Η περίοδος του Εθνικού Διχασμού αποτελεί μία απ’ τις σημαντικότερες ιστορικές περιόδους της σύγχρονης Ελλάδας. Τα πολιτικά μπλοκ που σχηματίστηκαν γύρω απ’ τη σύγκρουση Βενιζέλου – βασιλιά διατηρήθηκαν για αρκετά χρόνια, τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 1940, οπότε η Κατοχή και η Αντίσταση δημιούργησαν ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό σκηνικό, λόγω κυρίως της πρωτοπόρας δράσης του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ στον αγώνα για την Απελευθέρωση και τη Λαοκρατία. Η πολιτική διαμάχη μεταξύ Φιλελεύθερων – Βασιλικών έλαβε διαστάσεις εμφυλίου πολέμου χαμηλής έντασης με διακύβευμα τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μέγαλη σημασία της περιόδου του Εθνικού Διχασμού έγκειται στο γεγονός ότι σε αυτά τα χρόνια διαμορφώθηκε το πολιτικό -και το συνταγματικό- πλαίσιο επί του οποίου εν πολλοίς οικοδομήθηκε το ελληνικό κράτος, όπως αυτό συγκροτήθηκε μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και μετά την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής. Και γι’ αυτό η ανάδειξη νέων πτυχών της περιόδου ή νέων οπτικών και αναλύσεων έχει μεγάλο ενδιαφέρον, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσουμε ότι αρκετοί έχουν γνωρίσει την συγκεκριμένη περίοδο κυρίως μέσα απ’ τη βάσανο της παπαγαλίας των Πανελληνίων.
Τα comics έχουν διαμορφωθεί ανά τις δεκαετίες σε μία δημιουργική φόρμα η οποία μπορεί να αναδείξει ιστορικές πτυχές, μαρτυρίες και αναλύσεις με έναν εύληπτο, κατανοητό και εύκολα προσεγγίσιμο τρόπο. Εύστοχα ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος με αφορμή το «Ένα Γλυκό Ξημέρωμα», μία ανθολογία comics για την περίοδο της Κατοχής, είχε χαρακτηρίσει τα comics ως ένα «διεισδυτικό μέσο δημόσιας ιστορίας στο ευρύ κοινό». Φυσικά κάθε συζήτηση για την διαπλοκή ιστορικής αφήγησης και comics δεν μπορεί παρά να ξεκινάει από το θρυλικό «Maus», όμως είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι η ελληνική κόμικ σκηνή -ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια- ασχολείται αρκετά συστηματικά με την ανάδειξη ιστορικών αφηγήσεων μέσα απ’ τα καρέ των κόμικς. Απ’ αυτή την ενασχόληση κάποιων δημιουργών κόμικς στην Ελλάδα έχουν προκύψει κάποια εξαιρετικά comics με ιστορική θεματολογία, απ’ τα οποία αξίζει να αναφερθούν ως πιο αντιπροσωπευτικά παραδείγματα της σχετικής δουλειάς που γίνεται -έστω ονομαστικά- η σειρά «1800» του Θανάση Καραμπάλιου, η σειρά comic strips «Working Dead» του Πάνου Ζάχαρη, τα «Χαρακώματα» των Τάσου Ζαφειριάδη και Πέτρου Χριστούλια και το «Τέρμινους» του Λευτέρη Παπαθανάση.
Το νέο comic του Θανάση Πέτρου εντάσσεται κι αυτό στην κατηγορία των ελληνικών comics με ιστορική θεματολογία. Ο Πέτρου δημιουργεί μία ιστορία με πρωταγωνιστές φαντάρους του ελληνικού στρατού προκειμένου να αναδείξει το ιστορικό πλαίσιο του Εθνικού Διχασμού και να αφηγηθεί μία αρκετά άγνωστη πτυχή της περιόδου. Η μεγάλη εμπειρία του στα ελληνικά comics (η οποία μαρυρείται από την εργογραφία του μέσα από comics όπως ο περσινός «Χαλεπάς», το πολυβραβευμένο «Γρα Γρου», το «Παραρλάμα» και άλλα) του επέτρεψε να αναλάβει εξ ολοκλήρου την ιστορική έρευνα, το σενάριο και το σχέδιο του comic, παρουσιάζοντάς μας ένα τελικό αποτέλεσμα με έντονο το προσωπικό στοιχείο του δημιουργού του.
