
Σκοτεινός τουρισμός (dark tourism) ή θανατοτουρισμός (thanatourism), είναι το ταξίδι σε προορισμούς, που ιστορικά συνδέονται με τον θάνατο και την τραγωδία, το απόκοσμο, το μυστικιστικό και το απόκρυφο. Συχνά, δε, αναφέρεται και σε περιοχές, που πλήγονται από πολέμους, φυσικές καταστροφές και φτώχεια, αλλά αυτό ας το αφήσουμε στο πεδίου του casual τουρισμού και των μεθόδων gentrification, που χρησιμοποιεί για τις σκοπιμότητές του, ήτοι τη δημιουργία φθηνών προορισμών, όπου άνθρωποι, δήθεν υψηλότερου πολιτισμικού επιπέδου, εκμεταλλεύονται τον πόνο, τη δυστυχία και το ξεσπίτωμα άλλων, προκειμένου να …περάσουν εκείνοι καλά!
Εμείς, λοιπόν, δεν θα ασχοληθούμε με ΤΟΣΟ ζοφερά πράγματα, παρότι ο στόχος μου είναι η περιπλάνησή σας σε μέρη, που θρύβουν από θρύλους, φαντάσματα, οπτασίες, στοιχειώματα και φοβικά φαινόμενα, υπό κανονικές συνθήκες, διόλου τουριστικά!
Η κανονικότητα, όμως, είναι, πλέον, πασέ και ως εκ τούτου ετοιμαστείτε για την εξερεύνηση και την περιπλάνησή μας στο… άγνωστο, μέσα από μία ακόμα (summer spooky) smassing λίστα.
1.Η Σκοτεινή Χίμαιρα του Βασίλη Γιαρεντζίδη (Σκοτεινά Πιερίας)

Πρόκειται για ένα αστυνομικό βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πηγή, βγαλμένο από τα έγκατα των θρύλων της ελληνικής επαρχίας και συγκεκριμένα ενός χωριού, που βρίσκεται ερημωμένο και κρυμμένο στη σκιά του Ολύμπου, δίπλα από ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο ξυλείας, που, άλλοτε, έδινε ζωή στην περιοχή. Εκεί βρίσκονται τα Σκοτεινά, το χωριό που εγκαταλείφθηκε μέσα σε μια μέρα από τους κατοίκους του. Εκεί κοπέλες, μικρής ηλικίας, γυμνές, χόρευαν γύρω γύρω από το χωριό και τον ποταμό Μόρνο. Κι ήταν ένας χορός έκστασης που τρόμαζε τους κατοίκους των Σκοτεινών, οι οποίοι μόλις έπεφτε το σκοτάδι, κρύβονταν στα σπίτια τους και δεν έβγαιναν πριν ξημερώσει.
Το φαινόμενο αυτό οι κάτοικοι της περιοχής το είχαν ονομάσει «γκουλαγκούδια» που σημαίνει «γυμνά» και αφορούσε επτά κορίτσια που κυκλοφορούσαν και χόρευαν τον δικό τους σκοτεινό χορό, τρομοκρατώντας τους κατοίκους με το γοερό κλάμα τους, μέχρι που λίγο πριν το ξημέρωμα ανέβαιναν στην κορυφή του βουνού και κρυβόντουσαν σε μια σπηλιά που υπάρχει εκεί και περίμεναν εκεί μέχρι να έρθουν και πάλι τα μεσάνυχτα.
Εκεί ένα «μαλλιαρό χέρι» κυνηγούσε όσους έβρισκε στο διάβα του και υπάρχουν μαρτυρίες για απόκοσμες φωνές και εμφανίσεις πνευμάτων, απόκοσμων ήχων αγνώστου προέλευσης, σκιών που έκαναν την εμφάνισή τους, ψιθύρων από το πουθενά, που έκαναν τους ανθρώπους να ανατριχιάζουν.
Εκεί κοιμούνται Γίγαντες της Εθνικής Αντίστασης, σκοτωμένοι μαζικά από Ναζί.
Στα Σκοτεινά (ή Μορνα) της Πιερίας, μετά το εγκαταλελειμένο εργοστάσιο που κάποτε έδινε ζωή και σήμερα φιλοξενεί νυχτερίδες, τη μαλαματένια βρύση, μια χωμάτινη διχάλα, το μονοπάτι πάνω στο νερό, την κουφάλα του δέντρου του χτυπημένου κάποτε από κεραυνό, ύστερα από δύο ακόμα χωμάτινες διχάλες.

