Γράφοντας κανείς/καμία την ιστορία των γυναικών (ή εναλλακτικά την ιστορία του φεμινιστικού κινήματος), ένα από τα κεφάλαια στα οποία σίγουρα θα αφιερώσει πολύ σκέψη και μελάνι θα είναι εκείνο της ιστορίας του κυνηγιού των μαγισσών. Στα παραμύθια που ακούγαμε μικροί και μικρές γνωρίσαμε μάγισσες πανούργες και πανίσχυρες, άλλοτε ανατριχιαστικές στην όψη κι άλλοτε καμουφλαρισμένες με γοητευτικά σώματα. Όμως τέτοιες μανιχαϊστικές απεικονίσεις δεν ανταποκρίνονται στην πραγματική όψη των γυναικών που κατηγορήθηκαν στην μεσαιωνική εποχή ως μάγισσες και κάηκαν στην πυρά. Οι εκτελέσεις γυναικών με αυτόν τον τρόπο δεν ήταν καθόλου φανταστικές, αντιθέτως μελετώνται πλέον από φεμινίστριες ιστορικούς και κοινωνικούς επιστήμονες ως μία αυταρχική μέθοδος πειθάρχησης των αποκλινουσών γυναικών, ως μία προσπάθεια «καταστροφής του ελέγχου που ασκούσαν οι γυναίκες επί της αναπαραγωγικής τους λειτουργίας» προκειμένου να εδραιωθεί ένα «καταπιεστικότερο πατριαρχικό καθεστώς» με τα λόγια της Σίλβια Φεντερίτσι.
Αρκετές σύγχρονες αφηγήσεις μαγισσών αναμετριούνται με αυτή την κληρονομιά του παρελθόντος. Είναι βέβαιο ότι στο παρελθόν η πιο αντιπροσωπευτική εικόνα μίας κακιάς μάγισσας ήταν ίσως εκείνη της μεταμφιεσμένης μητριάς της Χιονάτης με την ελιά στη μύτη και το δηλητηριασμένο μήλο στο χέρι από την κλασσική ταινία της Disney. Όμως, πλέον η σύγχρονη μαζική κουλτούρα πλάθει πιο περίπλοκες αφηγήσεις, όπως εκείνη της Goody Addams, της προγόνου της Wednesday Addams στην ομώνυμη σειρά του Netflix, της οποίας η ιστορία έχει αφομοιώσει την σύγχρονη φεμινιστική οπτική για το φαινόμενο του κυνηγιού των μαγισσών.
Η Σύναξη Μαγισσών διηγείται υπό αυτό το πρίσμα τις ιστορίες δεκατριών γυναικών που στο παρελθόν δαιμονοποιήθηκαν, κυνηγήθηκαν ή αναθεματίστηκαν. Το εικονογραφημένο έργο των Benjamin Lacombe και Sebastien Perez που κυκλοφορεί σε πολυτελή σκληρόδετη έκδοση στα ελληνικά απ’ τις εκδόσεις Οξύ σε αξιόπιστη μετάφραση της Χαράς Σκιαδέλλη από το γαλλικό πρωτότυπο (Grimoire de Sorcières) έχει σκοπό να ξαναπλάσει τις ιστορίες μυθικών ή και ιστορικών προσώπων, οι οποίες ενώνονται από το κοινό τους πεπρωμένο, από το «χάρισμα της μάγισσας» που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά.
Οι δημιουργοί του βιβλίου προειδοποιούν τους αναγνώστες και τις αναγνώστριές τους ήδη απ’ τις πρώτες σελίδες, ότι το βιβλίο κουβαλάει μία κατάρα και τους παροτρύνουν αν έπεσε τυχαία στα χέρια τους να το κλείσουν αμέσως και να το ξεχάσουν. Η κατάρα ξεκίνησε απ’ τη συμφωνία της Λίλιθ με τον Βελζεβούλ, της πρώτης μάγισσας επί γης και πρωτόπλαστης γυναίκας, η οποία μοιράστηκε τον κήπο της Εδέμ μαζί με τον Αδάμ, μέχρι που εκείνος την αντικατέστησε με την Εύα. Τότε η Λίλιθ θέλησε να πάρει εκδίκηση για την προδοσία και έδεσε τη μοίρα τη δική της και των απογόνων της με τον Βελζεβούλ. Οι ιστορίες των γυναικών που αφηγείται το βιβλίο είναι οι ιστορίες των γυναικών που κληρονόμησαν το χάρισμα και την κατάρα της:
«Από την ένωσή της με τον Βελζεβούλ γεννήθηκε μια γενιά από θεληματικές γυναίκες με διάφορες δυνάμεις, οι οποίες θα ονομαστούν μάγισσες και θα ζήσουν για πάντα καταραμένες»
Οι ιστορίες των γυναικών που διηγούνται ο Lacombe και ο Perez είναι φτιαγμένες για να προκαλέσουν τρόμο. Προέρχονται μάλιστα από διαφορετικές εποχές αλλά και από διαφορετικές περιοχές του κόσμου, καθώς η κατάρα της Λίλιθ δεν θα μπορούσε ούτε να περιοριστεί σε στενά γεωγραφικά όρια, ούτε να σβήσει με το πέρασμα των αιώνων. Την κουβαλούν γυναίκες όπως η Γκρέτσεν και η Μαλβίνα, αλλά και η Μάμπο και η Ζαν ντ’ Αρκ, γυναίκες μοναδικές που άφησαν το αποτύπωμά τους στην ιστορία και τη μυθολογία των κοινωνιών τους.
Η εικονογράφηση του βιβλίου από τον Benjamine Lacombe είναι εντυπωσιακή, όπως συμβαίνει με κάθε έργο του καταξιωμένου δημιουργού, τον οποίο στα ελληνικά γνωρίσαμε από την επίσης εξαιρετική έκδοση σε σκληρόδετο τόμο των Μακάβριων Ιστοριών Ι, που κυκλοφορεί κι αυτή από τις εκδόσεις Οξύ. Η αφήγηση της ζωής καθεμίας από τις πρωταγωνίστριές του συνοδεύεται από ένα μονοσέλιδο πορτραίτο της, ενώ ο κύριος κορμός του κάθε κειμένου εμπλουτίζεται με την πυκνή του εικονογράφηση, η οποία κατά κύριο λόγο αφορά αντικείμενα συνδεδεμένα με την εκάστοτε πρωταγωνίστρια, με σκοπό να γνωρίσει καλύτερα τον κόσμο της στους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του βιβλίου. Δεν είναι καθόλου απίθανο οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες να ξεφυλλίσουν πολλές φορές το βιβλίο, προκειμένου να χαζέψουν τα σχέδια του Lacombe, ακόμα και όταν θα έχουν διαβάσει όλες τις διηγήσεις που περιλαμβάνονται εντός του. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αισθητικά και μόνον απ’ την εξωτερική του εμφάνιση ο σκληρόδετος τόμος με το πανέμορφο εικαστικό στο εξώφυλλο και την ευχάριστη αίσθηση κατά την αφή, συνιστά ένα στολίδι για κάθε βιβλιοθήκη.