O κινηματογράφος το 2022 είναι μια χρονιά μεγάλης απορρύθμισης, τόσο εξαιτίας των συνεπειών της πανδημίας, η οποία έφερε σε δυσμενή θέση τις αίθουσες, ένα θέμα που δεν έχει λυθεί ακόμα, όσο και εξαιτίας της γενικότερης προβληματικής συμβίωσης του streaming με την ίδια την ιδέα της αίθουσας. Αυτή η πολύ διαφορετική προσέγγιση στον τρόπο που καταναλώνουμε προϊόντα ψυχαγωγίας, ειδικά όταν πρόκειται για ένα προϊόν όπως ο κινηματογράφος, που παραδοσιακά φτιάχνεται και καταναλώνεται μαζικά, έχει φέρει πολλές αλλαγές στην ίδια τη βιομηχανία, τις οποίες το μεγάλο κεφάλαιο που τη διαχειρίζεται δεν μπορεί εύκολα να φέρει σε μια ισορροπία. Την ίδια στιγμή έχουμε, ευτυχώς, και μεγάλες αντιδράσεις από τους εργαζομένους αυτής της βιομηχανίας, τόσο με την ίδρυση πολλών σωματείων εκεί που πριν δεν υπήρχε τίποτα αλλά και την πιο ενεργή δραστηριοποίηση όσων υπήρχαν, ενάντια σε πρακτικές εργοδοτικής αυθαιρεσίας, όπως στην περίπτωση των τεχνικών CGI ενάντια στη Disney και τη Marvel.
Παράλληλα, στον χώρο του υπερηρωικού κινηματογράφου, με μεγάλη ευθύνη της Marvel, η οποία πλημμύρισε τις αποδυναμωμένες αίθουσες με ταινίες που αργότερα θα πήγαιναν απευθείας στην πλατφόρμα της Disney, παρατηρούμε πια ξεκάθαρα την καλλιτεχνική πτώχευση της ιδέας του πολυσύμπαντος, το οποίο αντί να χρησιμοποιηθεί ως αφηγητικό εργαλείο, έχει μετατραπεί σε ένα get-out-of-jail- card για οποιαδήποτε σεναριακή αβλεψία συμβαίνει, και, βασικότερο, μια ευκαιρία marketing για να δώσουν στο κοινό ξαναζεσταμένες τις παιδικές του αναμνήσεις. Γενικότερα το MCU δε φαίνεται πια ικανό να κρατήσει το ενδιαφέρον μας περισσότερο από μια βαρετή τηλεοπτική σειρά που απλά την αφήνουμε να παίζει σαν background θόρυβος όσο ασχολούμαστε με άλλα πράγματα.
Ένα από αυτά είναι βέβαια και το ξεκατίνιασμα στη DC με τις δολοφονίες project υπό τον Zaslav και την ανάθεση των ηνίων του ενιαίου σύμπαντος στον James Gunn, ο οποίος σκότωσε κάθε υπάρχον project (δε χάσαμε και τίποτα αν μας ρωτήσετε). Βέβαια η DC επιμένει στην ξεπερασμένη πια ιδέα του ενιαίου universe, ενώ οι καλύτερες υπερηρωικές ταινίες που έχει βγάλει είναι μεμονωμένες ή τριλογίες που δε συνδέονται με άλλα project. Το Batman του Reeves και το Joker ανήκουν σε αυτή την κατηγορία και ξεκάθαρα θα θέλαμε να δούμε περισσότερο ελεύθερες και ανεξάρτητες ιστορίες παρά μια εφηβική ονείρωξη όλων των μαζεμένων ηρώων να παίζουν ξύλο.
Γενικότερα, σε κάθε επίπεδο, δεν ανυπομονούμε για κάτι το 2023 γιατί και το 2022 ό,τι περιμέναμε τελικά μας απογοήτευσε και ό,τι μας άρεσε ήταν κάτι εντελώς απρόσμενο (τις περισσότερες φορές). Ίσως τελικά αυτό να είναι μια πιο υγιής προσέγγιση στην αποσάθρωση της βιομηχανίας του θεάματος.
Πάμε λοιπόν να δούμε αυτές τις (μικρές ή μεγαλύτερες) εκπληξεις!
10 – X
H ταινία του Ti West (The House of the Devil) αποτελεί έναν ουσιαστικό φόρο τιμής στην χρυσή εποχή των ταινιών τρόμου, αλλά με την κατάλληλη εφευρετικότητα ώστε να συμβαδίζει με την αισθητική της εποχής.
