Dune: Part 2 – H Φωνή και το Όραμα πέρα από το διάστημα

Nίκος Γιακουμέλος Από Nίκος Γιακουμέλος 10 Λεπτά Ανάγνωσης

Υπερβαίνοντας το πρώτο μέρος

Είχαμε αναφέρει στην κριτική μας για το Dune Part 1 πώς ήταν ένα εντυπωσιακό τεχνικό κατόρθωμα, ένα επικό saga που δομούσε εξαιρετικά έναν δύσκολο στην κατανόηση κόσμο, και ας είναι πλέον πολύ κοντά στο βίωμα έννοιες όπως ο εταιρικός φεουδαρχισμός και η απολυταρχία. Γιατί πράγματι, το βιβλίο του Herbert είναι δύσκολο στη μεταφορά, καθώς παρά τις μαγευτικές, επικές περιγραφές που προκαλούν δέος, η επί της ουσίας δράση είναι σχετικά λίγη και η βασική πλοκή μεταφέρεται μέσα από διαλόγους, δολοπλοκίες, σχέδια μέσα σε σχέδια. Οι ανθρώπινες σχέσεις, η εξέλιξη και η διάβρωσή τους μέσα από το πλέγμα της εξουσίας, της θρησκείας αλλά και των προσδοκιών που αυτές επιβαρύνουν ένα άτομο είναι καθοριστικές στο οικοδόμημα που λέγεται Dune. Αυτό στην πρώτη ταινία ήταν ασθενέστερο και είχε δημιουργήσει αμφιβολίες για το πώς ο Denis Villeneuve (Blade Runner 2049, Prisoners, Arrival), ένας κατά βάση οπτικός σκηνοθέτης που έχει δηλώσει ότι αντιπαθεί ιδιαίτερα τον διάλογο θα μπορούσε να αποδώσει.

Dune: Part One
Η κριτική της πρώτης ταινίας

Τελικά όμως, οφείλουμε να ομολογήσουμε πως κάναμε λάθος και είναι από τις φορές που πολύ χαιρόμαστε για αυτό. Το Dune:Part 2 (στο σενάριο του οποίου συνέβαλε και ο Jon Spaihts) πατάει στέρεα στον κίονα που έχτισε το πρώτο (όπως το όνομα που δίνουν οι Φρέμεν στον Πωλ, Ουσούλ) και μας παραδίδει μια καταιγιστική ταινία που ποτέ δεν κουράζει, παρά τις 2.30 ώρες της διάρκειας της

Στις καθηλωτικές σεκάνς του αφιλόξενου, δολοφονικού αλλά πανέμορφου φυσικού τοπίου του Dune, στα επικά, δυστοπικά φουτουριστικά (ψηφιακά) πλάνα των μηχανικών παρεμβάσεων αλλά και των διαφορετικών πλανητών  έρχονται να προστεθούν οπτικές και διαλογικές στιγμές πραγματικά ανθρώπινων αλληπεπιδράσεων των χαρακτήρων μεταξύ τους αλλά και την κοινωνιοπολιτική συνθήκη που τους επηρεάζει και την επηρεάζουν. Το βάρος των ευθυνών, ο έρωτας και σύγκρουσή του με το καθήκον απέναντι στην οικογένεια και την κοινωνία, η θρησκεία ως εργαλείο κοινωνικού ελέγχου αλλά και ως μυσταγωγική, αυτοεκπληρούμενη προφητεία εξουσίας, όλα αυτά μεταφέρονται μέσα από προσωπικές επικοινωνίες που δε χρειάζονται απαραίτητα να ειπωθούν, όμως η παρουσία τους μεταφέρεται με βλέμματα, αγγίγματα, στιγμές βαθιάς προσωπικής, μη λεκτικής, επικοινωνίας.

Οι πρωταγωνίστριες του Dune

Σε αυτόν τον άξονα η παρουσία της Zendaya (Spider-man: Νο Way Home,Euphoria)  είναι κομβική, ειδικά εάν παρθεί σε αντιδιαστολή με αυτή της Florence Pugh (Openheimer, Black Widow).H πρώτη έχει, ήδη από την πρώτη ταινία, μια καθαρά σωματική παρουσία, κάτι που αποδίδει και στις δύο ταινίες εξαιρετικά. Αποτελεί την ανθρωπιά και την ψυχή της ταινίας, μια ηχηρή παρουσία απέναντι στον ολοκληρωτισμό και τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό, ζητώντας μια επανάσταση των Φρέμεν από τους Φρέμεν και για τους Φρέμεν, έναν πλανήτη ελεύθερο. Μπορεί να διατυπώσει αυτές τις ιδέες και τις ενστάσεις με ένα βλέμμα, μια καθοριστική στιγμή εκωφαντικής σιωπής ή άρνησης να προσκυνήσει τον Μεσσία – αποκοιοκράτη, ακόμα και αν είναι ο άνθρωπος που αγαπά.  

