The Dark Elf Trilogy – Από το ατομικό σκοτάδι στην αναζήτηση αλληλεγγύης

Καζανάς Kώστας Από Καζανάς Kώστας 7 Λεπτά Ανάγνωσης

Για όσους παίζουμε τα τελευταία (πολλά) χρόνια DnD, τα Λησμονημένα Βασίλεια (aka Forgotten Realms) είναι ένας κόσμο που θεωρούμε (και δικαίως) σπίτι μας. Μια συλλογή ιστοριών, τόπων, ανθρώπων, μύθων και θρύλων που είναι ολότελα δικά μας, φτιαγμένα από τη φαντασία και τις συλλογικές μας ιστορίες, γεμάτα με πολύτιμα κομμάτια μας. Μπορούμε να πούμε ότι περπατήσαμε στους δρόμους του Silvermoon, ότι ήπιαμε μπύρες με τους νάνους στη Mithras Hall, ότι πολεμήσαμε δράκους στη Ραχοκοκκαλιά του Kόσμου και τρολς στο ανήλιαγο Underdark.

Έτσι λοιπόν, όταν έχουμε την ευκαιρία να περιηγηθούμε σε αυτά τα μέρη αναγνωστικά, να τα γνωρίσουμε καλύτερα μέσα από λεπτομερείς περιγραφές, πληροφορίες για τους ανθρώπους που τα κατοικούν, την πολύπλοκη θεολογία τους και πώς συνδέεται αυτή με τους φόβους, τις ελπίδες και τις φιλοδοξίες τους, είναι σίγουρα κάτι που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Ειδικά όταν αυτό γίνεται μέσα από τα μάτια και την καρδιά του μεγαλύτερου πρόσφατου ήρωα τους, του dark elf Drizzt Do’Urden και την πένα του καλύτερου σύγχρονου συγγραφέα των Forgotten Realms, τον R. A. Salvatore.

 O ίδιος ο Drizzt μαγνήτισε το ενδιαφέρον του κοινού ήδη από την πρώτη του εμφάνιση, στην τριλογία του Icewind Dale από τον R. Salvatore. Eίναι όμως στην επόμενη τριλογία, το Dark Elf Trilogy, prequel του Icewind αλλά που ουσιαστικά την εκτόπισε από την πρώτη θέση σε σημασία, που πραγματικά τον γνωρίζουμε, και μαζί με αυτόν, την κοινωνία των Drow τη μυστηριώδη πόλης των αραχνών, τη Menzoberranzan και τη φρικιαστική θεά τους, τη Lolth.

Ο Salvatore, στο Dark Elf Trilogy – Πατρίδα, Εξορία, Ξενιτιά-  (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Anubis και σε μετάφραση της Βίκης Σαρμπάνη) μας δίνει μια κοινωνία η οποία είναι δεμένη μόνο από το μίσος της για όσους δε τη μοιάζουν. Ρατσισμός, σκλαβιά, μισαλλοδοξία, θρησκευτικός φανατισμός και ασταμάτητες αιματηρές εσωτερικές διαμάχες διαμορφώνουν τη ζωή στα σκοτεινά σπήλαια της πόλης των Αραχνών. Οι κοινωνικές προσταγές είναι «πρόδωσε, σκότωσε, ανέβα», για το άτομο και την οικογένεια (μέχρι η δεύτερη να αποτελέσει βαρίδι για το πρώτο). Η Menzoberranzan είναι το πολιτισμικό και πολιτικό όνειρο κάθε σκληρού φιλελεύθερου, μια συγκέντρωση ατόμων που μόνο τυπικά μπορεί να θεωρηθεί κοινωνία. Xωρίς δομές πέραν της βίας και του θρησκευτικού φόβου, χωρίς ενδιαφέρον για όποιον δεν μπορεί να αποδείξει την αξία του.

 Οι περιγραφές του συγγραφέα είναι πολυπληθείς, ακριβείς και λεπτομερείς. Καταφέρνει να μας δείξει με διαύγεια και, έναν κυνικό ρεαλισμό για το πώς τα σκοτεινά ξωτικά συμπεριφέρονται το ένα στο άλλο και, όλα μαζί, σε όσους δεν τους μοιάζουν. Ο Salvatore καταφέρνει και ζωντανεύει έναν τρόπο ζωής που, ενώ μας απωθεί, δυστυχώς, δε μας ξαφνιάζει.

