Όταν το 2013 είχε βγει στους κινηματογράφους το Man of Steel κυκλοφόρησε ένα ανέκδοτο στους κύκλος της nerd κοινότητας το οποίο έλεγε: “- Τι είναι χειρότερο από τον Godzilla να καταστρέφει μία πόλη; – Ο Superman να τη σώζει.” Αν και είμαι τρελός φαν του καλύτερου υπεράνθρωπου που έβγαλε ποτέ η ανθρώπινη φαντασία, οφείλω να ομολογήσω ότι αν ήρωες σαν τον Superman υπήρχαν στην πραγματικότητα, μάλλον μόνο ήρωες δε θα ήταν. Αν υποθέσουμε ότι οι super ήρωες υπήρχαν, λογικά θα ήταν έρμαια των μεγαλοεπιχειρηματιών και είτε θα συμμαχούσαν με αυτούς που θα τους δίνανε τα περισσότερα χρήματα, είτε θα στρέφονταν στην ανομία.
Ζώντας πλέον σε μία περίοδο όπου η απομυθοποίηση θεών και συμβόλων είναι πολύ της μόδας, ήταν επόμενο να εμφανιστεί και ένα καλλιτεχνικό έργο που να θέλει να ασχοληθεί πιο αναλυτικά με αυτή την “εναλλακτική” πραγματικότητα. Τη δουλειά αυτή ανέλαβε να μας την εξιστορήσουν ο Garth Ennis (ο άνθρωπος που μας έδωσε το Preacher, μία από τις καλύτερες ιστορίες κόμικ που γράφτηκαν ποτέ), και ο Darick Robertson (ο δημιουργός που μας προσέφερε ένα άλλο αριστουργηματικό κόμικ, το Transmetropolitan).
Πριν από λίγες εβδομάδες κυκλοφόρησε από το Amazon Prime η πολυδιαφημισμένη τηλεοπτική μεταφορά του The Boys, η οποία επομιστεί ένα δύσκολο έργο. Αφενός να καταφέρει να συστήσει ένα κλασσικό αλλά και “δύσκολο” κόμικ σε ένα πιο μαζικό κοινό και αφετέρου να καταφέρει να ξεχωρίσει ως μία από τις σημαντικές νέες προσθήκες της streaming πλατφόρμας του Amazon Prime.. Τα κατάφερε; Αυτό θα το δούμε παρακάτω.
Απ’ το Preacher στο The Boys
Πριν ξεκινήσουμε να συζητάμε ειδικότερα για τη νέα σειρά, ίσως πρώτα έχει μία αξία να το δούμε αντικριστά με το “μπάσταρδο” αδερφάκι της το τηλεοπτικό Preacher, που αυτές τις μέρες έχει μπει στον τέταρτο (και τελευταίο) κύκλο του. Και δεν είναι τυχαία αυτή η σύγκριση. Γιατί δεν είναι μόνο το γεγονός ότι και τα δύο κόμικ μοιράζονται τον ίδιο σεναριογράφο στα κόμικς (Garth Ennis) και την ίδια ομάδα παραγωγής στις τηλεοπτικές μεταφορές τους (Seth Rogern και Evan Goldberg, που είναι ίσως τα μόνα αρκετά τρελά άτομα ώστε να τολμήσουν να επιχειρήσουν κάτι τέτοιο). Είναι επίσης το ότι και οι δύο αυτές σειρές έχουν μία μεγάλη ευθύνη απέναντι στα κόμικ στα οποία βασίζονται. Τόσο το Preacher όσο και το The Boys ήτανε κόμικς τα οποία εναντιωνόντουσαν απέναντι σε μία από τις βασικότερες ανάγκες της ανθρώπινης ύπαρξης: Την ανάγκη της πίστης των ανθρώπων σε κάτι μεγαλύτερο από τους ίδιους.
Το Preacher προσπάθησε μέσα από τις σελίδες του να αντιταχθεί στην οργανωμένη θρησκεία αλλά και στην επικράτηση της ιδέας της ύπαρξης ενός παντοδύναμου θεού. Το The Boys από την άλλη επιτίθεται σε μία πιο σύγχρονη μορφή πίστης: αυτή του μεσσιανισμού, δηλαδή την ελπίδα που έχει ο σημερινός άνθρωπος ότι κάποιος άλλος πιο δυνατός από τον ίδιο θα έρθει να τον σώσει από τη δυστυχία του, είτε αυτός είναι η κυβέρνησή, είτε η αστυνομία, είτε το ίδιο το σύστημα το οποίο υπερασπίζονται αυτοί οι θεσμοί. Όλα αυτά όμως στο The Boys είναι καμουφλαρισμένα κάτω από τη στολή του σούπερ ήρωα. Όμως στην τηλεοπτική του μεταφορά (η οποία αντικειμενικά έχει τις δυνατότητες να αποκτήσει ένα πολύ πιο ευρύ κοινό από ότι ένα κόμικ), είναι πολύ πιο δύσκολο να αναδείξει όλες αυτές τις πτυχές που κριτικάρει το κόμικ και ειδικά όσον αφορά το δεύτερο σκέλος. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν δεν πρόκειται για μία ανεξάρτητη παραγωγή, αλλά για μία απ’ τις πιο διαφημισμένες νέες παραγωγές του Amazon.
