Oι συγγραφείς κόμικ δεν είναι άσχετοι με την κλασική λογοτεχνία τρόμου και είναι πολλές φορές που βλέπουμε στα καρέ ακόμα και υπερηρωικών κόμικ να εισέρχονται πλάσματα θρύλων και μύθων ή ακόμα και εμπνεύσεις συγγραφέων όπως το τέρας του Φράνκεστάιν ή ο Δράκουλας. Την ίδια στιγμή υπάρχουν και κόμικ που είναι μεταφορές αυτούσιων τέτοιων έργων.
Ο H.P.Lovecraft, ένας από τους πιο επιδραστικούς συγγραφείς (κοσμικού) τρόμου δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Έτσι, εκτός από αναφορές στον ίδιο και την μυθολογία του, έχουμε ολόκληρες ιστορίες που αντλούν απευθείας την υπόθεση του από τις ιστορίες του ή, πολύ πιο δύσκολα, την ατμόσφαιρα των έργων του. Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε το Carnage του Gerry Conway για την πρώτη περίπτωση και το “In Blackest Night,”, μια ιστορία στο run του Αlan Moore για το Green Lantern Corps.
Ωστόσο το Batman: The Doom That Came to Gotham (2000-2001) του πάντα ιδιαίτερου Mike Mignola, ο οποίος επιμελήθηκε και τα πανέμορφα εξώφυλλα, είναι κάτι που διαφεύγει από το μοτίβο της απλής επηρροής. Σε αντίθεση με άλλους συγγραφείς, οι οποίοι προσέθεσαν στο λαβκραφτιανό μύθο τις δικές τους επινοήσεις, ο Mike Mignola σε συνεργασία με τον Richard Pace τον χρησιμοποιεί εργαλειακά και προχωρά στην ριζική επανεπινόηση των Batman-ικών στοιχείων μέσα σε ένα πλαίσιο ατμοσφαιρικού κοσμικού τρόμου.
Τα πάντα μεταλάσσονται στο Batman: The Doom That Came to Gotham λες και κάποιο μιαρό και βλάσφημο χέρι τα άγγιξε. Το πάντα πολύβουο και επικίνδυνο Gotham, καθρέφτισμα της μητροπολιτικής πόλης- κέντρου που δεσπόζει στην αμερικανική κοινωνία, ριζώνει στο παρελθόν και ανακαλύπτουμε ότι αυτές οι ρίζες κρύβουν περάσματα σε χώρους και χρόνους που δεν υπακούν τους νόμους της φυσικής όπως τους ξέρουμε…
Οι Mignola και Pace προχωρούν σε μια ριζική (αν και βραχύβια, καθότι στα πλαίσια των Elseworlds) επανίδρυση παραδοσιακών χαρακτήρων της DC όπως ο ίδιος ο Σκοτεινός Ιππότης που πλέον γίνεται Batman όχι μόνο στο όνομα, αλλά μιας πληθώρας άλλων, όπως του Two-Face, της Poison Ivy, των Robin αλλά και πολύ περισσότερο, της ίδιας της ατμόσφαιρας του τίτλου του Batman. To σεναριογραφικό δίδυμο καταφέρνει και με έναν πολύ ομαλό τρόπο αλλάζει το συνήθως κλειστοφοβικό, αστικό σκηνικό του Caped Crusader με μια απόλυτη αμφιβολία. Τι συμβαίνει στα αλήθεια με την ιστορία του Gotham; Τι πλάσματα κρύβονται στα βάθη του και πως αυτά επικοινωνούν με τα πιο απόκρυφα σημεία των άστρων; Οι ερωτήσεις διαδέχονται η μία την άλλη και παρά τις απόπειρες του ίδιου του Batman, πάντοτε φημισμένου detective (αλλά και των ίδιων των συγγραφέων με αρκετά καρέ ομιλίας αφιερωμένα στο exposition, κάποια μάλιστα και με όρους deus ex machina) δεν δίνεται μια ικανοποιητική απάντηση. Το ίδιο άλλωστε το τέλος της ιστορίας, που μόνο αίσιο δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, υπογραμμίζει τόσο την τραγικότητα του Bruce Wayne ως χαρακτήρα αλλά και την ίδια την παρανοική υφή της ιστορίας: η γνώση ποτέ δεν μπορεί να κατακτηθεί ολοκληρωτικά, η πόρτα δεν μπορεί ποτέ να κλείσει εντελώς, θυμίζοντας, όπως και στα παραδοσιακά υπερηρωικά κείμενα, ότι ο κίνδυνος πάντα θα επιστρέφει, εγκλωβισμένος σε ένα μόνιμο και άχρονο παρόν.
Το σχέδιο του Troy Nixey (με inker τον Dennis Janke) έχει μια διπλά δύσκολη δουλειά, καθώς πρέπει να συνοψίσει αυτόν τον φόβο της περατότητας του ορθού λόγου και την καταδίκη της επαναληψιμότητας σε μερικές γραμμές σχεδίου και την ίδια στιγμή να αναπαραστήσει τρόμους άμορφους. Ενώ για το δεύτερο τελικά προτιμάται η λογική των πλοκαμιών, την οποία τόσο έξυπνα σατύρισαν τα επόμενα χρόνια διάφοροι συγγραφείς και κομίστες, η άψογη εκτέλεση του πρώτου υπερσκελίζει αυτή την αναποδιά.
Ο Nixey μεταχειρίζεται πολύ καλά τις μορφές σε σχέση με τον χώρο- αδύναμες, ευμετάβλητες, οριακά μη- ανθρώπινες στην ουσία τους οι πρώτες, απέναντι σε περιβάλλοντα μιαρά αλλά σταθερά, ανίερα αλλά αιώνια. Την ίδια στιγμή το μεγάλο εύρος χρωμάτων, όλα σε ένα μουντό ύφος προσδίδει ομοιομορφία και καθιστά τα όρια μεταξύ τους ασταθή, σαν οι πρώτες να ρέουν μέσα στις δεύτερες. Από αυτό το στοιχεία εκπορεύεται και ένα μεγάλο μέρος της δύναμης του έργου, που αν και δεν είναι τρόμος, είναι σίγουρα μια φρικιαστική αμηχανία απέναντι στην σωματικοποίηση και την παραμόρφωσης των χαρακτήρων-συμβόλων που έχουμε συνηθίσει στον (υπό)κόσμο του Gotham.
Επιλογικά, το Batman: The Doom That Came to Gotham μπορεί να πατά σε δύο βάρκες, όμως καταφέρνει και ισορροπεί με μεγάλη επιδεξιότητα και στις δύο και μάλιστα να τις κατευθύνει εκεί που θέλει. Η γλίτσα των εξώτερων διαστάσεων απέκτησε και μια μυρωδιά υπονόμων Gotham…