Συνδυάζει το σοκ ενός slasher, το γέλιο μίας κωμωδίας και το ανυπόληπτο του τίτλου. Ξέρει τι να διακωμωδήσει και τι να σεβαστεί, ξεφεύγει από οτιδήποτε στερεοτυπικό. Μέσα από την απαιτούμενη στοιχειωμένη του ατμόσφαιρα, αναλύει την σύγκρουση μεταξύ νέων και ηλικιωμένων σωμάτων, απωθημένων και απελευθερωμένων. Πηγαίνοντας και ένα βήμα παραπέρα, ανατρέπει την κλασική ιστορία και παρουσιάζει από μία φεμινιστική ματιά την ηλικιωμένη γυναίκα που στην προσπάθεια να εναρμονιστεί με την σεξουαλικότητά της γίνεται ο κακός της ιστορίας, σε μια κοινωνία που αυτό δεν είναι αποδεκτό.
9 – Barbarian
Βασισμένο σε κεφάλαια και κάνοντας μια αναδρομή σαράντα χρόνων, το Barbarian, είναι έτσι δομημένο ώστε να έχουμε πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες, μέσα σε μία ενιαία ιστορία, σχετικά με τα φύλα και την φυλετική δύναμη, αλλά και την αστική παρακμή. Δεν είναι απλώς μια ταινία τρόμου, γεμάτη κλισέ, όπως ο Zach Cregger ήθελε να μας πείσει σε πρώτο στάδιο. Κρύβει πολλά υποείδη, τοποθετημένα πανέξυπνα, είναι ένας κοινωνικός σχολιασμός, ένα θρίλερ με μία δόση τρυφερότητας και συμπόνιας, μία σύγχρονη ανακατασκευή της Jayne Eyre, μία καινούργια απόδοση του κλασικού «στοιχειωμένου σπιτιού».
Αν και δεν υπογραμμίζεται ποτέ ποιος είναι ο «βάρβαρος» του τίτλου, για τον κάθε χαρακτήρα άλλωστε θα μπορούσε να τον συμβολίζει κάτι διαφορετικό, βλέπουμε ότι ο Cregger, εδώ, αρκετά συνειδητοποιημένος, παρόλη την αστεία και mainstream πλευρά της ταινίας, κάνει μία ανεπαίσθητη εξερεύνηση στην αδυναμία των ανδρών να αποδεχτούν τις προεκτάσεις των κακών -έως εγκληματικών- τους πράξεων και να αναγνωρίσουν τις τερατώδεις συνθήκες κάτω από τις οποίες αναγκάζουν τις γυναίκες να επιβιώσουν, παρά μόνο όταν είναι πια πολύ αργά.
8 – RRR
Όλα όσα θα έπρεπε να είναι ένα blockbuster, αγνό και εθιστικά υπερβολικό. Το RRR δεν είναι απλώς μία από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς – είναι αρκετές από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς. Το έργο του SS Rajamouli, είναι ένα εμπνευσμένο ιστορικό δράμα για τους Ινδούς πολίτες που εξεγείρονται κατά του βρετανικού Ρατζ τη δεκαετία του 192. Ταυτόχρονα είναι ένα λαμπερό ρομαντικό μιούζικαλ, αντάξιο της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ. ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ, είναι ένα μυστηριώδες αστυνομικό θρίλερ για δύο διπλούς πράκτορες που γίνονται φίλοι. Συγχρόνως, είναι μια τρελά υπερβολική ταινία δράσης, αλλά και είναι ένα καταιγιστικό έπος υπερηρώων. Το πιο εκπληκτικό είναι ότι όλα αυτά τα είδη και οι τόνοι ταιριάζουν τόσο άψογα μεταξύ τους για να αφηγηθούν μια δυνατή ιστορία. Δείτε το οπωσδήποτε!