Στους Όμηρους του Γκαίρλιτς, που κυκλοφορούν απ’ τις εκδόσεις Ίκαρος, ο Πέτρου έχει μελετήσει μία αρκετά άγνωστη πτυχή του Εθνικού Διχασμού, η οποία μπορεί να μας παραπέμψει στην ιστορία των εγκλωβισμένων στρατιωτών της Δουνκέρκης. Οι Όμηροι του Γκαίρλιτς ήταν ένας λόχος του ελληνικού στρατού, ο οποίος το 1916 εν μέσω Εθνικού Διχασμού βρισκόταν στην Καβάλα. Ενώ ελληνικές πόλεις κινδύνευαν από τον βουλγαρικό στρατό και άλλες πολιορκούνταν από πολεμικά πλοία της Αντάντ, ο ελληνικός στρατός είχε εντολή να διατηρήσει την ουδετερότητά του. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και οι στρατιώτες οι οποίοι στη συνέχεια κατέληξαν να γίνουν οι «όμηροι» του Γκαίρλιτς. Η ιστορία παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια των απλών στρατιωτών οι οποίοι δεν μπορούν να αντιληφθούν τι σημαίνει να παραμένουν ουδέτεροι ενώ βρίσκονται στην καρδιά του πολεμικού μετώπου. Τελικώς κατέφυγαν με το Δ’ Σώμα Στρατού συντεταγμένα στην ανατολική Γερμανία, σε ένα στρατόπεδο στο Γκαίρλιτς της Σιλεσίας στο οποίο παρέμειναν για πολύ καιρό. Πίσω στην Ελλάδα ο Εθνικός Διχασμός είχε μετατραπεί σε εμφύλιο μεταξύ βενιζελικών και βασιλικών και -όπως ήταν αναμενόμενο- παρά την απόσταση και την ελλειπή ενημέρωση, το βαθύ ρήγμα που είχε δημιουργηθεί στην ελληνική κοινωνία επηρέασε και τις δικές τους διαπροσωπικές σχέσεις, δημιουργώντας εντάσεις, ρήγματα και συγκρούσεις στο στρατόπεδο.
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος εξελισσόταν, στην Ελλάδα οι πολιτικές εξελίξεις ήταν ραγδαίες και εκείνοι βρίσκονταν εγκλωβισμένοι σε έναν τόπο δίχως να γνωρίζουν αν είναι ελεύθεροι ή αιχμάλωτοι των Γερμανών. Όπως το περιγράφει ο ίδιος ο αφηγητής:
«Από τη μία ο Βενιζέλος που ήθελε αλλαγές, απ’ την άλλη ο στρατός που παρέμενε πιστός στον βασιλιά. Τρίχες… Εμείς εδώ στη Γερμανία τι κάναμε; Ήμασταν ελεύθεροι; Ήμασταν αιχμάλωτοι; Ήμασταν φιλοξενούμενοι; Ήμασταν προδότες; Ήμασταν ακόμα στρατιώτες;»
Στο comic του Θανάση Πέτρου παρακολουθούμε την περίοδο του Εθνικού Διχασμού μέσα από την οπτική γωνία των απλών στρατιωτών ενός στρατιωτικού σώματος που βρίσκονται αποκομμένοι σε ένα στρατόπεδο μίας χώρας που ξεκινά ως ουδέτερη και καταλήγει εχθρική. Πρωταγωνιστές είναι αυτοί οι απλοί στρατιώτες, που στην πραγματικότητα είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι οι οποίοι έτυχε να επιστρατευτούν απ’ τη χώρα τους για να λάβουν μέρος σε έναν πόλεμο. Απ’ τα καρέ της ιστορίας απουσιάζουν εντελώς οι μεγάλες προσωπικότητες, οι οποίες εμπλέκονται στην αφήγηση μόνο στο βαθμό που επηρεάζουν τις ζωές των στρατιωτών του Γκαίρλιτς. Αυτή είναι μία αντίστροφη μεθοδολογία σε σχέση με εκείνη που ακολουθείται συνήθως από την κυρίαρχη ιστορική αφήγηση, η οποία συνηθίζει να αναδεικνύει ως πρωταγωνιστές μόνο τους «από πάνω», τις σημαντικές προσωπικότητες του πολιτικού και στρατιωτικού βίου, πολλές φορές ξεχνώντας ότι εκτός από αυτούς υπάρχουν και ολόκληροι λαοί που βιώνουν με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο τις μεγάλες πολιτικές αποφάσεις, τα στρατιωτικά και τα πολιτικά γεγονότα. Ακολουθώντας αυτή τη μεθοδολογία ο Πέτρου μας θυμίζει ότι η ιστορία δεν γράφεται μόνο από τις μεγάλες προσωπικότητες, τους βασιλιάδες, τους κυβερνήτες και τους στρατιωτικούς, αλλά κυρίως από τους καθημερινούς ανθρώπους, από τους «από κάτω» και από τις επιλογές τους, δηλαδή από εκείνους που «κουβάλησαν τα αγκωνάρια» σύμφωνα με τον Μπρεχτ, για να χτιστεί η «Θήβα η εφτάπυλη».