Πάντως, το The Boys –σε αντίθεση με το Preacher- δεν ήταν ούτε τόσο γνωστό ως κόμικ αλλά και αντικειμενικά δεν ήταν ούτε τόσο καλό ποιοτικά όσο ο προκάτοχος του. Να πω την αμαρτία μου, εγώ σταμάτησα να διαβάζω το κόμικ στο 24ο κεφάλαιό του, καθώς το θεώρησα πολύ φλύαρο και ανούσια προκλητικό. Επομένως το The Boys -αν και με μία κάπως δυσκολότερη θεματολογία -για τα δεδομένα της συγχρονης βιομηχανίας του θεάματος- έχει ένα κάποιο προβάδισμα απέναντι στο Preacher, λόγω του ότι δεν είχε ποτέ κάποια ευρύτερη αποδοχή πέρα από τους κύκλους του fanbase του.
Πώς μας φάνηκε το τηλεοπτικό The Boys;
Η ιστορία της σειράς διαδραματίζεται σε ένα σύμπαν όπου οι σούπερ ήρωες αποθεώνονται ως μεσσίες από ολόκληρη την αμερικάνικη κοινωνία. Όμως σε αντίθεση με τους γνωστούς μας σούπερ ήρωες, οι Seven ανήκουν σε μία μεγαλοεταιρία, τη Vought η οποία έχει αναλάβει εξολοκλήρου την προώθησή τους, καθορίζοντας κάθε πτυχή της προσωπικότητας και των δράσεών τους. Επίσης, οι περισσότεροι από αυτούς τους ήρωες δεν είναι οι “αγνοί” και ηθικοί σούπερ ήρωες που έχουμε συνηθίσει να θαυμάζουμε, αλλά είναι ένα μάτσο αναίσθητα καθίκια οι οποίοι ενδιαφέρονται μόνο για τα λεφτά που θα βγάλουνε από τις ταινίες τους και το merchandise και καθόλου δε νοιάζονται για τον απλό κόσμο που τους σέβεται και τους θαυμάζει, τον οποίον υποτίθεται ότι προστατεύουν.
Η ιστορία ασχολείται κυρίως με μία ομάδα από απλούς ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν κάτω από το όνομα The Boys (Τα Αγόρια) οι οποίοι έχουν ως στόχο να κρατάνε υπό έλεγχο τους σούπερ ήρωες όταν αυτοί παρεκτρέπονται, και με τους Εφτά (The Seven), την υπερηρωική ομάδα της Vought η οποία αποτελείται από την ελίτ των σούπερ ηρώων και τα μεγάλα χαρτιά της εταιρίας και τον ακήρυχτο πόλεμο που υπάρχει μεταξύ των δύο αυτών ομάδων.
Ξεκινώντας με τα θετικά της σειράς, ένα από τα πρώτα πράγματα που προσέχει κανείς στη σειρά είναι η εξαιρετική του παραγωγή. Ολόκληρος ο κόσμος του The Boys έρχεται στη ζωή με τα κουστούμια, τα οπτικά εφέ και τη σκηνοθεσία των επεισοδίων να είναι τόσο καλά που σε ένα γενικό σύνολο η σειρά δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα τις περισσότερες υπερηρωικές blockbusters ταινίες των καιρών μας. Αν και δεν έχει την ταινιοθήκη του Netflix, η Amazon μας έχει συνηθίσει πλέον σε τέτοιου υψηλού επιπέδου (και budget) παραγωγές, με χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις το Man in the High Castle και το The Expanse. Είναι φανερό ότι -με αργά βέβαια βήματα- η Amazon έχει μπει πλέον για τα καλά στο παιχνίδι της ανάδειξης του καλύτερου streaming platform και δείχνει ότι είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τα μεγαθήρια των Netflix και Disney που έχει απεναντί της. Βέβαια, ας σημειώσουμε κάπου εδώ ότι αυτός ο ανταγωνισμός των μεγάλων streaming πλατφορμών πέρα από τις εντυπωσιακές παραγωγές κρύβει από πίσω και σκληρές πολυεθνικές εταιρείες, απ’ τις οποίες ίσως η Amazon ξεχωρίζει για την αναλγησία της απέναντι στους εργαζόμενούς της, η οποία έχει οδηγήσει αρκετές φορές σε απεργίες αλλά και καλέσματα σε μποϊκοτάζ της εταιρείας και καλό είναι αυτά να μην τα ξεχνάμε στην κουβέντα περί streaming υπηρεσιών.
