Τι σημαίνει να είσαι υπερήρωας; Πως είναι να έχεις υπερδυνάμεις; Πόσο είναι το βάρος και η ευθύνη που κουβαλάει μαζί του αυτός ο υπερήρωας; Χρειαζόμαστε αλήθεια έναν υπερήρωα; Μερικά ερωτήματα που δίνουν μία νέα βάση γύρω από την μορφή που τείνουμε να δίνουμε συχνά σε ό,τι μας παρουσιάζουν οι οθόνες και τα βιβλία. Ο «σουπερήρωας» δεν είναι άθραυστος, ούτε είναι θεός. Η φιλοσοφία του να είσαι υπερήρωας είναι πιο πολύπλοκη από ό,τι πολλές φορές βλέπουμε. Αυτό το κάτι είναι που τα media, ανάμεσά τους οι διάφορες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές, προσπαθούν να αλλάξουν.
Η ιδιότητα του Superman είναι σαφής. Δεν πεθαίνει, είναι άτρωτος, είναι ανυπέρβλητος, είναι αγαθός, με λίγα λόγια είναι θεός. Ο αείμνηστος Stan Lee ήταν από τους πρώτους που αντιλήφθηκε το πρόβλημα, και για αυτό σιγά-σιγά έκανε τους χαρακτήρες του, όπως τους Fantastic Four και τον Spider-Man, πολυεπίπεδους. Μπορεί να είναι σχετικά άτρωτοι σωματικά, αλλά κοινωνικά και ψυχικά αντιμετωπίζουν τα διάφορα προβλήματα της καθημερινότητας, και έρχονται συνέχεια σε έναν πόλεμο με τον εσωτερικό τους κόσμο. Η μάσκα του Spider-Man έθεσε αυτό το πολυεπίπεδο κομμάτι με εξαιρετικό τρόπο, και άλλαξε τα κόμικς και τον όρο «σούπερ-ήρωας» μια για πάντα.
Ένα ακόμα επίπεδο που ο Stan Lee έβαλε όμως στο υπερηρωικό roll model είναι εκείνο της ευθύνης, και αν στην τελική θα δεχθείς να κάνεις το αδύνατο, θα γίνεις κάτι παραπάνω από τον εαυτό σου, θα εξελιχθείς ώστε να βοηθήσεις την κοινωνία. Που στην τελική αυτό σημαίνει να αποποιηθείς εξ’ ολοκλήρου τον τίτλο «υπεράνθρωπος».
Προς τι τώρα όλος αυτός ο πρόλογος; Πως όλα αυτά καταλήγουν στην Jessica Jones; Ο λόγος είναι απλός. Επειδή η Jessica (Krysten Ritter- Breaking Bad, Bitch in Apartment 13, Defenders) προβληματίζεται με όλα αυτά τα στοιχεία και ακόμα περισσότερα.
Ο νέος, τρίτος, κύκλος της σειράς έδωσε ξεκάθαρα τη θέση του πάνω στο ζήτημα, με τα 13 επεισόδια που τον αποτελούν, να εστιάζουν στην αναζήτηση υπερηρωικής ταυτότητας, και του ιδανικού υπερήρωα σε μια εποχή που η ίδια η έννοια ήρωας έχει αλλοιωθεί. Την ίδια στιγμή όμως, ως άτομο που ζει, αναπνέει και εργάζεται σε αυτόν τον κόσμο, η ίδια η Jessica Jones δεν προσπαθεί απλά να αναστήσει την ηρωική έννοια της Silver Age. Αυτή ευτυχώς πέθανε. Η gritty, βρώμικη πραγματικότητα, η οποία επιβάλλει στη Jessica του όρους της, είναι αυτή που έρχεται να διαμορφώσει, και στη συνέχεια να διαμορφωθεί, από τους ήρωες της.
Η Jessica μετά τα γεγονότα της 2ης σεζόν, συντετριμμένη από τον θάνατο της μητέρας της, συνεχίζει να ασκεί το επάγγελμα της ιδιωτικού ντετέκτιβ, και κάπου εκεί σε μία από τις δράσεις της (ναι μία από εκείνες που χρησιμοποιεί τις υπερδυνάμεις της εννοούμε) ανεβαίνει ένα βίντεο με εκείνη εν δράσει στο youtube, με αποτέλεσμα ο κόσμος πλέον να έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με έναν ακόμα υπερήρωα. Φυσικά, η έκθεση αυτή πρόκειται να φέρει πολλά προβλήματα στην Jessica, όπως παπαράτσι κλπ.
Τελικά όμως το στάδιο των πονοκεφάλων είναι το μικρότερο πρόβλημα αφού κάποιος την μαχαιρώνει ακριβώς έξω από το διαμέρισμά της, και έτσι εκείνη καλείται να τον βρει και να τον αντιμετωπίσει. Στο μονοπάτι της όμως θα βρει την Trish Walker (Raychell Taylor- The Loft, Red Dog), η οποία –και εκείνη πλέον με υπερφυσικές δυνατότητες- έχει λάβει τον ρόλο του αυτόκλητου εκδικητή.
