Το Teenage Mutant Ninja Turtles του καθαρά ατάλαντου μάστορα των ακριβών C- movies Jonathan Liebesman (Wrath of the Titans ,Battle Los Angeles) ήταν μια κλασσική παραγωγή του γνωστού Michael Bay: είχε τις εκρήξεις, τις υπερβολές, το κακό και σεξιστικό χιούμορ που περιμένει κάποιος. Ο διαβόητος εχθρός των κριτικών δεν θα μπορούσε φυσικά να αρκεστεί στον ρόλο του producer και έτσι είχε τον έλεγχο κάθε σημείου, καρέ και ατάκας που ακούγεται. Μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό εφέ και δράσης που συγκρούονται χωρίς έλεγχο και κατεύθυνση στην οθόνη, η πρώτη ταινία κατάφερε να προσθέσει λίγες σταγόνες από το πνεύμα των Teenage Mutant Ninja Turtles, οι οποίες προφανώς δεν φτάνουν για να δικαιολογήσουν την τιμή του εισιτηρίου ή το ρεύμα στο σπίτι, ωστόσο φέρνουν ένα στοιχειώδες μειδίασμα στο πρόσωπο. Η δεύτερη ταινία του franchise, τραβηγμένη από τα μαλλιά, δεν καταφέρνει ούτε αυτό.
Μπορεί στην σκηνή να παρελαύνουν αγαπημένοι χαρακτήρες της σειράς, όπως ο Krang, ο Casey Jones (Stephen Amell- Αrrow) ο Rocksteady και ο Bebop, είναι όμως εκεί μονάχα επιφανειακά. Για άλλη μια φορά 0 Michael Bay (παρέα με κάποιον άλλο τριτοτελευταίο σκηνοθέτη, όπως είναι ο Dave Green) κατάφεραν να μεταφέρουν οπτικά μονάχα μόνο τους ήρωες, παραλείποντας κάθε στοιχείο του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του και το χειρότερο, δεν προσπάθησαν καν να τα αντικαταστήσουν με κάτι δικό τους. Η ιστορία και οι (σύντομες και αδέξια δοσμένες) υπαρξιακές ανησυχίες γίνονται πάλι το όχημα μια άκρατη ενεργητικότητα, εκρήξεις χωρίς περιεχόμενο και βία η οποία δεν έχει κανένα αντίκρυσμα ή ενδιαφέρον. Ξανά η ταινία ακολουθεί την πεπατημένη του Michael Bay , όπου all are never enough και επιτίθεται στα μάτια με ασυγχρόνιστες και τρεμάμενες λήψεις, λάμψεις για να καλυφθούν τα κενά των υπολογιστών, το κάκιστο χιούμορ και οι εφηβικές αντιδράσεις προσβάλλουν την νοημοσύνη των θεατών κάθε ηλικίας.
Βέβαια τα (κακοφτιαγμένα) cgi των Χελώνων ταιριάζουν μια χαρά σε αυτό το άγαρμπα συναρμολογημένο σύμπαν. Αυτό που είναι τραγικά δοσμένο είναι οι άνθρωποι ηθοποιοί που καλούνται να υποκριθούν πως ενδιαφέρονται για αυτή την ταινία και τα τεκταινόμενα της. Με έκπληξη διαπιστώσαμε πως την καλύτερη δουλειά από όλους κάνει η Megan Fox (Transformers,Jennifer’s Body). Έμπειρη πλέον από τις ταινίες του Bay, σπαταλά όσο το δυνατόν λιγότερη ενέργεια στην αλληλεπίδραση με τον κόσμο της ταινίας, εστιάζοντας στο να δείχνει λαμπερή και απαστράπτουσα, με εξάρσεις οveracting και μια άτσαλη προσπάθεια να φανεί δυναμική (μη μας πουν και σεξιστές…). Το υπόλοιπο cast πολύ απλά θα μπορούσε (και ίσως ήταν καλύτερα) να λείπει. Ο Stephen Amell αποκαλύπτει για άλλη μια φορά πως δεν μπορεί να κάνει και πολλά αν δεν είναι ντυμένος στα πράσινα και αισθάνεται άβολα στην μεγάλη οθόνη. Ο Will Arnett (lego Movie,Despicable Me) είναι για άλλη μια φορά εμετικός το λιγότερο ενώ η τεράστια απογοήτευση της ταινίας ήταν η Laura Linney (Mr. Holmes,The Truman Show)
μια ηθοποιός που έχουμε δει να στέκεται επάξια δίπλα σε μορφές όπως ο Ian McKellen και ο Jim Carrey. Αλλά θα μου πείτε, κάποιος πρέπει να πληρώσει το ρεύμα…
Γιατί θα το πληρώσει με αυτή την συμμετοχή η Linney το ρεύμα και πολλοί άλλοι και όχι μόνο αυτό. Γιατί και αυτή η ταινία θα γίνει εισπρακτική επιτυχία. Και ίσως η επόμενη. Και θα συνεχίσει ο Michael Bay να προσβάλει την νοημοσύνη και την παιδική μας ηλικία όσο τον ενθαρρύνουν. Κάντε μια χάρη στον εαυτό σας και μην δείτε καν αυτή την ταινία.