7 – Triangle of Sadness
Στην τελευταία διαβρωτική σάτιρα του Ruben Östlund (Force Majeure, The Square), ο σεναριογράφος-σκηνοθέτης βάζει στο στόχαστρο την καπιταλιστική τρέλα που ενυπάρχει στο μόντελινγκ, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις κρουαζιέρες πολυτελείας. Αυτό που είναι μοναδικό στο Triangle of Sadness, το οποίο κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες, είναι ο συνδυασμός λεπτότητας και υπερβολής που κάνει ο Östlund. Κάνει οξυδερκείς παρατηρήσεις σχετικά με μικρές κοινωνικές αβρότητες, αλλά ωθεί κάθε αμήχανη κατάσταση σε σημείο που οι θεατές λαχανιάζουν και ανατριχιάζουν. Και τότε υπάρχει και η σκηνή στην οποία μια φουρνιά πάμπλουτων επιβατών υποφέρει από μια από τις χειρότερες ναυτίες του κινηματογράφου…
6 – The Eternal Daughter
Η Tilda Swinton (Memoria, Only Lovers Left Alive) δίνει δύο εκπληκτικές ερμηνείες, υποδυόμενη τόσο μια γηραιά μητέρα, τη Rosalind, όσο και τη μεσήλικη, σκηνοθέτιδα κόρη της, τη Juli, σε μια από τις πιο εύγλωττες, συγκλονιστικά όμορφες ταινίες της χρονιάς. Η σεναριογράφος και σκηνοθέτης Joanna Hogg παίζει με τις ιστορίες φαντασμάτων, με τις δύο γυναίκες να μένουν σε ένα παλιό, τρισάθλιο και απομονωμένο ξενοδοχείο, όπου φαίνεται να είναι οι μοναδικοί φιλοξενούμενοι. Καθώς όμως η Julie παλεύει με την προσπάθεια να γράψει ένα σενάριο για τη μητέρα της, και μιλάνε για το παρελθόν, γίνεται σαφές ότι η ταινία στην πραγματικότητα εξορύσσει τα βάθη της μνήμης και της λύπης, θέτοντας το ερώτημα τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε για τους ανθρώπους που αγαπάμε. Οι συζητήσεις των γυναικών και η ατμοσφαιρική ιστορία, που ξεδιπλώνονται με άνεση, μας οδηγούν να αναρωτηθούμε τι θα μπορούσε να έχει συμβεί και τι θα μπορούσε να είχε φανταστεί κανείς. Αυτό που είναι αναμφίβολα αληθινό είναι ο βαθύς συναισθηματικός αντίκτυπος αυτής της λεπτεπίλεπτα ειπωμένης ταινίας, απόδειξη μίας λαμπρής δημιουργού.
5 – The Northman
Ο Robert Eggers (The Witch, The Lighthouse) έχει δημιουργήσει έναν κόσμο, όπου τα όνειρα, οι υπερφυσικές δυνάμεις και η μαγεία φαντάζουν τόσο αληθινά. Τονίζει σε κάθε ευκαιρία την βαθιά ριζωμένη πίστη των Βίκινγκς στο αναπόδραστο της μοίρας, εμφανίζει τον πρωταγωνιστή σαν τραγικό ήρωα, ανήμπορο να την νικήσει και να ξεφύγει από αυτή, τα πράγματα που τον κάνουν ευτυχισμένο του φαίνονται τόσο ασήμαντα και ακόμα και όταν πια ερωτεύεται και έχει κάτι να χάσει πέρα από την δική του ζωή, η εκδικητική του απελευθέρωση είναι μονόδρομος.
Ο πυρήνας παραμένει ο ίδιος, μια ιστορία προδοσίας, γενναιότητας και εχθρότητας, αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με μία πολύ νέα εκδοχή μιας πολύ παλιάς ιστορίας. Ο Robert Eggers δημιούργησε ένα arthouse, Βίκινγκ έπος.
4 – Τhe Batman
Το Batman του Matt Reeves (Cloverfield, Dawn of the Planet of the Apes) παρά το ότι είναι η 12η (περίπου) ταινία του Σκοτεινού Ιππότη καταφέρνει, στις 3 ώρες που διαρκεί και με την (πρόσθετη) PG-13 σηματοδότησή του να αποτελεί την πιο Batman ταινία που έχουμε δει στην 50+ πορεία του χαρακτήρα στη μεγάλη οθόνη, την πιο σκοτεινή (ατμοσφαιρικά και θεματικά) και ταυτόχρονα την πιο πιστή στο comic πνεύμα του αρχικού Batman των Bob Kane και Bill Finger. Αυτή ενός noir κατά βάση ντετέκτιβ, βαθιά τραυματισμένου ψυχικά και συναισθηματικά, ο οποίος βαδίζει μέσα σε μια αδηφάγα, πάντα βροχερή πόλη από την οποία δεν υπάρχει διαφυγή.