Fun fact: Μετά την εγκατάλειψη των Σκοτεινών, οι κάτοικοι ίδρυσαν νέο χωριό, το οποίο ονόμασαν «Φωτεινά». Θα μπορούσε, ωστόσο, να λέγεται και “Μίζερα”.
2.Το Κατέβασμα του Φεγγαριού του Χρυσόστομου Τσαπραϊλη (Πεζούλα Καρδίτσας)

Πρόκειται για το τελευταίο βιβλίο του Χρυσόστομου Τσαπραίλη, τον οποίο γνωρίσαμε από τις Γυναίκες που Επιστρέφουν, τις Παγανιστικές Δοξασίες της Θεσσαλικής Επαρχίας, καθώς επίσης και το βιβλίο De mysteriis, φανερά εμπνευσμένο από τη μουσική των Mayhem. Το πάθος του συγγραφέα για τον λαογραφικό τρόμο, καθώς και η γνώση και η διαρκής του έρευνα γύρω από παλιές δοξασίες, τις οποίες προσεγγίζει και αναδεικνύει, μέσα από την δική του, σύγχρονη οπτική και μυθοπλασία, είναι στοιχεία έκδηλα από ολόκληρη την βιβλιογραφία του. Φέτος, λοιπόν, επανήλθε, με το Κατέβασμα του Φεγγαριού, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ίκαρος, σε εικονογράφηση του Kanellos Cob.
Το Κατέβασμα του Φεγγαριού είναι ένα βιβλίο λαογραφικού τρόμου, περιπέτειας και μυστηρίου, που τοποθετείται στα ορεινά της Καρδίτσας. Ο συγγραφέας, δε, καταφέρνει να αναδείξει την μαγεία του τόπου, το οποίο περιβάλλεται από το φυσικό τοπίο της Λίμνης Πλαστήρα, την ηρεμία και την ομίχλη της, τα μονοπάτια και τις διαδρομές γύρω από αυτήν, καθώς επίσης και τις πανάρχαιες ιστορίες των ανθρώπων, που, στην συνέχεια, έγιναν παραμύθια για παιδιά. Είναι σίγουρο, ότι αφού διαβάσετε το βιβλίο, η Πεζούλα, όπως επίσης και η θέα από το «Μοναχό Κλαρι» πάνω από τον οικισμό της Νεράιδας, η Δρακότρυπα, οι γραφικοί νερόμυλοι και ο βρύσες που την περιβάλουν, θα έχουν, πλέον, λίγη από την παγανιστική, άγρια γοητεία του παρελθόντος. Μπλέκοντας την πραγματικότητα με το μύθο, αλλά και την λαογραφική παράδοση με τον τρόμο, ο συγγραφέας καταφέρνει να δημιουργήσει μια συνθήκη απόλυτα πιστευτή, με τη βεβαιότητα που έκανε, στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι το Νεκρονομικόν είναι υπαρκτό και όχι δημιούργημα της φαντασίας του Lovecrat.

Γι’ αυτό και αν τύχει και περάσετε από αυτά τα μέρη, να φυλαχτείτε από τα νυχτέρια των μαγισσών, καθώς όταν κατεβάζουν το φεγγάρι, κάθε λογής δαιμόνιο ξεχύνεται στον πραγματικό κόσμο, η αρχιτεκτονική και η πολεοδομία αλλάζουν και όσοι άτυχοι βρεθούν στο διάβα τους κινδυνεύουν να χαθούν.
3.Μυστήρια Πράγματα του Θανάση Πετρόπουλου (Ζήρεια, Ξυλόκαστρο Κορινθίας)

Αν οι αρχαίες τραγωδίες, κατά τον Νίτσε, χαρακτηρίζονται από την αρμονική σύμπλευση δύο αντιθετικών στοιχείων, τότε, στο χώρο του λαογραφικού τρόμου, ο Χ. Τσαπραϊλης πρεσβεύει το απολλώνιο και ο Θ. Πετρόπουλος, σίγουρα, το διονυσιακό στοιχείο, αφού μέσα από τη σειρά comics Μυστήρια Πράγματα, ο τελευταίος καταφέρνει να συνδυάσει τον τρόμο με το χιούμορ. Ταυτόχρονα, μέσα από την δουλειά του, ο Θ. Πετρόπουλος μας ταξιδεύει σε μέρη, που κάποτε, όπως και ολόκληρη η Ελλάδα, ήταν στοιχειωμένα, γεμάτα ξωτικά, νεράιδες, στοιχειά των νερών, του βουνού και του κάμπου, γριές μάγισσες, εκδικητικούς αγίους, ακόμα και βρικόλακες που τριγυρνούσαν στο φως του ήλιου.
Αποδίδοντας φόρο τιμής στον Ν. Πολίτη, τα «Μυστήρια Πράγματα» παρουσιάζουν με ιδιαίτερη γλαφυρότητα και χιούμορ κάποιες από τις δοξασίες και τα πλάσματα που στοίχειωναν την ελληνική επαρχία το 19ο αιώνα, μέσα από μια πολύχρωμη και ιδιαίτερη εικονογράφηση. Ακολουθώντας, δε, τις περιπέτειες των δύο πρωταγωνιστών της σειράς, ο αναγνώστης ταξιδεύει στα βουνά της μαγευτικής Ζήρειας, τα οποία μέχρι και σήμερα θεωρούνται για τους ορειβάτες και τους περιηγητές από τα πιο επικίνδυνα της Ελλάδας!

