Η νέα ταινία Spiderman είναι η πρώτη φορά που ο πιο διάσημος ήρωας της Marvel θα λειτουργήσει κάτω από την στέγη (και τον δημιουργικό έλεγχο) της… μαμάς εταιρείας. Μπορεί τα δικαιώματα να ανήκουν ακόμα στην Sony, η δεύτερη όμως, σε αντίθεση με την Fox, κατάλαβε πως κάποια πράγματα λειτουργούν καλύτερα στο ευρύτερο πλαίσιο το οποίο δημιουργήθηκαν.
Οι περίπτώσεις των Χ-men και του Spiderman είναι αρκετά όμοιες. Οι αρχικές τριλογίες τους, στις αρχές του 2000 κορυφώθηκαν στο δεύτερο μέρος, ενώ το τρίτο σκότωσε το momentum. Όταν ξεκίνησαν πάλι, πάνω κάτω κοντά στο 2010, τα πράγματα ήταν αρκετά διαφορετικά. Τώρα, για τρίτη φορά, είναι αμφότερες έτοιμες για ένα νέο ξεκίνημα. Πρώτος το βήμα το έκανε ο Ανθρωπος- Αράχνη και το αποτέλεσμα ήταν… κατώτερο των προσδοκιών.
Το Spiderman Homecoming έχει ως στόχο το νεανικό κοινό, το οποίο νιώθει πως δεν μπορεί να ταυτιστεί με την αυστηρή ηθική του Captain America, ή τον αειθαλή Iron Man, για το νέο κοινό του MCU, τους γεννηθέντες μετά το 2008 που δεν είδα ποτέ τον Tobey Maguire να φορά το εμβληματικό κόκκινο καλτσόν και δεν κατάλαβαν ποτέ την φάση του Αndrew Garfield. Kαι αυτό δεν είναι κάτι κακό, όποιο franchise δεν εξελίσσεται είναι καταδικασμένο στον βάλτο της στασιμότητας. Ωστόσο, οφείλουμε να παραδεχθούμε πως τα νέα στοιχεία που εισάγει το Homecoming δεν λειτουργούν καλά, ούτε αναδεικνύουν τον ήρωα, φανερώνοντας πολλές τρύπες, ασυνέχειες και προχειρομπαλώματα στο σενάριο του σκηνοθέτη Jon Watts (Cop Car, The Onion News Network) και των συνεργατών του.
Το περιβάλλον του σχολείου δεν θυμίζει το ταπεινό λύκειο του Queens, αλλά μάλλον ένα πανάκριβο τεχνολογικό σχολείο όπου φοιτούν ιδιοφυΐες, χάνοντας έτσι από μόνο του την επαφή με το κοινό που υποτίθεται ήθελε να κυνηγήσει. Την ίδια στιγμή, τα άτομα που εισάγει αυτό το νέο περιβάλλον είναι, στην καλύτερη τους, ενοχλητικά και όχι μόνο δεν προσφέρουν κάτι, αλλά αντίθετα καταλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος της ταινίας, κουράζοντας τον θεατή. Ο Νed του Jacob Batalon (The True Don Quixote) ήταν ένα κακέκτυπο όλων των κλισέ που η nerd κοινότητα έχει αφήσει (οριακά) πίσω της, ενώ ο Flash Thompson, ένας σημαντικός χαρακτήρας στην μυθολογία του Spiderman, ο οποίος στην πορεία φοράει τον μανδύα του Venom, του Tony Revolori (Grand Hotel Budapest, Son of Zorn) είναι μια κακογραμμένη αντιγραφή χαρακτήρων από ταινίες του 80. Για να μην αναφέρουμε την MJ του teen icon Zendaya (spoiler, αλήθεια τώρα;) και φανούμε κακοί. Ακόμα και η επιλογή της Marisa Tomei (Crazy, Stupid, Love, The Wrestler) δεν φαίνεται να δικαιολογείται, αφού δεν προσφέρει στον ρόλο τίποτα το καινούργιο, πέρα από το πόσο καλά κρατιέται για την ηλικία της. Αποτυχημένοι χαρακτήρες σε ένα αποτυχημένο πλαίσιο.