Επιστρέφοντας στα της σειράς, πολύ καλή δουλεία έχει γίνει επίσης και στον τομέα της υποκριτικής. Η σειρά έπαιξε έξυπνα τα χαρτιά της καθώς θέλησε να γεμίσει το ρόστερ της με ηθοποιούς με πείρα στις τηλεοπτικές σειρές, οι οποίοι να έχουν ήδη μεγάλα fan base πίσω από το όνομά τους. Έτσι το πολυπληθές cast αποτελείται -μεταξύ άλλων- από τους Karl Urban (Dredd), Jack Quaid (Hunger Games), Antony Starr (Banshee), Erin Moriarty (Jessica Jones, Blood Father) αλλά και από τον… Simon Pegg (ένα τέλειο easter-egg αφιερωμένο στους αναγνώστες του κόμικ). Όλο το cast δείχνει να διασκεδάζει το κάθε λεπτό και όλοι προσφέρουν εξαιρετικές ερμηνείες ενώ δεν υπολείπονται και πολλά cameo από γνωστούς και αγαπημένους ηθοποιούς τα οποία θα χαροποιήσουν πολύ κόσμο.
Το The Boys δείχνει ότι σκοπεύει με τα χίλια να γίνει το επόμενο next big thing και παρά τον τεράστιο ανταγωνισμό που υπάρχει δείχνει ότι στον τεχνικό τομέα τουλάχιστον δεν υστερεί σε τίποτα.
Αλλά και η βασική σεναριακή ιδέα είναι αρκετά πρωτότυπη για το υπερηρωικό είδος. Η σειρά αποδομεί το μεσσιανικό προφίλ που χτίζει ο υπερηρωικός κινηματογράφος και τα αντίστοιχα κόμικς, αποκαλύπτοντας την διεφθαρμένη και ανήθικη πλευρά τους. Το concept της κριτικής στο υπερηρωικό είδος, δεν είναι συνηθισμένο, αλλά έχει βαριά κληρονομιά πίσω του, αν σκεφτεί κανείς ότι θεμέλιος λίθος του είναι ένα απ’ τα δημοφιλέστερα comics όλων των εποχών το Watchmen. Το ίδιο concept έχει αναπτυχθεί και σε νεότερα κόμικς και ίσως το καλύτερο πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτού του είδους να είναι το Batman: White Knight! Όμως παρά την ύπαρξη κόμικς που αποδομούν το υπερηρωικό είδος, δεν είχαμε δει κάτι αντίστοιχο στη μικρή ή την μεγάλη οθόνη.
Αυτό το κενό όμως παύει να υπάρχει πλέον με το The Boys, το οποίο καταφέρνει να μεταφέρει την κληρονομιά του Watchmen στο υπερηρωικό τηλεοπτικό τοπίο και μάλιστα το κάνει με ιδιαίτερα τολμηρό τρόπο. Γιατί παρά τους αντικειμενικούς περιορισμούς που έχει μία τηλεοπτική σειρά στο Amazon -η οποία προορίζεται για να την δουν εκκατομύρια ζευγάρια μάτια σε διάφορες περιοχές του πλανήτη- οι δημιουργοί αυτής της σειράς αποδεικνύουν ότι δεν θέλουν να μασήσουν τα λόγια τους. Αντιθέτως παράλληλα με τον μεσσιανισμό της υπερηρωικής ιδέας είναι διατεθειμένοι να κριτικάρουν και κάτι πολύ πιο κοντινό μας, όπως είναι η σύγχρονη κινηματογραφική βιομηχανία αλλά και συνολικότερα τα παιχνίδια εξουσίας που παίζονται μεταξύ οικονομικής και πολιτικής εξουσίας στα παρασκήνια των εντυπωσιακών παραγωγών και στα γραφεία των πολυεθνικών κολοσσών. Με αυτό τον τρόπο το The Boys χτίζει ένα δυστοπικό σύμπαν που αν αφαιρέσεις τους ήρωες, πολύ λίγα πράγματα διαφέρουν απ’ τον πραγματικό κόσμο στον οποίο ζούμε, αφήνοντας μας να συνάγουμε και παραλληλισμούς της Vought με τον σύγχρονο πολυεθνικό κολοσσό της Disney (η επίθεση στην οποία βέβαια ερμηνεύεται και απ’ το γεγονός ότι είναι ένας άμεσος επιχειρηματικός αντίπαλος της Amazon αυτή τη στιγμή).
