Γράφει ο Ηλίας Καλτσάς
Κάθε φορά που η βιομηχανία comics βρισκόταν σε κρίση, έκανε δύο διακριτές και αντιθετικές μεταξύ τους κινήσεις. Η πρώτη και πλειοψηφικότερη ήταν να ρίχνει όλο της το βάρος στους τίτλους-σημαίες, συχνά εμπλέκοντας και όλους τους ήρωες ταυτόχρονα σε μεγάλα events (Crisis on Infinite Earths, Onslaught, Civil War μερικά μόνο παραδείγματα). Αυτή η τακτική, παρόλο που κατά καιρούς παρήγαγε αριστουργήματα, τείνει συνήθως να προσθέτει επιπλέον φορτία σε ήδη κουρασμένους χαρακτήρες και θεματικές, μέχρι το επόμενο reboot τους και πάλι απ’ την αρχή. Κυρίως, πρόκειται για συντηρητική κίνηση: δεν προσφέρει τίποτε πραγματικά νέο, βασίζεται στα υπάρχοντα καύσιμα χωρίς να τα ανανεώνει.
Ανέκαθεν όμως, στα απόνερα αυτής της διαδικασίας ή και ταυτόχρονα με αυτήν, δινόταν πλήρης ελευθερία σε μερίδα δημιουργών να δουν με τελείως διαφορετική οπτική δευτερεύοντες χαρακτήρες και πλοκές ή ακόμα να δημιουργήσουν κάτι εντελώς νέο, καθώς δε θα είχαν να χάσουν κάτι μακροπρόθεσμα, ακόμα και σε πιθανή αποτυχία. Μπορεί κανείς να πει ότι μέσα από τέτοιους επανακαθορισμούς έγιναν οι πιο κοσμογονικές αλλαγές στα κόμικ σύμπαντα, ενώ υπάρχουν και παραδείγματα νέων ρευμάτων που γεννήθηκαν με αυτό τον τρόπο. Για παράδειγμα, όταν ο Alan Moore ανέλαβε να επαναπροσδιορίσει πλήρως το Swamp Thing και ο Neil Gaiman δημιούργησε το Sandman, άνοιξαν το δρόμο για μια νέα εποχή στο ενήλικο κόμικ και έβαλαν τη βάση για το ξεχωριστό κομμάτι της DC που θα ασχολιόταν με αυτό: τη Vertigo. Η σειρά “Vision” των King (σενάριο) Walta (σχέδιο), που ξεκίνησε το 2015 και ολοκληρώθηκε προ λίγων ημερών, είναι ξεκάθαρα εντός της δεύτερης κατηγορίας και αποτελεί μια από τις πιο αναπάντεχες εκπλήξεις στην πρόσφατη ιστορία του υπερηρωϊκού κόμικ.
Από το πρώτο τεύχος καθίσταται σαφές ότι αυτή η σειρά θέλει να υπερβεί το βασικότερο πρόβλημα του Vision (και πολλών παρόμοιων χαρακτήρων): το γεγονός πως είναι εξ ορισμού πολύ δύσκολο να ταυτιστεί ο αναγνώστης μαζί του. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε; Αφενός, πρόκειται για ανδροειδές, με κατανόηση και αγάπη για τους ανθρώπους μεν, αλλά πάντα εξ αποστάσεως δε. Αφετέρου, είναι πανίσχυρος χαρακτήρας, που ό,τι δε μπορεί να καλύψει με τις υπερδυνάμεις του το καλύπτει με την υπερανεπτυγμένη νοημοσύνη του. Ακόμα και στο παρελθόν, όσοι δημιουργοί προσπάθησαν να προσδώσουν μεγαλύτερο βάθος στο χαρακτήρα, κυρίως μέσα από την εξερεύνηση της προσπάθειάς του να καταλάβει το ανθρώπινο στοιχείο και να διαμορφώσει την υποκειμενικότητά του, το έκαναν μέσα από τη σχέση του με τους άλλους, ιδιαίτερα τους συναδέλφους του στους Avengers και τον έρωτά του με τη Scarlet Witch. Το πρώτο τεύχος της σειράς Vision τον τοποθετεί σε ένα αναπάντεχο περιβάλλον: ένα οικογενειακό σπίτι στα αμερικάνικα προάστια.
Ο Vision, απαλλαγμένος τεχνητά από παλαιότερα στοιχεία προσωπικότητας και αναμνήσεις, έχει ιδιοποιηθεί τις εγκαταστάσεις όπου τον δημιούργησε ο Ultron και έχει καταφέρει, με βοήθεια από τον να επανεφαρμόσει τη διαδικασία. Δημιουργεί, έτσι, μια γυναίκα για τον ίδιο, τη Virginia, και δύο παιδιά, τον Vin και τη Viv, μια οικογένεια με την οποία θα μπορούσε επιτέλους να ζήσει “σαν κανονικός”. Μαζί, ως “the Visions”, έχουν μετακομίσει στην Arlington, Virginia, προκειμένου να είναι ευκολότερο για τον Vision να λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος των Avengers και του Λευκού Οίκου.
