Έχει ειπωθεί από τον Κωνσταντίνο Τσάτσο ότι «ο μύθος δεν υπάρχει μόνο για να ερμηνεύονται δια μέσου αυτού κοινωνικά και ψυχολογικά φαινόμενα. Αποτελεί ο ίδιος μίαν αξία αυτή καθαυτήν. Δεν ενδιαφέρει τόσο ως τεκμήριο, όσο ως ουσία. Αποτελεί μια βασική στάση της ανθρώπινης συνείδησης η οποία τον γεννά για την πλήρωση και την ολοκλήρωσή της». Αποτελεί λοιπόν, μία εκδήλωση της ανθρώπινης συνείδησης, η οποία δεν χρειάζεται απαραίτητα να συνδέεται με το ιστορικό γίγνεσθαι ή να ανταποκρίνεται γενικότερα στην πραγματικότητα. Είναι ένα δημιούργημα της φαντασίας το οποίο ωστόσο κινείται στα όρια της λογικής και της αλληγορικής διάθεσης, αποτελώντας μια «ιδιαίτερη κατηγορία νόησης». Ο συνδυασμός του μάλιστα με οποιαδήποτε μορφή τέχνης συνθέτει ένα σύνολο το οποίο μπορεί τελικά να έχει ακόμα πιο διευρυμένα νοήματα. Ο συνδυασμός της αισθητικής και της φαντασίας μπορεί να αποτελέσει μια ψυχολογική ανάγκη που διαμορφώνει το συνειδησιακό του ανθρώπου και του επιτρέπει να δώσει ζωή στις μορφές που αυτός δημιούργησε.
Η πολυπλοκότητα του μύθου έγκειται στο γεγονός πως μπορεί να τροποποιείται, να συντίθεται και να αποσυντίθεται με αποτέλεσμα να αποκτά πολλά διαφορετικά νοήματα. Γι’ αυτό άλλωστε είναι γνωστό πως η μυθολογία εκπέμπει μια γοητεία που πολλές φορές δεν μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστους τους καλλιτέχνες, δίνοντάς τους έτσι τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τα στοιχεία της ως βάση για τα έργα τους.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και το κόμικ η «Πείνα, η Απηνής (Μέρος Α’)» της Δήμητρας Νικολαΐδη. Η Δ. Νικολαΐδη, αφετηριακά καταπιάνεται από τον μύθο του Μινώταυρου σύμφωνα με τον οποίο ο Μίνωας, βασιλιάς της Κρήτης, κήρυξε πόλεμο με τους Αθηναίους και κέρδισε. Επέβαλε επομένως, ως ποινή στους ηττημένους κάθε εννιά χρόνια να στέλνονται επτά νέοι Αθηναίοι και επτά νέες Αθηναίες στην Κρήτη ως θυσία στον Μινώταυρο. Σύμφωνα με τον μύθο, τελικά ο Θησέας ήταν εκείνος που κατάφερε να σκοτώσει το μυθικό εκείνο πλάσμα καθώς και με τη βοήθεια της Αριάδνης να βγει από τον δαιδαλώδη λαβύρινθο, σηματοδοτώντας έτσι, σύμφωνα με μία ερμηνεία, το τέλος των ανθρωποθυσιών.
Η Δ. Νικολαΐδη στην «Πείνα, την Απηνή», διαπλάθει ένα παραμύθι το οποίο ξεκινά έχοντας ως βάση τον μύθο του Μινώταυρου. Στην ιστορία αυτή, σε ένα «συνηθισμένο» βασίλειο -όπως αναφέρεται στο οπισθόφυλλο του κόμικ της- εξελίσσεται μία σκοτεινή ιστορία και ο πληθυσμός του βιώνει τις τραγικές συνέπειες μίας κατάρας. Όπως συμπεραίνουμε από τις πρώτες σελίδες του κόμικ το βασίλειο αυτό έρχεται αντιμέτωπο με την παρουσία ενός πανίσχυρου και αιμοσταγή δαίμονα. Για να σώσει το βασίλειό του ένα πριγκιπόπουλο αποφασίζει να αντιμετωπίσει τον δαίμονα χωρίς επιτυχία, με τραγική κατάληξη το θάνατό του. Η αυτοθυσία του πριγκιπόπουλου δεν είχε το happy ending που ίσως θα περιμέναμε, με συνέπεια την επικράτηση του δαίμονα και την τελική συμφωνία του βασιλείου για μία ανθρωποθυσία ενός μέλους της βασιλικής οικογένειας κάθε επτά χρόνια, προκειμένου να διασφαλιστεί η ευημερία και η ειρήνη στον τόπο τους.
