Έχοντας κορεστεί από την τελευταία εμπορική εμμονή του Χόλυγουντ σχετικά με την απεικόνιση του multiverse (ελ. πολυσύμπαν), όπως αυτή έχει εδραιωθεί κυρίως από την Marvel, στεκόμαστε στην περίπτωση του φετινού Everything Everything All At Once.
Το γνωστό κινηματογραφικό δίδυμο DANIELS, των Daniel Scheinert και Daniel Kwan, μετά από το βραβευμένο στο φεστιβάλ Sundance, Swiss Army Man (2016) και μια σειρά από επίσης βραβευμένα βίντεο κλιπ, επιστρέφει, παρουσιάζοντας στο σινεμά μια ταινία που εμπεριέχει τα πάντα όλα, όπως πολύ σωστά (για πρώτη φορά) μεταφράστηκε ο τίτλος της για την διανομή στην Ελλάδα.
Η Michelle Yeoh (Crouching Tiger, Hidden Dragon) ενσαρκώνει την Evelyn Wang, μία μετανάστρια από την Κίνα, η οποία διατηρεί μαζί με την οικογένειά της μια επιχείρηση πλυντηρίων κάπου στην Αμερική. Η ζωή της είναι ήδη ένα μικρό σύμπαν άγχους και απογοήτευσης, οι σχέσεις της με κάθε μέλος της οικογένειάς της περνούν κρίση, και αυτό κορυφώνεται την ημέρα που πρέπει να επισκεφτεί την εφοριακό που απειλεί να βάλει λουκέτο στην επιχείρησή τους και ταυτόχρονα να οργανώσει ένα πάρτι για την Κινεζική Πρωτοχρονιά, στο οποίο θα παρευρεθεί ο πατέρας της που την έχει αποκηρύξει εδώ και χρόνια, ύστερα από την απόφασή της να παντρευτεί. Το κυριότερο πρόβλημα της Evelyn, όμως, είναι το πόσο δυσκολεύεται να αποδεχτεί την σεξουαλικότητα της κόρης της Joy (Stephanie Husu) παράλληλα με μία απρόσμενη αίτηση διαζυγίου, στην προσπάθεια του συζύγου της, Waymond (Ke Huy Quan), ενός άνδρα ελάχιστα υποστηρικτικού και εκνευριστικά αισιόδοξου, να την ταρακουνήσει για την συμβίωσή τους.
Το αρχικό κεφάλαιο εμπεριέχει αρκετή δόση ρεαλισμού, υπάρχουν, όμως, και σοβαροί υπαινιγμοί για το κοσμικό χάος που θα ακολουθήσει. Και αυτό γίνεται πλέον ξεκάθαρο όταν η Evelyn, ερχόμενη πρόσωπο με πρόσωπο με την μεγαλύτερη εχθρό της στο παρόν, εφοριακό Deirdre Beaubeirda και κατά κόσμον καταπληκτική Jamie Lee Curtis, εισέρχεται για πρώτη φορά στην δίνη του πολυσύμπαντος.
Μία εναλλακτική εκδοχή του συζύγου της την παροτρύνει να τον βοηθήσει να νικήσει την παντοδύναμη villain, Jobu Tupaki και για να το καταφέρει αυτό θα χρειαστεί να μυηθεί στους κανόνες. Ξαφνικά, η κινηματογράφηση γίνεται φρενήρης και κάπως άνιση με ό,τι είχαμε παρακολουθήσει έως τώρα. Ένα σύμπαν συνολικά τροφοδοτημένο από το Kung-Fu (ναι και από το Matrix) ξετυλίγεται στις οθόνες μας και οι Evelyn κάθε διάστασης αναβοσβήνουν μπροστά στα μάτια μας.
Χορογραφημένες, κωμικές σκηνές μάχης, επικές και ανόητες λεπτομέρειες και μία υπερκινητική αφήγηση, μας δείχνουν την Evelyn πρωταγωνίστρια σε κάθε άλλο παράλληλο σύμπαν. Και εκεί κρύβεται ο θρίαμβος του μοντάζ.