Τι μας χάλασε όμως στη σειρά;
Όπως και το κόμικ πάνω στο οποίο βασίζεται το The Boys υποφέρει από ένα μεγάλο πρόβλημα: την ολοφάνερη φλυαρία του.
Με αριθμό οκτώ επεισοδίων, η διάρκεια των οποίων κυμαίνεται περίπου στη μία ώρα το καθένα, η σειρά προσπαθεί να χωρέσει σε αυτά τόσες πολλές πληροφορίες όπου από ένα σημείο και μετά η μπάλα κάπου χάνεται. Το concept της σειράς -αν και προφανώς έξυπνο- χάνει στο ότι προσπαθεί να μιλήσει για τόσα πολλά πράγματα μαζί στριμώχνοντάς τα στον περιορισμένο χρόνο των οκτώ επεισοδίων που διαθέτει. Έτσι τελικά καταφέρνει περισσότερο να κουράσει τον θεατή της παρά να τον προβληματίσει. Προσπαθώντας να κάνει ταυτόχρονα μία κριτική στους super ήρωες αλλά και στο σύστημα το οποίο τους αναπαράγει (πράγμα λίγο ειρωνικό αν σκεφτεί κανείς ότι η σειρά βγήκε στο Amazon), αλλά και να μιλήσει για τον διεφθαρμένο κόσμο τόσο της δημοσιότητας όσο και τον κόσμο που τη περιστοιχίζει, η σειρά ώρες-ώρες καταντά γραφική και κάπως διδακτική.
Επίσης, οι αρκετές σεναριακές τρύπες αλλά και οι “ευκολίες” που χρησιμοποιεί αρκετές φόρες η σειρά δικαιολογώντας τες στη σκόπιμη (αλλά όχι και πάντοτε αποτελεσματική) υπερβολή της, την κάνουν να φαίνεται ώρες ώρες ότι υποτιμάει τη νοημοσύνη των θεατών της.
Καταφέρνει τελικά να γίνει το next big thing που έψαχνε η Amazon;
Το τρομερό στυλ της σειράς, το κάφρικο χιούμορ της, οι over the top μάχες και γενικότερα η yolo οπτική της τελικά καταφέρνουν να υπερισχύσουν απέναντι στα όποια προβλήματα της. Και όπως και να το κάνουμε, είναι πάντα ωραίο να βλέπεις κόμικ τα οποία δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά να αναγεννιούνται μέσα από τη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη και μάλιστα από ανθρώπους που τα σέβονται και τα εκτιμούν.
Έτσι λοιπόν, το The Boys αν θελήσει να το δει κάποιος για αυτό που είναι, δηλαδή ως μία ιστορία η οποία δεν παίρνει και πολύ τον εαυτό της στα σοβαρά, τότε αν μη τι άλλο θα περάσει τέλεια. Πάντως το ίδιο το Amazon φαίνεται να την πιστεύει αρκετά την εν λόγω σειρά, καθώς την ανανέωσε για δεύτερο κύκλο ήδη μία εβδομάδα πριν από την πρεμιέρα της δηλώνοντάς μας έτσι ότι οι περιπέτειες των “Αγοριών” θα συνεχίσουν για αρκετό καιρό ακόμα.
Το The Boys αν και είναι μία σειρά με υπαρκτά προβλήματα, είναι από την άλλη πάρα πολύ διασκεδαστική και αν μη τι άλλο κάνει εύκολα τον θεατή του να κολλήσει και να περάσει ένα οκτάωρο γεμάτο δράση, έρωτα και πολύ κάφρικο χιούμορ.
Επομένως: Ναι! Το The Boys είναι η σειρά του καλοκαιριού!
Και ναι! Έχει όλες τις δυνατότητες να γίνει το next big thing των υπερηρωικών σειρών!
Γιατί είναι μία σούπερ φαν σειρά η οποία έχει τη διάθεση να απολαύσει το ταξίδι της όσο αυτό κρατήσει. Και αυτό είναι εν τέλει που μας κερδίζει περισσότερο με τις σειρές (όσα προβλήματα και αν έχουν).