Ο Alan Moore ανήκει, μαζί με τον Neil Gaiman και τον Frank Miller, στην μεγάλη Τριάδα των σπουδαιότερων δημιουργών της 9ης Τέχνης . Αυτοί επηρεάσαν, ο καθένας με διαφορετικό τρόπο, την μαζική κουλτούρα περισσότερο από όσο φανταζόμαστε.
Ο Moore, σε αντίθεση με τον σκοτεινό και gritty ρεαλιστή Miiller και τον ψυχαναλυτικό ονειρισμό του Gaiman, επέλεξε μια πιο πλουραλιστική προσσέγγιση, η οποία, ακόμα και όταν έγραφε υπερηρωικές ιστορίες, όπως το Killing Joke, πάντα ήταν από μια πλευρά που το κοινωνικό είχε βαρύνουσα σημασία, πολλές φορές επισκιάζοντας την πλοκή αυτή καθεαυτή. Όταν λοιπόν αυτό το κοινωνικό και πολιτικό στοιχείο ήταν ελεύθερο να αναπτυχθεί χωρίς συμβάσεις, τότε το έργο του Moore εξελισσόταν σε κάτι εντελώς μοναδικό, βαθύ και πραγματικα αριστουργηματικό.
Το V for Vendetta (1988) είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το παραπάνω. Μπορεί να παρουσιάζει έναν ήρωα με δυνάμεις πάνω από το κανονικό, ωστόσο δεν είναι κατα βάση ένα υπερηρωικό comic. Μάλιστα, δεν διστάζει να αναφερθεί με μια ελαφριά υποτίμηση στο υπερηρωικό είδος, τουλάχιστον σε κάποιες πλευρές του που ο Moore βίωσε πολύ καλά δουλεύοντας για τις μεγάλες εταιρείες τους χώρου. Aντίθετα, αποτελεί ένα έργο το οποίο εξερευνά ζητήματα πολιτικής, κοινωνικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, το οποίο προκάλεσε (μέσω μιας ιδιαίτερης κινηματογραφικής αναφοράς) αντιδράσεις και στον πραγματικό κόσμο.
Οι ιστορίες των ανθρώπων που μας παρουσιάζονται μέσα στις σελίδες, του V, της Evey Hammond, ακόμα και του Eric Finch είναι η ιστορία μιας κοινωνίας που βυθίστηκε στον πόλεμο και την καταστροφή για χάρη των εθνικισμών και των συμφερόντων και μετά, τα ίδια ακριβώς συμφέροντα και εθνικισμοί επανήλθαν στο προσκήνιο, πιο επιθετικά και πεινασμένα από ποτέ για να τραφούν από τα απομεινάρια των κοινωνιών που οι ίδιοι κατέστρεψαν.
Μέσα από το αλληγορικό σχήμα των Norsefire γινόμαστε μάρτυρες της απανθρωποίησης μιας κοινωνίας. Βλέπουμε πως η πείνα και η απόγνωση εξαθλιώνει ολόκληρα κομμάτια που πληθυσμού, πως ο φασισμός, παρ όλη την τεχνολογική του ανάπτυξη, δεν παύει ποτέ να είναι ένα σύστημα που καθιστά το άτομο κτήνος, ένα απάνθρωπο και απρόσωπο τέρας που νοιάζεται περισσότερο για αριθμούς παρά για ζωές. Και εδώ τίθεται το δίλημμα: Είναι χειρότερο πράγμα μια τέτοια κτηνώδης πολιτική βρίσκει συνεχώς πρόθυμους συνεργούς και ζηλωτές για να το πετύχει, άτομα που δείχνουν με το δάχτυλο (fingermen) τους ανθρώπους που είναι διαφορετικοί, ή πως οι κοινωνίες πολλές φορές όχι μόνο το ανέχονται, αλλά το επιθυμούν κιόλας;
Ο Μοοre σκιαγραφεί, με έναν έντονο αέρα noir και τρομερή γλαφυρότητα ένα τέτοιο σύστημα, απάνθρωπο και ανίκανο να συνεργαστεί ακόμα και με τον εαυτό του. Μεγάλο μέρος του comic αφιερώνεται, τις προδοσίες και την πάλη των κομματιών του Κεφαλιού μεταξύ τους για μια καλύτερη και πιο κεντρική θέση το πλέγμα εξουσίας. Περνά μέσα από το μικροσκόπιο ανθρώπους που στελεχώνουν τις κρατικές μηχανές και μας αποκαλύπτει πως την φρίκη που ήδη βλέπουμε να μας κυβερνά: Παιδεραστές που κρύβονται πίσω από την θρησκεία, βασανιστές που βαυκαλίζονται με το life style αποτελούν τους ηγέτες. Οι άνθρωποι που τους ακολουθούν όμως δεν είναι λιγότερο ή περισσότερο αποτρόπαιοι από τον άνθρωπο που στέκεται δίπλα μας. Καθημερινοί άνθρωποι που ¨κάνουν απλά την δουλειά τους”.
Θα ήταν ταιριαστό για ένα απρόσωπο σύστημα να υποταχθεί σε έναν απρόσωπο άνθρωπο. Ο V δεν έχει πρόσωπο, ούτε όνομα (κεντρική ιδέα που ενεπνευσε τους Anonymous χρόνια αργότερα), έχει όμως μίσος απέναντι στον φασισμό.
