθέμελα, εγώ και αυτός πίνουμε ένα ζεστό και γλυκό καφέ και ακούω, σιωπηλά και δίχως να διακόπτω, την πιο ζεστή και γλυκιά ιστορία.

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο Περιοδικό.

Μοιραστείτε το Άρθρο