Στο σχέδιο του Πέτρου κυριαρχεί το χακί, αφού τα καρέ του comic είναι γεμάτα στρατιώτες είτε συγκροτημένους σε λόχο, είτε χωρισμένους σε παρέες, οι οποίοι έχουν να διηγηθούν τις δικές τους προσωπικές και συλλογικές ιστορίες. Η επιβεβλημένη ομοιομορφία (για λόγους ιστορικής εγκυρότητας) εξελίσσεται σε συνειδητή επιλογή του Πέτρου να αναμειγνύει τους πρωταγωνιστές του στα διάφορα καρέ, έτσι ώστε παρά το γεγονός ότι μας έχει γνωρίσει κάποιους από αυτούς, να μας δυσκολεύει παράλληλα να τους ξεχωρίζουμε, ιδιαίτερα στα πρώτα μέρη του έργου. Ίσως έτσι μπορούμε να προβληματιστούμε σχετικά με το πόσο διαφορετικοί αλλά και πόσο ίδιοι είναι οι «από κάτω» μεταξύ τους, απ’ τους οποίους φυσικά ξεχωρίζουν τα υψηλόβαθμα στελέχη και γενικώς αυτοί που έχουν την εξουσία, αλλά όχι και τόσο οι υπόλοιποι ομοιόμορφα ντυμένοι, κουρεμένοι και ξυρισμένοι φαντάροι. Κατά συνέπεια το σχέδιο ολόκληρου του comic μοιάζει αρκετά ομοιόμορφο, ζωγραφισμένο με μία παλέτα λίγων χρωμάτων, στα οποία κυριαρχούν μουντά χρώματα όπως το χακί και οι διάφορες αποχρώσεις του καφέ οι οποίες χρησιμοποιούνται στα χρώματα των στρατιωτικών εγκαταστάσεων στις οποίες φιλοξενούνταν (ή φυλάσσονταν; ) οι πρωταγωνιστές. Αυτά τα μουντά χρώματα σπάνε μόνο όποτε οι στρατιώτες φεύγουν απ’ τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις και επισκέπτονται την κοντινή πόλη, στην οποία ο Πέτρου χρησιμοποιεί πιο ζωντανά χρώματα στα σπίτια, τους ανθρώπους και τα τοπία, προκειμένου να κατανοήσουμε και την ψυχική ανάταση και ανακούφιση που δημιουργούσαν αυτές οι ολιγόωρες αποδράσεις στους στρατιώτες.
Παρά το γεγονός ότι το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η αφήγηση του comic χαρακτηρίζεται απ’ τις συνεχείς πολεμικές συγκρούσεις, απ’ τα καρέ του comic απουσιάζουν σχεδόν εντελώς σκηνές μάχης, ίσως με κάποιες μικρές εξαιρέσεις στις πρώτες σελίδες. Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι μία συνειδητή επιλογή του δημιουργού, ο οποίος δεν ενδιαφέρεται να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη με σκηνές μάχης, βίας και στρατιωτικής δράσης. Ο πόλεμος κυριαρχεί, αλλά ως αιτία και αφορμή να αναπτυχθούν προσωπικές σχέσεις, φιλίες, πολιτικές κόντρες και διαμάχες, ανάμεσα σε καθημερινούς ανθρώπους που έγιναν στρατιώτες και βρέθηκαν σε μία κατάσταση οριακή μεταξύ ελευθερίας και ομηρείας. Τον Πέτρου δεν τον ενδιαφέρει να διηγηθεί μία στρατιωτική περιπέτεια. Αντιθέτως στοχεύει να προβληματιστεί γύρω από έντονες πολιτικές καταστάσεις με διαχρονικότητα όπως είναι ο διχασμός, η δύναμη της εξουσίας και ο πόλεμος και παράλληλα να μελετήσει τις εντάσεις που δημιουργούνται στην ψυχοσύνθεση και στις διαπροσωπικές σχέσεις ανθρώπων ταλαιπωρημένων, που βρίσκονται σε οριακές στιγμές.