Mε όχημα μια εκπληκτική φωτογραφία, εστίαση στην πλοκή και όχι μια φανφάρικα εντυπωσιακή αλλά τελικά κενή αλληλουχία σκηνών δράσης (όπως ο Snyder) έναν γεμάτο νόημα (άλλες φορές φανερό άλλες φορές κλείσιμο του ματιού) φωτισμό και μουσική και τις δυναμικές ερμηνείες από ένα εμπνευσμένο cast, μας δίνει μια ταινία Batman που πολλοί θα πουν ότι είναι η καλύτερη που έχουμε δει. Ίσως ισχύει ίσως όχι, αλλά το σίγουρο είναι πως ο Batman του Reeves έρχεται στο σήμερα σε ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο, πολύ πιο ανοικτό κοινωνικά και πολιτικά, από ότι ο Bond-ικός και βαθιά συντηρητικός Batman του Nolan.
3 – Aftersun
Το κινηματογραφικό ντεμπούτο της σκωτσέζας σκηνοθέτιδος και σεναριογράφου, Charlotte Wells, (Tuesday, Laps) προβλήθηκε για πρώτη φορά στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών και απέσπασε το βραβείο της Κριτικής Επιτροπής του θεσμού. Δικαίως.
Με την πρωτοεμφανιζόμενη Fransesca Corio στον ρόλο της 11χρονης Sophie και τον Paul Mescal (Normal People) στον ρόλο του Calum, η Wells μας παρουσιάζει μία ιστορία μπαμπά-κόρης, σαν ένα έργο ανάμνησης, αποδοσμένο ταυτόχρονα από την σκοπιά ενός μικρού παιδιού και ενός νεαρού γονέα.
Το Aftersun είναι μία αριστουργηματική προσέγγιση σχέσης πατέρα-κόρης, μία αναζήτηση για το νόημα που βρίσκουμε στην μνήμη, μία προσπάθεια της Charlotte Wells να μας καταστήσει σαφές ότι οι παιδικές μας αναμνήσεις δεν είναι παρά μόνο φωτογραφίες των πιο φωτεινών μας στιγμών και μία υπενθύμιση ότι ο φακός είναι το μέρος εκείνο που επιστρέφουμε για να αναζητήσουμε τους ανθρώπους που δεν μπορούμε να βρούμε πουθενά αλλού.
Και μία επιβεβαίωση ότι το Under Pressure είναι ό,τι καλύτερο έχει συμβεί στην μουσική.
2 – The Banshees of Inisherin
Το συνηθισμένο σκοτεινό χιούμορ και οι εκλεπτυσμένοι διάλογοι του Martin McDonagh είναι εδώ, λείπει όμως η βία και η επιθετική ειρωνεία των προηγούμενων ταινιών του (In Bruges, Seven Psychopaths). Αυτά τα έχει ανταλλάξει με κάτι πιο θλιβερό, πιο παράξενο και πιο ποιητικό. Πρόκειται για μια ήσυχη, μικρής κλίμακας δραματική κωμωδία που περιστρέφεται γύρω από μια παράλογη διαφωνία μεταξύ δύο φαινομενικά αξιοπρεπών ανδρών, των αγαπημένων του συνεργατών Colin Farrell (Lobster, The Batman) και Brendan Gleeson (The Ballad of Buster Scruggs, The Tragedy of Macbeth) σε μια μικρή παμπ σε ένα μικροσκοπικό ιρλανδικό νησί. Αναπτύσσεται σε έναν στοιχειωτικό μύθο και μια υπενθύμιση του πόσο καταπληκτικός ηθοποιός μπορεί να είναι ο Farrell.
1 – Everything Everywhere All at Once
Το γνωστό κινηματογραφικό δίδυμο DANIELS, των Daniel Scheinert και Daniel Kwan, μετά από το βραβευμένο στο φεστιβάλ Sundance, Swiss Army Man (2016) και μια σειρά από επίσης βραβευμένα βίντεο κλιπ, επιστρέφει, παρουσιάζοντας στο σινεμά μια ταινία που εμπεριέχει τα πάντα όλα, όπως πολύ σωστά (για πρώτη φορά) μεταφράστηκε ο τίτλος της για την διανομή στην Ελλάδα. Χορογραφημένες, κωμικές σκηνές μάχης, επικές και ανόητες λεπτομέρειες και μία υπερκινητική αφήγηση, μας δείχνουν την πρωταγωνίστρια σε κάθε άλλο παράλληλο σύμπαν. Και εκεί κρύβεται ο θρίαμβος του μοντάζ. To Everything Everywhere All at Once είναι μια οπτική πανδαισία, και μια όαση σε μια οριακά χρεοκοπημένη χρονιά.