Μέσα από ένα συγκλονιστικό καλειδοσκόπιο, μεταφερόμαστε σε εκδοχές της ίδιας και των οικείων της, σε συνθήκες όπου τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Υπάρχει σύμπαν στο οποίο είναι σταρ του Χόλυγουντ, βγαλμένη από το In The Mood For Love του Wong Kar-wai, σύμπαν στο οποίο είναι απλώς ένας βράχος, δίπλα σε έναν άλλον στην κορυφή ενός βουνού κάποιου άλλου πλανήτη, ακόμα και σύμπαν στο οποίο τα ανθρώπινα χέρια έχουν αντικατασταθεί από λουκάνικα.
Σκοπός αυτής την εναλλαγής πραγματικοτήτων υποτίθεται πως είναι το να αντλήσει από την καθεμία μια δεξιότητα που είχε αποκτήσει όσο ζούσε σε αυτή, ώστε να κερδίσει την ακαταμάχητη Jobu Tupaki. Ωστόσο, αυτό που αρχικά μοιάζει με ένα μεταφυσικό ταξίδι στους γαλαξίες του εγκεφάλου, στην πραγματικότητα είναι μια σειρά από αναδρομές που κάνουν την Evelyn να συνειδητοποιήσει το “τι θα γινόταν αν” είχε πάρει άλλες αποφάσεις για την ζωή της, αφού τώρα καταλαβαίνει ότι είχε την επιλογή οποιουδήποτε εαυτού της, ότι θα ήταν ευτυχισμένη και χωρίς τον Waymond.
Αυτή η κατακερματισμένη πραγματικότητα ουσιαστικά μας δείχνει την πορεία της εξέλιξης της Evelyn μέχρι τελικά να αποδεχτεί την σεξουαλικότητα της Joy και όλο αυτό να καταλήξει σε μια κλασική ιστορία σύγκρουσης μητέρας-κόρης. Εκεί εντοπίζεται και το μόνο συναισθηματικό βάθος που συναντούμε στην ταινία. Όλη αυτή η ασυνήθιστη σεκάνς με τον εκκεντρικό και ταυτόχρονα σατιρικό χαρακτήρα εξαντλεί κάθε δυνατή υπερβολή με ομολογουμένως φαντασμαγορικό και πρωτότυπο τρόπο για να μας σερβίρει ως κατακλείδα μια ιδέα τόσο οικεία σε όλους, που όμως είναι δοσμένη με τον γραφικό τρόπο μιας “αμερικανιάς”.
Η εξερεύνηση της ατομικής απώλειας των ονείρων, των φιλοδοξιών και του εαυτού μιας γυναίκας μέσα από τις σχέσεις με το περιβάλλον της, δίνεται μέσα από ένα υπαρξιακό, sci-fi θρίλερ, αρκετά διασκεδαστικό και πραγματικά κωμικό σε σημεία -αφού αντλεί από το ιντερνετικό χιούμορ των ‘00s-, παρόλα αυτά, αυτό δεν αποτελεί τον πυρήνα της πλοκής. Αντιθέτως, αυτή η πραγματικότητα της Evelyn θυσιάζεται σε κάποιο παράλληλο σύμπαν στο -διαχρονικό κλισέ- όνομα της αγάπης.
Ασφαλώς μιλάμε για ένα σύγχρονο κινηματογραφικό επίτευγμα (χρειάστηκαν, μάλιστα, πέντε visual artists για την δημιουργία του), ένα δράμα γεμάτο δράση, ανάλογο των σύγχρονων υπερηρωικών ταινιών, που, δυστυχώς, η μόνη συγκίνηση που προσφέρει αφορά αποκλειστικά το οπτικά θαυματουργικό κομμάτι.
Η εκστατική αναγνώριση που δέχεται το Everything Everywhere All At Once είναι σε κάθε περίπτωση δικαιολογημένη. Και παρότι οι δημιουργοί του απορροφήθηκαν από το χάος που δημιούργησαν οι ίδιοι, οι multiverse ταινίες δεν θα είναι ποτέ ξανά οι ίδιες.
Σε κάποιο παράλληλο σύμπαν ίσως και αυτή να είναι “η καλύτερη ταινία της δεκαετίας”.