Θέλετε ένα καταιγιστικό κατασκοπευτικό θρίλερ, με συναρπαστικές ανατροπές, μυστηριώδη ατμόσφαιρα, καλογυρισμένες και θεαματικές σκηνές δράσεις, χαρακτήρες με βάθος, με έναν από αυτούς να τον υποδύεται Chris Evans, που να το έχουν σκηνοθετήσει οι αδερφοί Russo (Avengers: Endgame); Δείτε τότε το Captain America: Winter Soldier.
Αν πάλι είστε άτυχοι και έχετε απλά μια συνδρομή στο Netflix, υπάρχει ο φτωχός συγγενής του, το The Gray Man, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Mark Greaney. Προσοχή, φτωχός μόνο ποιοτικά, καθώς αυτό το αμάλγαμα από κλισέ, κουνημένες κάμερες, cheesy απόπειρες tough guy humor και καρτουνίστικες ερμηνείες κόστισε στην πλατφόρμα (και, κατ’ επέκταση, στους συνδρομητές της) 200 εκατομμύρια δολάρια, κάτι το οποίο αποτέλεσε λυδία λίθο του marketing της ταινίας, μαζί με το εντυπωσιακό cast των Chris Evans (Captain America), Ryan Gosling (Blade Runner 2049) και την Ana de Armas (Blade Runner 2049).
Ωστόσο είναι εντυπωσιακό πως όλοι αυτοί οι Russo, οι οποίοι δεν είναι ξένοι ούτε με τους ηθοποιούς τους, ούτε με τα μεγάλα blockbuster, έφτιαξαν κάτι τόσο τυποποιημένο. Η πλοκή της ταινίας είναι ακραία γραμμική, κυρίως μια συρραφή από τεράστιες καρτέλες με τα ονόματα πόλεων που τόσο αγαπούν οι Russo, λίγα λόγια και έπειτα άπειρο πιστολίδι. Και αυτό δεν θα ήταν καθόλου κακό. Όμως, να υπάρχει τόση προϋπηρεσία στο είδος, να υπάρχει μια τεράστια κινηματογραφική παράδοση σε chaos action films όπως το Ηeat και, να υπάρχουν σύγχρονες ταινίες όπως το Τhe Raid και το John Wick και το αποτέλεσμα 200 εκατομμυρίων να είναι κουνημένα πλάνα, θολούρες, πολύχρωμοι καπνοί και σύγχυση; Αυτό είναι το λιγότερο απογοητευτικό. Τι συμπεραίνει κανείς όταν το ισχυρό χαρτί μιας τέτοιας ταινίας, η δράση της, είναι τόσο χαμηλού επιπέδου; Όταν η κινηματογραφική της γλώσσα είναι μια άναρθρη κραυγή; Αυτή την κατάσταση όχι απλά δε σώζει, αλλά αντίθετα επιδεινώνει η παράδοξα πολύχρωμη φωτογραφία της ταινίας, η οποία τελικά της στερεί κάθε απόπειρα να δομήσει κάποια ατμόσφαιρα.
Παρόμοιου επιπέδου είναι και τα υπόλοιπα στοιχεία της ταινίας. Όσον αφορά τις ερμηνείες, αναφέρθηκε ήδη ότι είναι μονοδιάστατες και καρτουνίστικες. Σε αυτό προφανώς δε φταίνε οι ηθοποιοί, οι οποίοι προσπάθησαν να σταθούν με αξιοπρέπεια απέναντι στον φακό, έστω και με «άσφαιρο» σενάριο. Ο Ryan Gosling φαίνεται να σφίγγει τα δόντια και να συγκρατεί το cringe του όταν λέει τις «σκληρές» ατάκες του. Η Ana De Armas φαίνεται να κάνει υπομονή μέχρι το Ballerina να έρθει και να βγάλει στην επιφάνεια τη γνήσια action heroine που έχει μέσα της. Ο Chris Evans πάλι, φαίνεται όντως να διασκεδάζει τον κενό κακό του, ο οποίος είναι τόσο κακός που καταντά γελοίος, ίσως σε μια προσπάθεια να ξεφορτωθεί την ατμόσφαιρα του καλού παιδιού που κουβαλά από το Captain America. Όμως το έχει κάνει ήδη, με πολύ καλύτερα αποτελέσματα, στο Knives Out. Συνεχίζοντας, ο Regé-Jean Page (Bridgerton, Mortal Engines) είναι στην καλύτερη αδιάφορος και η Jessica Henwick (Iron Fist, Love and Monsters) είναι η μόνη που παίρνει στα σοβαρά το σενάριο της ταινίας, πράγμα που κάνει το δικό της παίξιμο κακό χωρίς καν τη δικαιολογία της αδιαφορίας.
Σε κάθε περίπτωση, τα cheesy αστεία της ταινίας είναι ίσως ο μόνος τρόπος να περάσει καλά ο θεατής, εντελώς ειρωνικά και όχι προφανώς με την αρχική στόχευση
Έτσι και αλλιώς τίποτα σε αυτή την ταινία δεν πετυχαίνει τον στόχο της. Ούτε οι άπειρες σφαίρες που εκτοξεύονται πάνω στο plot armor του πρωταγωνιστή, ούτε τα συναισθήματα, ούτε η πλήρως απούσα αίσθηση κινδύνου, ακόμα και όταν οι ήρωες βάλλονται εξ επαφής. Τίποτα δεν μπορεί να κάνει τον θεατή να πιστέψει ότι υπάρχει κίνδυνος. H συγκεκριμένη κατάσταση θα θύμιζε κάπως τις action ταινίες των αρχών των 90s, αν δεν υπήρχε αυτή η αίσθηση του καλογυαλισμένου πλαστικού μαζικής κατανάλωσης παντού παρούσα, η οποία τους στερεί την ανεπιτήδευτη χαρά που τις έκανε τόσο ωραίο θέαμα…
Επιλογικά, το The Gray Man (και να αναπόδραστα sequels του) είναι ένας πολύ καλός λόγο να το σκεφτείτε δεύτερη φορά πριν ανανεώσετε τη συνδρομή σας στην πλατφόρμα…