Η Υπόσχεση, που κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις Πατάκη, είναι ένα σύντομο παραμύθι με απλό, λιτό και κατανοητό λόγο και απευθύνεται πρωτίστως σε παιδιά, αλλά και σε μεγάλους. Είναι ένα έργο επίκαιρο αφού επικεντρώνεται στην περιβαλλοντική κρίση που απειλεί τον πλανήτη μας. Μπορεί σε κάποιους να ακούγεται κλισέ η σχετική συζήτηση, ωστόσο είναι ολοφάνερο πως κάθε χρόνο γίνονται πιο έντονα τα αποτελέσματα της ρύπανσης και της μόλυνσης της γης, τα οποία εκδηλώνονται με τα ακραία καιρικά φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα παγκοσμίως. Το έργο χτυπάει το καμπανάκι του κινδύνου ώστε να μην κλείνουμε άλλο τα μάτια και να πάψουμε να ανεχόμαστε αυτή την κατάσταση. Ο καθένας μας επιβάλλεται να δράσει ατομικά και συλλογικά.
Το σχέδιο της βραβευμένης Laura Carlin ταιριάζει απόλυτα στο ύφος του παραμυθιού. Στην αρχή χαρακτηρίζεται από δυστοπικές γκρι εικόνες, ενώ αργότερα το σχέδιο αλλάζει και γίνεται πιο ζωηρό και χρωματιστό, όπως αλλάζει και το ύφος της ιστορίας. Το σχέδιο της είναι τόσο απλό που θυμίζει έντονα παιδικές ζωγραφιές, δημιουργώντας έτσι και μία περιέργεια και μία ταύτιση στους νεαρούς αναγνώστες κατά τη διάρκεια της παρατήρησης των οικείων εικόνων. Έτσι επιτυγχάνει τον σκοπό του που είναι να επικεντρωθεί ο αναγνώστης στα συναισθήματα που δημιουργεί. Βοηθός το χρώμα και οι έντονες μολυβιές.
Το σενάριο υπογράφει η επίσης βραβευμένη Nicola Davies, γνωστή στον κόσμο του παιδικού βιβλίου που την απασχολεί συχνά η σχέση του ανθρώπου και της φύσης. Πρωταγωνίστρια της ιστορίας της είναι μία κοπέλα που ζει σε μία άσχημη, σκληρή και βρώμικη πόλη με εμφανή τα σημάδια και τα αποτελέσματα της περιβαλλοντικής κρίσης και της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η μουντάδα και το γενικότερα τοξικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στην πόλη αντικατοπτρίζεται και στα πρόσωπα των κατοίκων της. Όπως παρατηρεί η πρωταγωνίστρια «κανένας δεν χαμογελούσε». Πώς άλλωστε θα μπορούσαν όταν ζουν σε ένα μολυσμένο και ανθυγιεινό περιβάλλον;
Αυτό επηρέασε και εκείνη, κάνοντας τη ζωή της σκληρή και δυστυχισμένη. Αναγκαζόταν να κλέβει από ομοίους της (φτωχούς και δυστυχισμένους) για να βρει τα απαραίτητα για να ζήσει, αφού τους «έχοντες» δεν μπορούσε να τους προσεγγίσει και να τους ξεγελάσει. Ένα από τα θύματά της ήταν μία γερόντισσα, την οποία αρχικά θεώρησε εύκολη λεία. Όμως τελικά δεν αποδείχτηκε τόσο εύκολη υπόθεση, αφού για να κλέψει τα πράγματα της γηραιάς κυρίας, η τελευταία την ανάγκασε να της υποσχεθεί να αξιοποιήσει το περιεχόμενο που είχε μέσα η τσάντα της. Όταν η πρωταγωνίστρια ανακάλυψε το περιεχόμενο της τσάντας, σύντομα κατάλαβε τι έπρεπε να κάνει. Αυτή η νέα κατάσταση της άλλαξε τη ζωή και βελτίωσε ταυτόχρονα και τη ζωή των ανθρώπων γύρω της.
Το έργο επισημαίνει -με απλό τρόπο, προσιτό σε παιδιά κάθε ηλικίας- τους κινδύνους που εγκυμονεί η αδράνεια και η ανοχή απέναντι στο περιβαλλοντικό ζήτημα. Το ουσιαστικό κομμάτι που θέλει να τονίσει είναι το κλασσικό μοτίβο ότι «η γη είναι το σπίτι μας» και επομένως οφείλουμε να την προστατεύουμε και να τη φροντίζουμε. Πέρα από αυτό προσπαθεί να αναδείξει και το θέμα πως η μόλυνση του περιβάλλοντος και η απουσία πράσινων χώρων δεν είναι κάτι που απλά κάνει κακό στην υγεία μας αλλά επιβαρύνει και την ψυχολογία των κατοίκων των πόλεων και τελικά επηρεάζει αρνητικά την προσωπικότητά τους. Είναι εντυπωσιακές οι θλιβερές εικόνες με τα δυστυχισμένα πλάσματα που ζουν σε έναν ανθυγιεινό γκρι κόσμο, σε έναν κόσμο χωρίς ελπίδα.