Παράλληλα, ακόμα και οπτικά ο Jon Watts έχασε την ευκαιρία να μας τραβήξει το ενδιαφέρον με τις απίστευτες κινησιακές δυνατότητες του χαρακτήρα. Μεταφέροντας μεγάλο μέρος της δράσης στα προάστια, σε υπόγεια και σε κλειστούς χώρους, ο Spiderman αφήνει τους οικείους του ουρανοξύστες και καταλήγει καθηλωμένος στο έδαφος (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Η απειρία του σκηνοθέτη είναι έκδηλη τόσο με την φοβική χρήση των εφέ όσο και την δειλή χρήση οποιουδήποτε άλλου πλάνου. Φοβούμενος μήπως κάτι κάνει λάθος, όπως ο Trank με τους Fantastic Four, προτίμησε να φανεί περισσότερο σαν διαχειριστής και τεχνοκράτης παρά σαν δημιουργός.
Tι άξιζε λοιπόν από την ταινία αφού ούτε οπτικά ούτε αισθητικά έφερνε κάτι νέο; Το πρωταγωνιστικό δίδυμο, ή τρίδυμο καλύτερα. Ο Τom Holland (Lost City of Z, Civil War) συνεχίζει να παραμένει ένας εξαιρετικός Spiderman, ομιλητικός, θρασύς και αστείος, και ταυτόχρονα ένας προσεγγίσιμος Peter Parker, προσγειωμένος, λίγο δειλός και ντροπαλός. Τις στιγμές που δεν τον βαραίνει κάποιος από το support cast και είναι μόνος του ή έστω με κάποιον από τους άλλους δύο πραγματικούς ηθοποιούς της ταινίας, καταφέρνει να μας δώσει έναν Spiderman που ταιριάζει στον 21ο αιώνα. Αυτές οι στιγμές όμως δεν είναι πολλές. Από την άλλη, ο Robert Downey Jr, επιστρέφοντας σε έναν ρόλο που ερμηνεύει αβίαστα εδώ και 10 χρόνια σχεδόν, δείχνει ελαφρώς πιο ώριμος, πιο γερασμένος ίσως και σίγουρα έτοιμος για την λήξη του συμβολαίου που πλέον έχει τεντωθεί σε ακραίο βαθμό. Σε κάθε περίπτωση όμως ΕΙΝΑΙ ο Iron Man.
Ίσως το καλύτερο κομμάτι της ταινίας, και το πιο σημαντικό ίσως, είναι ο Michael Keaton (Spotlight, Birdman or (The Unexpected Virtue of Ignorance). Ο παντοτινός Batman καταφέρνει να μας δώσει έναν από τους πιο αξιόλογους κακούς της Marvel (όχι πολύ δύσκολο) ακριβώς επειδή επιλέγει μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση για το κίνητρο και την νοηματοδότηση του χαρακτήρα. Μέσα από τον Vulture, που απέχει παρασάγγας από τον γραφικό γέρο με το πράσινο καλτσόν των κόμικ, βλέπουμε έναν μικρόκοσμο κακοποιών που προσπαθούν να επιζήσουν σε έναν κόσμο που τους προσπερνά. Οι υπόλοιποι κακοποιοί της Νέας Υόρκης είτε επιλέγουν να δουλέψουν για άλλους (Kingpin) είτε είναι πολύ απασχολημένοι με το να πολεμούν ninja. Μέσω του Vulture βλέπουμε μια Νέα Υόρκη που ζει με εισβολές εξωγήινων, με super heroes στην καθημερινότητα της (κάτι που προσπάθησε να κάνει και το σκηνικό του σχολείου με γραφικό και αποτυχημένο τρόπο) και το σημαντικότερο, με ανθρώπους καθημερινούς που νιώθουν ότι οι ισχυροί αυτού του κόσμου μπορεί να φόρεσαν spandex, ομως δεν άρχισαν να νοιάζονται για αυτούς. Ο Michael Keaton είναι ο απαραίτητος και σωστά δομημένος ρεαλισμός που χρειάζεται ένας ταξικός ήρωας όπως ο Spiderman.
Kλείνοντας, το Spiderman- Homecoming δεν καταφέρνει να κάνει το μπαμ που όλοι περίμεναν. Δεν ξεπερνά τον Tobie, ούτε καν τον Garfield. Και είναι κρίμα, γιατί είχε τα φόντα να κάνει και τα δύο.