Ο κινηματογράφος ως τέχνη άργησε να εκτιμήσει τον Lovecraft,σε αντίθεση με τον ίδιο που τον λάτρεψε από την πρώτη στιγμή. Ακόμα όμως και όταν τελικά αναγκάστηκε να το αναγνωρίσει και προσπάθησε να οπτικοποιήσει την μαγεία των γραπτών του συγγραφέα από το Providece, 30 περίπου χρόνια μετά τον θάνατο του, βρέθηκε μπροστά σε κάποια απροσδόκητα προβλήματα
Το έργο του Lovecraft, είτε μιλάμε για την ονειρική, επηρεασμένη από τον Dunsanny περίοδο του, είτε για το ψυχρό κλίμα της μυθολογίας Κθούλου, βασίζεται σχεδόν ολοκληρωτικά στην απόκοσμη ατμόσφαιρα που δημιουργεί με τη δύναμη της γλώσσας, στις περιγραφές αλλόκοσμων τοπίων και καταστάσεων. Ο διάλογος, οι χαρακτήρες και γενικότερα όλα αυτά που αποκαλούμε ηρωικές παρεμβάσεις στα έργα του είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Επομένως η παραδοσιακή δραματική τέχνη θα δυσκολευόταν τρομερά σε ένα καθαρά λαβκραφτικό περιβάλλον.Ταυτόχρονα, τα μέρη τα οποία ο συγγραφέας περιέγραφε φάνταζαν στους ειδικούς του κινηματογράφου ιδιαίτερα δύσκολα στην κατασκευή και στην απόδοση. Λογικό έαν σκεφτεί κανείς πως αναφερόταν σε έννοιες όπως η μη-ευκλείδια γεωμετρία και η πέμπτη διάσταση, πράγματα που εξ ορισμού δεν μπορούν να γίνουν σκηνικά.
Ακόμα όμως και αν δεν υπήρχαν αυτά τα θέματα, το έργο του Lovecraft δεν ήταν ακριβώς “εμπορικό” . Είχε στρυφνές και δύσκολες έννοιες, έναν άκρατο μηδενισμό και έναν έντονο αντιηρωικό χαρακτήρα, πράγματα που δεν ταίριαζαν στην νοοτροπία των περισσότερων…
Την πρόκληση αυτή αντιμετώπισαν όχι μεγάλα στούνιο, αλλά μικρές εταιρίες, που ειδικεύονταν σε ταινίες χαμηλού κόστους, με αποτελέσματα που ενίοτε ήταν αριστουργηματικά. Η πιο διάσημη από αυτές τις εταιρίες, η American International, ανέλαβε και να φέρει στην μεγάλη οθόνη ένα σεβαστό μέρος του έργου του μεγάλου συγγραφέα.
Αυτό έγινε χάρη στον Roger Corman(House of Usher,The Terror) o οποίος είχε κερδίσει την φήμη του από την μεταφορά των διηγημάτων του Πόε στην μεγάλη οθόνη. Αυτός λοιπόν ανέλαβε να πείσει και την American International να συμπεριλάβει στην σειρά ταινιών για τον Πόε και την ταινία “The Haunted Palace” (1963), που μπορεί να φέρει το όνομα ενός διηγήματος του Πόε, στην πραγματικότητα όμως είναι το “Η περίπτωση του Τσαρλς Ντέξτερ Γουόρντ”! Η εικαστική δύναμη αυτής της ταινίας, που χρησιμοποιούσε με πανέμορφο τρόπο τόσο τα σκηνικά της όσο και την εξαιρετική ατμόσφαιρα και τις ερμηνείες της ( στην ταινία έπαιξε και ο εμβληματικός Vincent Price).
H ταινία ήταν μεγάλη επιτυχία για τα δεδομένα της εταιρείας και έτσι άνοιξε ο δρόμος για την μεταφορά του Lovecraft στην μεγάλη οθόνη! Τα επόμενα χρόνια γυρίστηκαν άλλες δύο ταινίες που βασίζονταν στο έργο του συγγραφέα, αυτή τη φορά χωρίς να χρειαστεί να πουν ότι ήταν του Πόε. Πρώτη βγήκε η ταινία “Die, Monster, Die” (1965), που στηρίζεται ( χαλαρά) στο έργο “Το χρώμα από το διάστημα”. Δύο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε και το “The Shuttered Room” , μια εξαιρετική μεταφορά της ομώνυμης νουβέλας των Ντέρλεθ – Λάβκραφτ “Το σφαλιστό δωμάτιο”. Η ταινία αυτή παραμένει και η καλύτερη της περιόδου, παρά τις αλλαγές που έγιναν για σεναριακούς λόγους. Διατηρεί ακέραιο το πνεύμα του αρχικού έργου και όλη την ατμόσφαιρα του Lovecraft.Τέσσερα χρόνια αργότερα βγήκε και το “Dunwich Horror” ( 1969), βασισμένo στο έργο “Ο τρόμος του Ντάνγουιτς”.
