Στην ιστορία της 23χρονης Ίντι, γραμμένη από το χέρι της Ρέιβεν Λεϊλάνι («Ατελείωτη δίψα», σε μετάφραση της Νίνας Μπούρη, εκδόσεις Πατάκη) κύριος γνώμονας είναι η δίψα για έρωτα και ζωή. Η Ίντι είναι Αφροαμερικανίδα, που ζει με τη συγκάτοικό της σε υποβαθμισμένη συνοικία της Νέας Υόρκης και προσπαθεί να βγάλει τα προς το ζην ως χαμηλόμισθη υπάλληλος εκδοτικού οίκου.
Χρησιμοποιώντας λόγο αιχμηρό αλλά συνάμα λογοτεχνικά διανθισμένο, με ευστροφία η Λεϊλάνι ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής της Ίντι, σπάζοντας το γραμμικό της αφήγησης με πληθώρα αναφορών στο παρελθόν της ηρωίδας. Η 23χρονη πρωταγωνίστρια του βιβλίου νιώθει τον εσωτερικό αναβρασμό του να είσαι νέος με πολλά όνειρα, τα οποία συχνά προσκρούουν στον τοίχο της πραγματικότητας, δηλαδή της διαβίωσης ως μαύρη γυναίκα σε μια κοινωνία πολυπολιτισμική μεν, ακόμα ρατσιστική δε.
Όταν βρίσκεται σε εφηβική ακόμα ηλικία, η μητέρα της πεθαίνει από υπερβολική δόση ουσιών. Ο πατέρας της μπαινοβγαίνει στη ζωή της μέχρι που σταματάει να δίνει σημεία ζωής, κι έτσι η Ίντι βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα πένθος σε κάποιον βαθμό ακατέργαστο.
Οι αναγνώστες την παρακολουθούν να προσπαθεί να καλύψει το κενό επιζητώντας σεξουαλική προσοχή και υποτιμώντας το σώμα της και κατ’ επέκταση την εμφάνισή της ως μαύρη γυναίκα. Μετά από μια σειρά αποτυχημένων ραντεβού, το ενδιαφέρον της τραβάει ένας άντρας αρκετά μεγαλύτερος. Ο Έρικ είναι λευκός και ευκατάστατος, καθώς ζει με τη γυναίκα του, Ρεμπέκα, και την υιοθετημένη μαύρη κόρη του, Ακίλα, σε μεγάλο σπίτι στο Νιου Τζέρσι. Στοιχείο-κλειδί στη σχέση που θα συνάψει με την Ίντι είναι η κατάσταση του γάμου του, τον οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει «ανοιχτό». Από τη στιγμή που η νεαρή κοπέλα σχετίζεται με τον Έρικ, και αφού έχει απολυθεί από τη δουλειά της λόγω «ανάρμοστης σεξουαλικής συμπεριφοράς», η καθημερινότητά της αλλάζει άρδην, αφού η τύχη της την οδηγεί μες στο σπίτι του άντρα, σε μια απροσδόκητη σειρά από γεγονότα που θα φέρουν την πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος αντιμέτωπη με τον ίδιο της τον εαυτό.
Άξονας του μυθιστορήματος όχι αμελητέος είναι πως η Ίντι και ο Έρικ προέρχονται από διαφορετικούς κόσμους — ο ένας έχει τα πάντα, ενώ η κοπέλα είναι πάντα ένα βήμα μακριά από το να χάσει τα λίγα που έχει. Αυτή η διαφορά, μαζί με τη διαφορά ηλικίας και φυλής, πλαισιώνει μια αφήγηση γεμάτη με σαρδόνιες και κυνικές, πάντα έξυπνες παρατηρήσεις. Δεν είναι λίγες οι φορές που η Λεϊλάνι μέσω της φωνής της Ίντι υπογραμμίζει την ανισότητα αντρών και γυναικών, λευκής φυλής και μαύρης. Παρόλα αυτά, ο διδακτισμός απουσιάζει πλήρως από το πόνημά της, ενώ η ίδια εν τέλει δημιουργεί ένα βιβλίο που βρίθει χιουμοριστικών στοιχείων και kinky αναφορών.
Η «Ατελείωτη δίψα» συνδυάζει τον καπιταλισμό, το σεξ, την απώλεια και το τραύμα και κατασκευάζει κάτι νέο με τα κομμάτια, χρησιμοποιώντας το μαύρο χιούμορ ως ενωτική κόλλα. Η Ίντι είναι ένας μοναδικός χαρακτήρας, μια νεαρή μαύρη γυναίκα γεμάτη δυσαρέσκεια για τον εαυτό της που επιδίδεται συνεχώς σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Νιώθει διαλυμένη αλλά παράλληλα διψασμένη για ζωή, στα πρόθυρα της κατάθλιψης αλλά με σεξουαλικότητα που ανθίζει σαν λουλούδι. Ναι μεν οι επιλογές της όσον αφορά τους άντρες δεν είναι επιτυχείς, ωστόσο η πίστα του έρωτα είναι ήδη δύσκολη όταν είσαι νέα γυναίκα που πρέπει να πλοηγηθείς σε έναν κόσμο αντρικό, σε έναν κόσμο που ο μισογυνισμός σε περιμένει με την πρώτη ευκαιρία στη γωνία, να σε κρίνει για όλα όσα υποτίθεται κάνεις λάθος. Σαν να μην έφτανε αυτό, έρχεται να προστεθεί και η φυλή της κοπέλας, που ακόμα μπαίνει στο στόχαστρο ειδεχθών ρητορικών όχι μόνο στην Αμερική αλλά σε παγκόσμια κλίμακα. Παρά τις σοβαρές αντιξοότητες βέβαια, η Ίντι προσπαθεί να βρει τη θέση της στον κόσμο, αντιμετωπίζοντας κατά πρόσωπο τη σύζυγο του Έρικ (από την οποία σταδιακά γοητεύεται), κερδίζοντας με τον χρόνο και μέσα από τις κοινές αναφορές τους τη συμπάθεια της θετής μαύρης κόρης του ζευγαριού και αφιερώνοντας πάλι χρόνο στην τέχνη που την εκφράζει, τη ζωγραφική.
Συνοπτικά, η «Ατελείωτη δίψα» πρόκειται για ένα βιβλίο που δύσκολα περνάει στη λήθη των αναγνωστών. Αποκαλυπτικό, ευαίσθητο, με ύφος καθόλα ρεαλιστικό και με κοφτερές λέξεις, το λογοτεχνικό ντεμπούτο της Λεϊλάνι είναι άρτιο, ένα σύγχρονο μανιφέστο, σεξουαλικά φορτισμένο, σαρκαστικό και απορροφητικό. Θέτει το ερώτημα του κατά πόσο γνωρίζουμε τι είναι αυτό που θέλουμε και πώς μπορούμε να ξέρουμε αν είμαστε έτοιμοι να το κυνηγήσουμε. Οποιοσδήποτε διαβάσει το βιβλίο, για όλους τους σωστούς ή λάθος λόγους, θα αναγκαστεί να αντικρίσει έστω στιγμιαία τον εαυτό του στον καθρέφτη και να σκεφτεί μια δεύτερη φορά περί ανισοτήτων και περί ανάγκης αυτές να αμβλυνθούν, έως ότου αποτελέσουν κάποτε ανάμνηση. Μοιάζει ουτοπικό αλλά η ιστορία δεν υπήρξε ποτέ αμετάβλητη.