Ο τρίτος κύκλος καλείται όχι απλά να φέρει μία ολοκλήρωση στις τρεις σεζόν της σειράς, και συνάμα των χαρακτήρων, αλλά και ένα κλείσιμο στις Marvel σειρές του Netflix. Η ευθύνη μεγάλη και τα 13 επεισόδια ίσως στην αρχή φαντάζουν λίγα, αλλά αποδεικνύονται ως και το καλύτερο νούμερο… Το να φέρεις μια τόσο επιτυχημένη σειρά, λοιπόν, σε ένα φινάλε δεν είναι εύκολο, αλλά κατά κάποιο τρόπο οι δημιουργοί καταφέρνουν να το φέρουν εις πέρας με έναν απλό αλλά αποτελεσματικό τρόπο. Εμβαθύνοντας στους χαρακτήρες αρκετά, ώστε να υπάρχει η αίσθηση έστω ενός τέλους.
Όλη η σεζόν είναι ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου όπου οι ρόλοι μεταπηδούν σαν μια μπάλα από το ένα άτομο στο άλλο, με τη μια στιγμή να έχει το πάνω χέρι ο ένας και την άλλη στιγμή ο άλλος. Η Jessica δεν αποδέχεται την ταυτότητά της ως υπερηρωίδας, η Trish ψάχνοντας ακόμα την δική της ταυτότητα θεωρεί πως εκείνη του ήρωα είναι η καλύτερη λύση, η Jerry Hogarth αναλαμβάνει τον ρόλο του ήρωα για την φήμη, ο Malcolm (Eka Darville – Her Smell, The Originals ) βρισκόμενος ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα δρα στο σκοτάδι και ο νέος χαρακτήρας της σειράς, ο Eric Gelden (ζώντας επί χρόνια στο σκοτάδι και την ασωτία) καλείτε να βοηθήσει την Jessica. Όλα περιστρέφονται γύρω από την έννοια του υπερήρωα, φέρνοντας τη συζήτηση στο ερώτημα «ποιος θα σώσει τη Νέα Υόρκη»;
Η σχέση της Jessica και της Trish είναι αδιαμφισβήτητα η κινητήρια δύναμη και των 13 επεισοδίων, με την πρώτη να δοκιμάζεται ως υπερηρωίδα και τη δεύτερη να μετατρέπεται σε έναν υπερκακό, δίχως να μπορεί να ξεχωρίσει τη γραμμή ανάμεσα στο καλό με το κακό. Στην διαμάχη τους έρχεται να προστεθεί το γεγονός πως η Jessica, κουρασμένη από τη ζωή, και έχοντας χάσει τη μητέρα της, κάνει την Trish την μόνη οικογένεια που έχει, και επομένως δεν θέλει να την χάσει, νιώθει υπεύθυνη για τις πράξεις της και επιλέγει να την πάρει κάτω από τα φτερά της.
Η Trish όμως αν και νιώθει την ανάγκη για στήριξη και συμπόνια από την αδελφή της, και είναι συνεπαρμένη από την ιδέα της συνεργασίας μαζί της, ώστε να αντιμετωπίσουν το «κακό», επιθυμεί να φύγει επιτέλους από τη προστασία της, και να δρα αυτόνομα. O Salinger (Jeremy Bobb – Russian Doll, Godless) ως νέος κακός, είναι αυτός που θα αναδείξει αυτά τα προβλήματα και οι διαφοροποιήσεις ανάμεσά τους θα τους οδηγήσουν σε μια ιδεολογική σύγκρουση.
Την ίδια στιγμή, δύο άτομα που μας ενδιαφέρουν είναι η Jerry, που φοβούμενη τον επικείμενο θάνατό της, κάνει μια τελευταία έκκληση για φήμη και αναγνώριση, κάτι που θα προσπαθήσει να πετύχει ακόμα και εκτός των ορίων του νόμου. Θα προσπαθήσει να κλείσει παλιές πληγές από το παρελθόν της, αλλά στην προσπάθειά της καταλήγει περισσότερο πονεμένη παρά κερδισμένη. Η σύγκρουση εδώ έρχεται με τον Malcolm, ο οποίος την περίοδο που δούλευε για εκείνη είχε υποπέσει σε αρκετές άνομες πράξεις, ώστε να εξυπηρετηθεί η εργοδότριά του. Το χαμηλότερο σημείο της ζωής του ήταν στην πρώτη σεζόν όταν ήταν χρήστης ναρκωτικών, αλλά τώρα ακόμα και αν το κουστούμι του τού δίνει ένα κύρος, από μέσα του νιώθει το ίδιο κενός κι ενώ πριν αυτό προσπαθούσε να το καλύψει με την εξάρτηση, τώρα η ίδια η πίεση της αναζήτησης κέρδους με κάθε κόστος, τον αφήνει πιο έωλο από ποτέ.