Στο σημείο αυτό εισάγεται η βασική πρωταγωνίστρια του κόμικ, η Μελυσίνη. Η Μελυσίνη είναι ένα ιδιαίτερο πρόσωπο, που έχει κουραστεί από την καθημερινή ρουτίνα, που μάλλον έχει παγιδευτεί σε μία λούπα επαναλήψεων, σε έναν κόσμο που επιφανειακά φαντάζει φυσιολογικός. Μόλις όμως κάποιος εμβαθύνει και αποφασίσει να κοιτάξει «πραγματικά» τον κόσμο γύρω του, εντοπίζει ακριβώς εκείνα τα σημεία που πρέπει, για να συνειδητοποιήσει την αληθινή κατάσταση των πραγμάτων. Η Μελυσίνη θέλει να φύγει μακριά από το βασίλειο και την τραγωδία του. Όμως τελικά, η πραγματικότητα, η μοίρα της, αλλά και ο ίδιος της ο εαυτός θα σταθούν εμπόδια. Όταν αρχίσει να κατανοεί τι συμβαίνει, θα είναι πλέον αργά. Η ίδια εγκλωβίζεται από τις σκέψεις της, από τη ρουτίνα της ανθρωποθυσίας, από τη συνείδησή της, από το σύνολο τελικά της κοινωνίας που της επιβάλει μία συγκεκριμένη θέση, από την οποία δεν μπορεί να δραπετεύσει εύκολα.
Το σενάριο της Νικολαΐδη, είναι έτσι δομημένο που επιτρέπει πολλές αναγνώσεις. Οι διαφορετικές ερμηνείες συνδέονται πάντα με τον μύθο, την αισθητική, την ψυχολογική ανάγκη του αναγνώστη και τη συνείδησή του, που επεμβαίνει ή διαμορφώνεται παράλληλα. Η ροή της ιστορίας κινείται βασικά μέσω ενός παντογνώστη αφηγητή που εναλλάσσεται – και χρωματικά- με μία σποραδικά εμφανιζόμενη πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Οι διάλογοι εντός της ιστορίας αντιθέτως είναι λιτοί, ορισμένες φορές ελλειπτικοί. Στο μεγαλύτερο μέρος του κόμικ δεν συμβάλλουν έμπρακτα στη μετάδοση χρήσιμων πληροφοριών για την ιστορία, η οποία εξελίσσεται βασικά μέσω της αφήγησης και των εικόνων. Οι διάλογοι τις περισσότερες φορές εκφράζουν απλώς τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών, χωρίς να εμβαθύνουν τόσο συχνά στην αφήγηση του μύθου ή στη διαμόρφωση των χαρακτήρων. Όμως η αραιή χρήση διαλόγων δυσκολεύει την παρακολούθηση της εξέλιξης της ιστορίας του κόμικ και την επίλυση του μυστηρίου από μεριάς αναγνώστη. Γι’ αυτό απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή στις λεπτομέρειες, μία διαδικασία που καθιστά πολύ ευχάριστη το πανέμορφο και εξαιρετικά λεπτομερές σχέδιο της Νικολαϊδη. Αυτό που επιτυγχάνεται με αυτό το κόμικ, το οποίο αποδείχτηκε μία καταπληκτική επιλογή, είναι ότι σίγουρα προβληματίζει, επιτρέπει πολλές ερμηνείες και εντυπωσιάζει με το προσεγμένο πολύχρωμο σχέδιό του.
Κυρίαρχο χρώμα στην παλέτα του κόμικ (και μάλιστα όχι τυχαία) είναι το κόκκινο. Το κόκκινο είναι το χαρακτηριστικό χρώμα των βασιλιάδων, είναι το κυρίαρχο χρώμα δύο τουλάχιστον έντονων συναισθημάτων (πάθους και οργής), το χρώμα της επανάστασης, το χρώμα της φωτιάς και το χρώμα που κυριαρχεί βαθιά στη γη. Το χρώμα που τελικά ταιριάζει στην «Πείνα, την Απηνή», στις σελίδες της οποίας εντοπίζονται όλα τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά.
Η νέα αυτοέκδοση της Δήμητρας Νικολαΐδη ήταν ένα απ’ τα κόμικς που ξεχώρισαν απ’ τη πρώτη στιγμή στο Comicdom-Con Athens 2021, όπου και πρωτοκυκλοφόρησε. Πρόκειται για μία ακόμα καλοδουλεμένη αυτοέκδοση με καταπληκτικό σχέδιο, όπως συμβαίνει και με τα προηγούμενα κόμικς της, τα οποία είναι όλα αυτοεκδόσεις, ανάμεσα στα οποία βρίσκονται και τα «Βαθιά Ρέματα» για τα οποία έχει τιμηθεί με το βραβείο της Καλύτερης Αυτοέκδοσης στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς 2019. Στο νέο της κόμικ επιτυγχάνεται ο συνδυασμός αισθητικής και φαντασίας, ενώ οι συνειρμοί και τα αινίγματα που γεννά η πλοκή της ιστορίας κρατούν ζωντανή τη φλόγα του ενδιαφέροντος του αναγνώστη για το δεύτερο μέρος της ιστορίας.