Ο εγγενής αυτός φόβος, σε συνδυασμό με το χιονισμένο, άγριο, ορεινό τοπίο, δε, είναι ο τέλειος καμβάς πάνω στον οποίο ο Θ. Πετρόπουλος «φυτεύει» τέρατα, βγαλμένα από τις δοξασίες του τόπου μας και τα παραμύθια που μας έλεγε η γιαγιά μας κοντά στη φωτιά.
Πρόσφατα, δε, ο δημιουργός κυκλοφόρησε το νέο τεύχος της σειράς, που τιτλοφορεί ως Μυστήρια Πράματα – Ξυλόκαστρον & Πέριξ. Πρόκειται για μια ανθολογία όχι μόνο περιπετειών, αλλά και ιστοριών από τις πιο αλαφροΐσκιωτες γωνιές της Κορινθίας. Αποτελεί, δε, απαύγασμα της χρόνιας, συστηματικής μελέτης του Θ. Πετρόπουλου και της επιγενόμενης ανάγκης του να μιλήσει γι’ αυτά στους αναγνώστες τους. Το μόνο σίγουρο, δε, είναι ότι ποτέ ξανά η βόλτα στο γραφικό Ξυλόκαστρο δεν θα είναι η ίδια…
Όπως βεβαιώνει, άλλωστε, και ο Άμλετ στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Σαίξπηρ: «Υπάρχουν περισσότερα πράγματα σε ουρανό και γη, Οράτιε, από όσα έχει ονειρευτεί η φιλοσοφία σου»
4.Κάποιοι δεν πεθαίνουν ποτέ της Dana Grigorcea (Ορεινή Ρουμανία -Βλαχία)

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κιχλή και περιγράφει την επιστροφή μιας νεαρής ζωγράφου στο ορεινό θέρετρο των παιδικών της χρόνων, μετά τις σπουδές της στο Παρίσι. Η ιστορία διαδραματίζεται σε κάποιο ορεινό χωριό της Ρουμανίας, μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, και εξερευνά θέματα όπως η διαχρονικότητα των θρύλων και των μύθων όσον αφορά στην κατασκευή της ταυτότητας ενός λαού, καθώς επίσης και η δύναμη της μνήμης και του βιώματος στην κατασκευή της ατομικής ταυτότητας του καθενός.
Με όχημα, λοιπόν, τα παραπάνω η Grigorcea μας ταξιδεύει στα ορεινά τοπία της Ρουμανιάς, χωρίς να αποκαλύπτει το όνομα του χωριού που περιγράφει, παρά το γεγονός ότι φαίνεται να το γνωρίζει καλά. Η έλλειψη συγκεκριμένου τόπου, δε, δημιουργεί, εκτός από το μυστήριο και την επιθυμία εξερεύνησης, έναν ατμοσφαιρικό και μυθιστορηματικό χώρο, μέσα στο οποίο διερευνάται ένα μυστηριώδες έγκλημα στον τάφο του Βλαντ του Παλουκωτή. Ο θρύλος των βαμπίρ, δε, είναι το μέσο που χρησιμοποιεί η συγγραφέας, προκειμένου να σκηνογραφήσει έναν στοιχειωμένο κόσμο, γεμάτο χρώματα, μυρωδιές και δοξασίες της ρουμανικής υπαίθρου.

Γι’ αυτό προσοχή: Αν τύχει και περάσετε από το «Μπ.», μια μικρή κωμόπολη της Βλαχίας, κοντά στα σύνορα με την Τρανσυλβανία, να ελέγχετε τον ίσκιο σας και την αντανάκλασή σας στον καθρέφτη, καθώς τα υπερφυσικά όντα που περιγράφει, με μυστικοπάθεια, η Grigorcea, όχι μόνο παραμένουν ζωντανά και συνεχίζουν να επηρεάζουν την τοπική κοινότητα, αλλά μπορούν να κατακυριεύουν όσους ξέρουν ότι υπάρχουν και μπορούν να τα δουν…
Σύμφωνα, άλλωστε, με το γνωστό γνωμικό του Herman Hesse: «Υπάρχει ένας μαγικός κόσμος μέσα στον κόσμο, και ένας μαγικός άνθρωπος μέσα σε κάθε άνθρωπο. Ο άνθρωπος βλέπει τον κόσμο της μεγαλειώδους συσκευασίας, όμως δεν βλέπει τα υπέροχα περιεχόμενα. Αλλά αν δει τον μαγικό άνθρωπο μέσα του, τότε ο μαγικός άνθρωπος βλέπει τον μαγικό κόσμο. Δεν είναι ανύπαρκτος, ούτε αόρατος. Είναι υπαρκτός και ορατός, αρκεί να ξέρεις ότι υπάρχει και αν ξέρεις να τον βλέπεις».