Η σειρά καταφέρνει με επιτυχία να ασχοληθεί ταυτόχρονα με πολλές θεματικές που ως τώρα ήταν τελείως ξένες με τον Vision, και σε κάποιο βαθμό και με το υπερηρωϊκό κόμικ εν γένει. Πρώτα και κύρια, με την ίδια την έννοια της “κανονικότητας”. Μιας κανονικότητας προαστιακής, οικογενειακής, συντριπτικής και εν τέλει τόσο ψεύτικης στον πυρήνα της, που το πιο απωθητικό στοιχείο της σειράς είναι σκόπιμα το γεγονός ότι την αποζητούν τόσο έντονα. Για την ακρίβεια, η αντίθεση μεταξύ της προαστιακής κανονικότητας που επιδιώκουν οι Visions με την ενδογενή μη-κανονικότητα μιας οικογένειας ανδροειδών που περιέχει μέλος των Avengers είναι τεχνική πλοκής διαρκώς παρούσα.
Ο Vision παλεύει με οικονομικά προβλήματα όπως ο μέσος μισθωτός σήμερα, τα οποία όμως οφείλονται στο ότι οι Avengers δεν πληρώνουν τελευταία. Οι Viv και Vin παρακολουθούν το τοπικό high school και περνάνε εφηβικές αναζητήσεις, την ίδια στιγμή που γυρνάνε απ’ το σχολείο πετώντας. Η Virginia, που αποτελεί το συνεκτικό κρίκο της οικογένειας και μάλλον τον σημαντικότερο χαρακτήρα της σειράς, παλεύει με τις στερεοτυπικές φοβίες της μικροαστής νοικοκυράς: την ασφάλεια των παιδιών της, την αγάπη του άνδρα της, τη γνώμη των γειτόνων, αλλά για πολύ σκοτεινότερους λόγους απ’ όσο φαίνεται αρχικά. Και ασφαλώς, όταν μετά από μια επίθεση μέσα στο σπίτι τους όλη η εύθραυστη επίφαση κανονικότητας αρχίζει και καταρρέει, ο Vision αρνείται να το δει και να το αντιμετωπίσει, παρόλο που σχεδόν όλα είναι μπροστά στα μάτια του. Με ψυχρή απόσταση, υπολογιστικό μυαλό και αυταπάτη κανονικότητας. Όπως ένας σύγχρονος μισθωτός σε δυσλειτουργική προαστιακή ζωή.
Ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία της σειράς είναι το γεγονός πως στον πυρήνα της είναι μια horror ιστορία. Το απροσδιόριστο αίσθημα ότι συμβαίνει κάτι πολύ λάθος ακολουθεί τον αναγνώστη καθ’ όλη τη διάρκειά της, η προσπάθεια κανονικής ζωής φαντάζει πιο τρομακτική από τα body horror στοιχεία που ξεπηδούν ενίοτε, με τον τρόπο που σκηνοθέτες όπως ο David Lynch ή ο Tim Burton βγάζουν τρόμο από μη τρομακτικά στοιχεία. Η εικόνα οικογένειας ανδροειδών που προσπαθούν να λειτουργήσουν σαν κανονική οικογένεια ανθρώπων λίγο έχει να κάνει με την υπαρξιακή αναζήτηση των ανδροειδών με συνείδηση που έχουμε συνηθίσει στις sci-fi ιστορίες τέτοιου τύπου.
Κυρίως, λειτουργεί σαν ψυχολογική αναλογία: αυτό που βλέπουμε είναι μια αυτοεπιβεβλημένη καταστολή επάνω σε προσωπικότητες, μια αυτοκαταπίεση που καταλήγει σε συσσώρευση νευρώσεων μέχρι τη σταδιακή κατάρρευση. Αυτό η σειρά το αναδεικνύει με συμπεριφορές που, ενώ φαίνεται να πηγάζουν από τη ρομποτική φύση των πρωταγωνιστών, ωστόσο δεν απέχουν και τόσο από τις ανθρώπινες: ψυχαναγκαστικές επαναλήψεις κινήσεων ρουτίνας, προβλήματα έκφρασης και λόγου, εμμονές. Είναι αυτά τα στοιχεία που την κάνουν τόσο προσιτή και ταυτόχρονα τρομακτική: το πόσο πιο κοντά μας είναι από το πόσο μακριά θα έπρεπε να είναι αυτή η καθημερινότητα.
Η σειρά “Vision” εν ολίγοις είναι από τις λίγες που τιμούν το τωρινό brand της Marvel: “All New, All-Different”. Ευελπιστούμε η μικρή της διάρκεια να έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα στην οπτική των σύγχρονων δημιουργών και το υλικό που πλέον κουβαλάνε οι πρωταγωνιστές της να αξιοποιηθεί στους επόμενους τίτλους που θα συμμετάσχουν. Άλλωστε, όταν γίνεται μια επιτυχής κίνηση αναβίωσης του ενδιαφέροντος γύρω από ένα χαρακτήρα, κύριο μέλημα θα πρέπει να είναι να συνεχίσει να διατηρεί αυτό τον ενδιαφέρον. Όπως οι κανονικοί άνθρωποι.
Ηλίας Καλτσάς