Την δεκαετία του 1970 ο Lovecraft ξεχάστηκε κινηματογραφικά. Ήταν η δεκαετία μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ και η Αμερική ζούσε στους ρυθμούς του ρατσισμού, της πυρηνικής δαμόκλειας σπάθης και της υποχώρησης αξιών που την στήριζαν για δεκαετίες. Ήταν τρομερά δύσκολο να βρει κοινό ένας συγγραφέας με την αίγλη του παρελθόντος, τη στιγμή που το παρελθόν αυτό απομακρυνόταν πιο γρήγορα από ποτέ στα μάτια των περισσότερων… Έπρεπε να έρθουν τα εξωφρενικά 80s, και συγκεκριμένα το 1985 για να γυριστεί το “Re-animator” του Stuart Gordon (Honey, I Shrunk the Kids), μια ταινία που βασίζεται πολύ χαλαρά στο διήγημα “Χέρμπερτ Γουέστ: ο αναζωογονητής”. Η ταινία ήταν ένας εμπορικός θρίαμβος και γρήγορα απέκτησε cult status αλλά και το αντίστοιχο κοινό. Ένα μόλις χρόνο αργότερα, πάλι από τον Stuart Gordon μας ήρθε το “From Beyond“, έχοντας ως βάση το ομύώνυμο διήγημα (Από το Υπερπέραν).
Αυτό ήταν! Σε δύο μόλις χρόνια ο Lovecraft απέκτησε την (κινηματογραφική) φήμη που του αρνήθηκαν τα 70s. Aπό τότε έχουν γυριστεί πολλές ταινίες που βασίστηκαν σε έργα του και μάλιστα το όνομα του όχι απλά δεν κρύφτηκε, αλλά έγινε και τρόπος διαφήμισης των ταινιών αυτών, οι οποίες δυστυχώς δεν συμβάδιζαν πάντα με την ποιότητα του αρχικού υλικού. Ενδεικτικα αναφέρουμε τα Unnamable I και II (1988 και 1989 αντίστοιχα), τα οποία ήταν εμπνευσμένα από το ομώνυμο διήγημα, αλλά και το Το ακατονόμαστο, Necronomicon (1994) μια ταινία με τρεις ξεχωριστές ιστορίες που απλά βασίζονται στους μύθους του Lovecraft και προσπαθούν να συνεχίσουν τον μύθο και την ατμόσφαιρα του με αμφίσημα αποτελέσματα. Στη συνέχεια υπάρχει και το “The Lurking Fear” (1994), που βασίζεται στο ομώνυμο “Ο φόβος ενεδρεύει”, αλλά και το Dagon (2001), που αποτελεί ίσως και την πιο γνωστή ταινία για το έργο του συγγραφέα, παρά το γεγονός ότι οι κριτικές που έλαβε ήταν μεικτές στην καλύτερη περίπτωση..
Εδώ να σημειωθεί πως πέρα από κάποιες εξαιρέσεις του παρελθόντος, οι περισσότερες ταινίες που έχουν γυριστεί με θέμα τους έργα του Lovecraft έχουν τρομερά θέματα παραγωγής και δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κάτι καλύτερο από b- movies. Πολλές φορές αυτά τα b-movies δεν είναι χωρίς καλλιτεχνικές αξιώσεις, ή ένα άρτιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Παραδείγματα για αυτό είναι και το “Re-animator“, αλλά και το “The Call of Cthulhu” (2005), ένα σύντομο film που γυρίστηκε σαν ασπρόμαυρη ταινία, η οποία ίσως είναι και η αρτιότερη ταινία με θέμα την μυθολογία Κθούλου. Ωστόσο αυτό δεν αναιρεί πως η σύγχρονη εποχή έχει ανάγκη μια σωστή ταινία για το έργο του H.P. Lovecraft…