Η εκδίκηση του είναι προσωπική ταυτόχρονα όμως και πολιτική, καθώς κατευθύνεται σε πρόσωπα δημόσια, σύμβολα και ιδέες. Την ίδια στιγμή δεν αποσκοπεί μόνο στο να λύσει μια προσωπική βεντέτα, αλλά στο να πρωτοστατήσει σε ένα πολιτικό κίνημα ανατροπής, να γίνει η πρωτοπορία που θα αντιπαλέψει τη βία και την καταπίεση του κράτους. Και ως πρωτοπορία δομείται και ο χαρακτήρας του. Πείραμα των φυλακών, καλλιτέχνης, αναρχικός, transexual (στις πρώτες εκδοχές της ιστορίας) θεατρίνος (οι περισσότερες ατάκες του είναι σε σαιξπηρικό ιαμβικό πεντάμετρο), αποτελεί ουσιαστικά το αμάλγαμα πολλών και αντιθετικών μεταξύ τους επιρροών, από τον Orwell και τον Max Ernst μέχρι τον… Judge Dredd και τον Vincent Price, τις οποίες ο Moore και οι συνεργάτες συνέθεσαν σε έναν μοναδικό και ταυτόχρονα κοινό χαρακτήρα. Ο V χρησιμοποιεί βία και δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία στο μυαλό του για την ορθότητα των πράξεων του. Δρα ως πρωτοπορία, όχι όμως ως ηγέτης, Προτάσσει έναν βαθύ ατομικισμό, πολύ κοινό στην αγγλική παραδοσιακή λογοτεχνία και απόλυτα ταιριαστό με τον αναρχισμό του. Είναι ο συνοδοιπόρος και ο βοηθός, έναν ρόλο που μετά την αυτοθυσία του, αναλαμβάνει η Evey.
Τεχνικά, στο V for Vendetta κυριαρχούν οι λογοτεχνικές αναφορές, η ποίηση, η μουσική, η ιστορία. Ακόμα και στα καρέ που κυριαρχούν τα υπερ ηρωικά κατορθώματα και δράση, ο Moore τα στολίζει με αποσπάσματα από τον Σαίξπηρ και διάφορους άλλους ποιητές, δημιουργώντας έναν ακατάπαυστο ρυθμό και συνέχεια που διαπνεύει όλο το έργο. Από την άλλη, οι διάλογοι είναι άμεσοι, δυναμικοί και ζωντανοί και εμποδίζουν το comic να χαθεί σε μονοπάτια μονομανίας και αυτοαναφορικότητας. Προσδίδουν μια τρομερή πλαστικότητα και υφή στο σχέδιο των χαρακτήρων, κάνοντας τον αναγνώστη να βιώνει τις ιστορίες, τον πόνο και τον ρόλο τους μέσα στην πλοκή, η οποία με την σειρά της αποτελείται από πολλά μικρότερα subplots, που όλα μαζί οδηγούν στο μεγάλο φινάλε.
Το V for Vendetta δεν θα ήταν πραγματικότητα αν δεν υπήρχε ο έτερος μεγάλος καλλιτέχνης, ο David Lloyd, που ανέλαβε το εικαστικό κομμάτι και ήταν και η αφορμή για ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας. Ο Lloyd, μαθημένος από την εμπειρία του στο κλασσικό και τρομερά υποτιμημένο Night Raven και βαθιά επηρεασμένος από τους pulp χαρακτήρες της δεκαετίας του 1930, δίνει έναν σκοτεινό αλλά συγχρόνως πολύχρωμο χαρακτήρα στο comic. Κυριαρχούν οι απλοί συνδυασμοί χρωμάτων, οι έντονες σκιές και περιγράμματα, ενώ το εκρηκτικό μοντάζ του έργου το κάνει να φαίνεται πως όλα ρέουν, όλα αλλάζουν γύρω από τους χαρακτήρες, μια αίσθηση που θυμίζει την δουλειά τoυ Moore στο Swamp Thing. Επιπλέον, ο Lloyd κατάφερε να αυξομειώνει την ένταση των καρέ του, πότε τονίζοντας τις λεπτομέρειες και πότε αφήνοντας την φαντασία του αναγνώστη να συμπληρώσει τα κενά, αποδίδοντας έτσι μια πανέμορφη ατμόσφαιρα μυστηρίου την οποία, ανά σημεία, θαρρείς πως μπορείς να κόψεις με το μαχαίρι…
Το V for Vendetta, παρά την απόπειρα απολιτικοποίηση του από την ταινία, ήταν και θα παραμείνει ένα κορυφαίο αριστούργημα πολιτικού ύφους και χαρακτήρα, ένα έναυσμα για παραγωγικές συζητήσεις, τσακωμούς και συγκρούσεις, και, πάνω από όλα, μια αφορμή για τον κόσμο να σκεφθεί και, ίσως, να αποτρέψει την ρήση του ίδιου του Moore:
Όσο οι άνθρωποι γίνονται πιο απελπισμένοι, η ιστορία δείχνει πως δεν θα εξεγερθούν σε μια μεγάλη, προλεταριακή παλίρροια που θα συνθλίψει τους καταπιεστές τους. Θα στραφούν ο ένας ενάντια στον άλλον…