Από την άλλη η Irulan της Pugh είναι μια Bene Gesserit, η κόρη του Αυτοκράτορα η οποία είναι γαλουχημένη στις ραδιουργίες, στο να υπηρετεί δύο αφέντες χωρίς να διστάζει στιγμή να προδίδει και τους δύο για τα δικά της συμφέροντα. Δεν υπάρχει καμία στιγμή της παρουσίας της στην ταινία που να μη μιλάει, ακόμα και μόνη της, κρατώντας σημειώσεις και υφαίνοντας έναν τρόπο επιβίωσης μέσα σε ένα περιβάλλον απολυταρχίας και στραγγαλίσματος της ατομικότητας, όπως η Τζιχάντ που εξαπολύει ο νέος Αυτοκράτορας Πωλ Μουάντ’ Ντιπ Ατρείδης.

Όταν αναφέρουμε πρωταγωνίστριες προφανώς δεν μπορούμε να παραλείψουμε τη μυσταγωγική παρουσία της Rebecca Ferguson (Silo, Dr. Sleep). Aν στην πρώτη ταινία είχαμε την επιβλητική Λαίδη Τζέσικά, εδώ βλέπουμε την εξέλιξή της σε Σεβάσμια Μητέρα – από μέρος σχεδίων και θύμα σε υφάντρα ιστών και θύτη, ακόμα και σε βάρος του ίδιου του γιου της. Αυτού του είδους οι επιβλητικοί και larger than life ρόλοι ταιριάζουν πάρα πολύ στη Ferguson, που φαίνεται ότι μπορεί να αναπνεύσει πολύ καλύτερα και να δώσει μια σκοτεινή ερμηνεία, αποτύπωμα ενός ψυχισμού που διασπάται μεταξύ του παρελθόντος και του παρόντος, δίνοντας μας ένα φράγμα του ταξιδιού που κάνει ο ίδιος ο Πωλ, ως Kwisatz Haderach τον εκλεκτό που θα φέρει στο παρόν το παρελθόν και το μέλλον, το πλάσμα με την απόλυτη δύναμη.

Μάχες σε αντι-αποικιοκρατικό φόντο

Ο φακός του Villeneuve μας δίνει επιπλεόν εκρηκτικές σκηνές μάχης, οι οποίες  δεν προσπαθούν να κρύψουν τις ευθείες αναφορές τους στις μάχες ερήμου που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στους πολέμους της Μέσης Ανατολής, στις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης ή ακόμα και στους αντι-αποκοιοκρατικούς αγώνες στην Αφρική, όπου ελάχιστοι αντάρτες ορμούν πάνω σε τανκ μιας ανώτερης τεχνολογικά δύναμης. Όμως πέρα από αυτά είναι πλέον πολύ πιο άνετος με τους χαρακτήρες του, οι οποίοι αναγκάζονται από τις περιστάσεις (αλλά και τη φιλοδοξία) να ασπαστούν τους τίτλους και τους ρόλους που οι ίδιοι είχαν υφάνει για τους εαυτούς τους, αλλά πλέον διαστρεβλωμένους από τη ζωή. Ιδανικότερο δείγμα αυτής της συνθήκης είναι χωρίς αμφιβολία ο πρωταγωνιστής μας, ο Timothée Chalamet (Don’t Look Up, Call Me By Your Name) o oποίος μεταμορφώνεται μπροστά στα μάτια μας από αμήχανος νέος σε ηγέτη ατάκτων και ερωτευμένο άνδρα και, από εκεί, σε Μεσσία που δε διστάζει να εξαπολύσει κύματα τρόμου στον γαλαξία, βουλιάζοντας χιλιάδες κόσμων στη βαναυσότητα μιας αδίστακτης Τζιχάντ στο όνομά του.