Αυτό που εκπλήσσει ωστόσο είναι πως από αυτή τη δομή προήλθε ένας πραγματικός, με όλες τις έννοιες της λέξης, ήρωας.  O Drizzt Do’Urden διαφέρει από τον περίγυρό του σχεδόν από τη στιγμή της γέννησής του. Συγκεντρώνει γύρω τους τις ελάχιστες θετικές πτυχές αυτής της δομής, άτομα που συνειδητοποιούν πώς ο κανιβαλισμός είναι μια μοίρα που δε αξίζει σε καμία ομάδα, όπως τον πρώτο του δάσκαλο, τον Zaknafein. Μέσα από την αλληλεπίδραση  μαζί τους, αλλά και τη θέαση της φρίκης που επιτάσσει η λατρεία της Lolth, ο Drizzt επιλέγει την απομόνωση της εξορίας, η οποία σχεδόν τον κάνει να φέρεται σαν άγριο ζώο. Αργότερα, κυνηγημένος από την εκδίκηση της ίδιας της μητέρας του αλλά και την ανάγκη για κοινωνικότητα, πραγματική αυτή τη φορά, καταφεύγει στον υπέργειο κόσμο, εκεί που κανένα σκοτεινό ξωτικό δε θα πήγαινε αν δεν είχε σκοπό να πολεμήσει και να πεθάνει για τη Lolth.

Tα τρία βιβλία αυτής της σειράς είναι μια συνεχόμενη ιστορία ενηλικίωσης, η οποία λήγει με την απόφαση να εξερευνηθεί το άγνωστο, μια απόδραση σε μέρη που «δεν έχουν δοκιμαστεί ποτέ» ή «δεν πέτυχαν ποτέ τίποτα». Μια έφοδος στον ουρανό αν θέλετε! Και η απόφαση αυτή πάρθηκε επειδή ο παλιός τρόπος ζωής των drow όχι μόνο δεν τον χωρούσε, αλλά τον δηλητηρίαζε ενώ η απομόνωση του αφαιρούσε την ταυτότητα. Μέσα από την τριλογία αυτή, και αυτό αποτελεί τελικά τη βαθύτερη ουσία του βιβλίου, είναι πως κανείς, ακόμα και ένας ήρωας, δεν είναι ολοκληρωμένος ως άτομο εάν δε συνδεθεί με το σύνολο. Για τον Drizzt, το σύνολο βρέθηκε μέσα από τους Companions of the Hall και τη δική τους προσφορά στις κοινωνίες των Λησμονημένων Βασιλείων. Μια ζωή προσφοράς και, τελικά, αλληλεγγύης.

Γιατί, και με όρους DnD, η ιστορία πλάθεται για την (και από την) ομάδα, από το party.

Αν πάλι κάποιος δεν παίζει DnD και οι όροι αυτοί του φαίνονται περίεργοι, μπορούμε να πούμε πως εάν θέλει μια διαυγή και καλογραμμένη ιστορία fantasy, σίγουρα δεν θα χάσει, ενώ το μήνυμα του Drizzt και το ταξίδι του να καταλάβει τον Άλλον δίπλα του, είναι πράγματα που μπορούν να εμπνεύσουν ακόμα και όποιον δεν έχει ακουμπήσει 20εδρο στη ζωή του.

Προφανώς όταν μια ιστορία απλώνεται σε 3 βιβλία, είναι αναπόφευκτο να υπάρχουν αυξομειώσεις στην ποιότητα. Την ίδια στιγμή ο ρυθμός του Salvatore είναι αδύνατον να μπορεί να κρατηθεί στην ίδια ταχύτητα και ένταση σε ένα έργο που ουσιαστικά ξεπερνά τις 1.000 σελίδες. Όμως ο Salvatore καταφέρνει να κρατά τον αναγνώστη με χαρακτήρες τρισδιάστατους και σκηνές μάχης που αποπνέουν ένταση και οριακά κινηματογραφική λεπτομέρεια. H πένα του συγγραφέα ακολουθεί κατά πόδας τις λεπίδες, τις μανούβρες αλλά και τα ξόρκια των προσώπων.

Την ίδια στιγμή, όσο και αν τα ελληνικά δεν καταφέρνουν πάντα να ακολουθήσουν την ευπλασία των αγγλικών όσον αφορά λέξεις και έννοιες για τις οποίες δεν έχουν ακριβή (συχνά και καθόλου) αντίστοιχες, η μετάφραση της Σαρμπάνη είναι απόλυτα ικανή να αποδώσει τον πραγματικό χαρακτήρα του έργου. Ειδικά για παίκτες DnD είναι ένα πολύ όμορφο δώρο να βλέπουν ξόρκια και κινήσεις που ξέρουν να χρησιμοποιούνται σε σκηνές με τόση αγωνία.

Επιλογικά, τα βιβλία του Drizzt, ανεξάρτητα από την σχέση σας με tabletop RPG, είναι μια κλασική προσθήκη στη βιβλιοθήκη σας.

Μοιραστείτε το Άρθρο
Ο Κώστας όταν ήταν μικρός είχε ένα όνειρο, να παιζει σκάκι σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πίστη του στο FORCE δεν στάθηκε ικανή για να τον κάνει να το πραγματοποιήσει. Κάπου στα 15 του αυτό το όνειρο ναυάγησε. Έκτοτε αρκείται σε χριστουγενιατικούς μαραθώνιους STAR WARS.