Καθόλη τη διάρκεια της σεζόν ο Malcolm ψάχνει την γραμμή ανάμεσα στη σχέση του νόμου, του κέρδους και της ηθικής. Η σύγκρουσή του με την Jerry θα έρθει και εδώ με τον ερχομό του Salinger, με εκείνη να επιλέγει να τον βοηθήσει για τα μάτια του κόσμου και να φέρει νέους πελάτες, ενώ εκείνος διαφωνεί κάθετα με την κίνησή της και πνίγεται από το δίκιο του…
Ποιος είναι όμως ο Salinger; Ο Gregory Salinger (ή Foolkiller στα κόμικς) συνεχίζει το μοντέλο του «ο κακός είναι ο ήρωας της δικιάς του ιστορίας», και σε μια χρονιά που έχουμε έναν Thanos και έναν Joker που στέκουν ξέχωρα, χωρίς ανταγωνισμό, ο νέος αυτός κακός έρχεται και στέκεται επάξια δίπλα στον Killgrave… Η ιδέα που εισάγει είναι εάν πραγματικά χρειαζόμαστε υπερήρωες, εάν έχουμε ανάγκη από θεούς, αλλά και αν τους χρειαζόμαστε, ποιοι είναι αλήθεια αυτοί που μπορούν ασκούν τον Νόμο και τη Τάξη. Ένας non-powered υπερκακός, που έρχεται να αντιμετωπίσει τους «θεούς» με όπλα τον λόγο του και την φωνή του. Ναι, είναι ένας σίριαλ-κίλερ και ναι είναι ψυχοπαθής, αλλά το ερώτημα που θέτει δεν είναι άξιο προς συζήτηση; Η κρίση και η αντίληψη του λαού, ο φόβος και το αναρχικό πνεύμα που κυριαρχούν στα σοκάκια της Νέας Υόρκης αναδύονται, με το όπλο της κριτικής να το κρατάει ο Salinger.
Ο νέος χαρακτήρας του κύκλου είναι ο Eric, ο οποίος εκτός από το νέο ερωτικό ενδιαφέρον της Jessica, είναι και το ακριβώς αντίθετο του Salinger. Αν και προέρχονται από το ίδιο μέρος, εκείνος έχει την επιθυμία να αφήσει πίσω το παρελθόν του, και το πρόβλημά του με τον τζόγο, και να αλλάξει, να γίνει καλύτερος, να περάσει στην πλευρά της ηθικής για την Jessica. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του χαρακτήρα του όμως είναι η υπερδύναμη του, η οποία δεν εξηγείται πως και γιατί την έχει, αλλά του δίνει την ικανότητα να αναγνωρίσει την κακία στον άνθρωπο.
Γυρνώντας τώρα στο τεχνικό κομμάτι, η σκηνοθεσία του νέου κύκλου περιέχει πολλές ενδιαφέρουσες τεχνικές, με πολλές σκηνές να έχουν αυτό που ονομάζουμε odd angles, ανεβάζοντας το επίπεδο αρκετά από την δεύτερη σεζόν, ενώ το δεύτερο επεισόδιο που σκηνοθέτησε η ίδια η Krysten Ritter οδηγεί στο συμπέρασμα πως, ναι, η σκηνοθετική καρέκλα της πάει γάντι. Η χρωματική παλέτα του πρώτου κύκλου δυστυχώς δεν επιστρέφει εδώ, καθώς επιλέγονται τα φυσικά χρώματα, που αναδεικνύονται από το full-screen format. Οι σκηνές δράσης παρουσιάζουν βέβαια μια αρκετά «ξύλινη» απεικόνιση, χάνοντας το επικό τους αίσθημα και ταιριάζοντας σε μια ακόμα στερεοτυπική τηλεοπτική παραγωγή.
Συνολικά, η τρίτη και τελευταία σεζόν του «Jessica Jones» δεν ξεπερνά ποτέ το επίπεδο που έθεσε η σειρά από τον πρώτο κιόλας κύκλο, αλλά ούτε την ρίχνει τόσο πολύ όσο η δεύτερη. Αντιθέτως την φέρνει σε μια νέα κατάσταση, εισάγοντας διάφορα ενδιαφέροντα ζητήματα, αλλά και δείχνοντας πως οι δημιουργοί της σειράς πραγματικά ενδιαφέρονται για τους χαρακτήρες. Είναι η σειρά-πρότυπο του πώς να κάνεις μια τρίτη σεζόν. Και τώρα που το σκεφτόμαστε, η σειρά και το σύμπαν των Defenders μπορούν να επαναπαυθούν εν ειρήνη, όσο βρίσκονται δηλαδή σε ένα σημείο που κάνουν τον nerd μέσα σου να υπερνικά την βαρεμάρα και την κούραση…