Η ανάδυση του Μεσσία

Αυτή η αλλαγή μεταφέρεται στον θεατή απόλυτα οργανικά, με βάση μια μη λεκτική αφήγηση, που επαφίεται όχι μόνο στην ιστορία αλλά και στο τεράστιο ταλέντο του Chalamet, ο οποίος παρά την έλλειψη ενός action σωματότυπου, καταφέρνει να αποδώσει την κατάβαση ενός ανθρώπου σε έναν ταραγμένο ψυχισμό και την ανάδυση από εκεί ενός Μεσσία ο οποίος αφήνει στην άκρη την ανθρωπιά του για να οδηγήσει όχι μόνο τους Φρέμεν στην ελευθερία αλλά και την ίδια την ανθρωπότητα στην επιβίωση, σε ένα δύσβατο και απάνθρωπο Χρυσό Μονοπάτι, δημιουργώντας έτσι και το νήμα στο οποίο θα πατήσει και η τρίτη ταινία… Αυτή η επιλογή βέβαια δεν παίρνεται θριαμβευτικά, αλλά με ένα τεράστιο κόστος, το οποίο αποτυπώνεται και στα σπαραχτικά μάτια των πρωταγωνιστών. Αυτή είναι και η σκοτεινή γοητεία του Dune, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιεί το trope του «εκλεκτού», αλλά απέχει παρασάγγας από κάποια μανιχαϊστική αφήγηση, αντιστρέφοντας αυτό το αφηγηματικό εργαλείο για να πει μια πολύπλοκή κοινωνιοπολιτική και θρησκειολογική ιστορία.

Απέναντι σε αυτή την ενδοπροσωπική μάχη του Πωλ, έχουμε τον Φέιθ Ράουντα του τρομακτικού και εξαιρετικού Austin Butler (Once Upon a Time in Hollywood, The Dead Don’t Die) του οποίου o χαρακτήρας δεν έχει κανένα ενδοιασμό στο να αγκαλιάσει απόλυτα τον ρόλο για τον οποίο γαλουχήθηκε. Όχι απλά δεν προβληματίζεται από την υπόσχεση της βίας, αλλά εκστασιάζεται στη σκέψη της, με μια καθαρά σεξουαλική διάσταση, για να κρύψει τις προσωπικές του ανεπάρκειες. Δεν είναι άλλωστε τυχαία και η οπτική αντιπαραβολή των δύο χαρακτήρων. Ο Πωλ ασπάζεται το γκρι, σε έναν σκηνικό που, παρά την έλλειψη πραγμάτων μέσα του, είναι γεμάτο ζωή και χρώμα. Από την άλλη ο Ράουντα γίνεται ένα με το ασπρόμαυρο περιβάλλον του, ομοιάζοντας τον Χάρο με το λευκό δέρμα και τη μαύρη του πανοπλία.

Ταυτόχρονα με όλα αυτά, η ταινία διαθέτει και πιο ανάλαφρες όψεις (σχετικά πάντα), με τον Στίλγκαρ του Javier Bardem (Μother, No Country for Old Men)  να σπάει, ανά στιγμές, την ένταση με κάποιο καλοκάγαθο… μπαρμποχωρατό. Βέβαια αυτό είναι η μία διάσταση ενός πολύπλοκου χαρακτήρα, καθώς αυτή η ελαφρότητα έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον βαθύ και αλύγιστο θρησκευτικό του φανατισμό, δείχνοντας μας πως ο φομενταλισμός μπορεί να έχει και ένα πρόσωπο που όχι μόνο γνωρίζουμε, αλλά ακόμα και συμπαθούμε. Στο ίδιο μοτίβο, ήταν εκεί και ο Christopher Walken (The Deer Hunter, Pulp Fiction) που μπορεί να μην έκανε κάτι ιδιαίτερο, αλλά τον αγαπάμε.

Επιλογικά...

Το Dune: Part 2 αποτελεί έναν σύγχρονο οπτικό θρίαμβο. Μένοντας πιστό στο format μιας sci-fi/action ταινίας, καταφέρνει να ξεπερνά κατά πολύ τόσο το Part 1 όσο και τις περισσότερες σύγχρονες υπερπαραγωγές, δίνοντας μας ένα χορταστικό δείγμα ενός σκεπτόμενου blockbuster κινηματογράφου που έχουμε τεράστια ανάγκη, ειδικά μετά από δεκάδες ταινίες που μοιάζουν σα να γράφτηκαν από ΑΙ (που πλέον είναι δυστυχώς μια πολύ ρεαλιστική πιθανότητα). Απέναντι σε αυτό, στηρίζουμε Dune και τη διδαχή της Kαθολική Βίβλου της Οράγγης:

Ου ποιήσεις σεαυτώ μηχανικόν κατασκεύασμα ομοιάζον ανθρωπίνω πνεύματι

Αφιέρωμα Dune
Lorem ipsum dolor sit amet, consectetur adipiscing elit.

Μοιραστείτε το Άρθρο
Γεννήθηκε με μεγάλη επιτυχία αλλά μετά άρχισε καπου να δυσκολεύει το πράγμα. Σπούδασε Επικοινωνία και μετά αποφάσισε πως δεν του αρέσει να επικοινωνεί. Όνειρο του να μετακομίσει στην Σαχάρα όπου θα έχει ησυχία, αλλά μέχρι να το καταφέρει δουλεύει κωπηλάτης.