Το πιο σημαντικό από όλα τα μηνύματα που προσπαθεί να τονίσει (σε μικρούς και μεγάλους) είναι το γεγονός πως την αλλαγή μπορούμε να την κάνουμε όλοι μας. Η πρωταγωνίστρια είναι ανώνυμη επειδή ακριβώς μπορεί να ταυτιστεί με τον καθένα. Δεν τη συγκεκριμενοποιεί, είναι μια κοπέλα ενός άσχημου κόσμου, μια οποιαδήποτε κοπέλα. Απευθύνεται μάλιστα περισσότερο στις νέες γενιές αφού εκείνες πρόκειται να είναι το μέλλον αυτού του πλανήτη και συνεπώς επιβάλλεται η ευαισθητοποίησή τους σχετικά με το περιβαλλοντικό ζήτημα από μικρή ηλικία.
Πλέον ο όρος «περιβαλλοντική αλλαγή» απέχει πολύ από την πραγματικότητα, αφού σήμερα έχουμε έρθει αντιμέτωποι με την ίδια την περιβαλλοντική «κρίση» και «καταστροφή». Αυτό σημαίνει αφενός πως το πρόβλημα βρίσκεται ήδη εδώ. Αφετέρου, οι περισσότερες προσπάθειες αντιμετώπισής του όλα αυτά τα χρόνια έχουν αποδειχτεί μάλλον αναποτελεσματικές. Η ανάγκη για ριζική αλλαγή είναι πιο απαραίτητη από ποτέ, αφού ο άνθρωπος και τα ζωικά πλάσματα αλλά και εν γένει ο πλανήτης γη απειλούμαστε πια, άμεσα.
Το βιβλίο κλείνει με μία αισιόδοξη νότα, με την μετατροπή της ατομικής ευθυνης σε συλλογική υποχρέωση και τη σημασία της μεταλαμπάδευσης αυτής στους γύρω μας. Είναι μία διαδικασία στην οποία όλοι και όλες μπορούμε να προσφέρουμε με τον τρόπο μας και πρώτα απ’ όλα με την αλλαγή της ίδιας μας της σκέψης.
Η Υπόσχεση είναι μία ιδανική αναγνωστική πρόταση για μικρά παιδιά γιατί παρουσιάζει με εύληπτο τρόπο μέσα σε λίγες σελίδες τους περιβαλλοντικούς και ψυχολογικούς κινδύνους που απειλούν τον άνθρωπο από την αδιαφορία του για τον τόπο στον οποίο κατοικεί. Είναι μια αφορμή ευαισθητοποίησης γι’ αυτό το κρίσιμο ζήτημα με τις συνέπειες του οποίου ερχόμαστε κάθε μέρα αντιμέτωποι και γίνονται ελλειπείς προσπάθειες για την επίλυσή του. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, παρ’ όλο που ο καθένας ατομικά από τη μία πρέπει να προσπαθεί να κάνει μία μικρή αλλαγή στη ζωή του κι αυτή δυνητικά μπορεί να αποτελέσει μία ανάσα ανακούφισης για τον πλανήτη μας, από την άλλη όμως τη μεγαλύτερη ευθύνη της περιβαλλοντικής ρύπανσης δεν την φέρουμε εμείς, αλλά οι μεγάλες επιχειρήσεις που δεν διστάζουν να ρυπαίνουν δυσανάλογα τον πλανήτη στο βωμό του κέρδους τους.
Με αφορμή λοιπόν αυτό το βιβλίο, και στα πλαίσια του μηνύματος που θέλει να στείλει σε όλους μας, ας γίνει ο καθένας- η καθεμία από εμάς εκείνη η δάδα που θα πυροδοτήσει ένα κύμα προστασίας για τη φύση. Αποτελεί μία ιδανική ευκαιρία ώστε να ανοίξουμε μία ουσιαστική συζήτηση με τα παιδιά για ένα τόσο επίκαιρο αλλά και επείγον ζήτημα. Η Υπόσχεση στα μάτια των μικρών παιδιών μπορεί να γίνει μια υπενθύμιση για αλλαγή αλλά και μία προτροπή ευαισθητοποίησης για τις νέες γενιές που πολύ σύντομα θα κληθούν να διαχειριστούν ακόμα πιο κρίσιμα ζητήματα γύρω από αυτό το θέμα.