Όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, το ποδόσφαιρο αποτελεί ένα τεράστιο κοινωνικό φαινόμενο πέρα από ένα απλό άθλημα. Ο τρόπος που επηρεάζει ολόκληρες κοινωνίες είτε με βολικούς προς την εξουσία και την καθεστηκυία τάξη τρόπους είτε, σε ένα πολύ απλούστερο και πρωτογενές επίπεδο, με τα συναισθήματα που γεννάει στους οπαδούς και τους φιλάθλους, είναι μοναδικός και δεν συναντάται εύκολα σε έτερα αθλήματα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το ποδόσφαιρο έχει κερδίσει πολλούς πνευματικούς εραστές κατά την πάροδο των χρόνων, με σημαίνουσες προσωπικότητες όπως ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, ο Αλμπέρ Καμύ και ο Νάνι Μπαλεστρίνι μεταξύ άλλων, να έχουν αφιερώσει πολλά κείμενα στην στρογγυλή θεά.
Σε αυτή την ιδιαίτερη παρέα επιβάλλεται να συγκαταλέγεται και ο Ρομπέρτο «Ελ Νέγρο» Φονταναρόσα (1944-2007), ένας σπουδαίος καλλιτέχνης από το Ροζάριο της Αργεντινής, ο οποίος έμεινε γνωστός για τα πολλά comics που δημιούργησε, αλλά και για τα επίσης πολλά διηγήματα που εξέδωσε. Επρόκειτο για μια συγγραφική προσωπικότητα με τόση κοινωνική απήχηση που, σε εκπαιδευτικές εκδόσεις για τα σχολεία της Αργεντινής, συναντούσε κανείς κείμενα δικά του δίπλα σε ονόματα όπως ο Μιγέλ ντε Θερβάντες και ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα μεταξύ άλλων. Ο Ρομπέρτο Φονταναρόσα, πέρα από τις καλλιτεχνικές του αδυναμίες, είχε μία ακόμα μεγάλη αγάπη, το ποδόσφαιρο και πιο συγκεκριμένα την ομάδα του, την Ροζάριο Σεντράλ.
Το Ροζάριο αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Αργεντινής, μετά την πρωτεύουσα Μπουένος Άιρες και την Κόρδοβα, έχοντας στα όριά της τις δύο μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες έξω από την πρωτεύουσα, την προαναφερθείσα Ροζάριο Σεντράλ (με το παρατσούκλι Κανάγιες) και την μισητή της αντίπαλο, την Νιούελς Ολντ Μπόις (με το παρατσούκλι Λεπροί). Με επίκεντρο, ως επί το πλείστο, την πόλη του Ροζάριο και τις παραπάνω ομάδες, ο Ρομπέρτο Φονταναρόσα έγραψε ορισμένες ιστορίες, οι οποίες περιτριγυρίζουν θεματικά την αγάπη και την αρρώστια για το ποδόσφαιρο και εκδόθηκαν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Απρόβλεπτες τον Φεβρουάριο του 2020 υπό τον αυθεντικό τους τίτλο, Puro Fútbol, σε μετάφραση του Μιχάλη Τσούτσια.
Η έκδοση περιλαμβάνει οκτώ διηγήματα αργεντίνικου πάθους για το ποδόσφαιρο, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο υπότιτλος της έκδοσης, με τη μερίδα του λέοντος, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, να λαμβάνει χώρα στο Ροζάριο. Στις σελίδες του βιβλίου θα συναντήσει κανείς υπερβολικές και αρρωστημένες, για τους έξω από το ποδόσφαιρο, καταστάσεις, σε σημείο που βλέπουμε όχι μόνο μερικούς πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες, αλλά και ολόκληρες κοινότητες να καθορίζουν τη ζωή τους με βάση έναν αγώνα, αλλά την ίδια στιγμή ρίχνει φως στο, τόσο ζωτικό για τους ποδοσφαιρόφιλους, συναίσθημα αγνής αγάπης για την ομάδα, αλλά και στη συντροφικότητα που συναντάται στους κύκλους των οπαδών. Ένας άνθρωπος παθιασμένος με την ομάδα του είναι ικανός να αποκοπεί από όλη την κοινωνία προκειμένου να αποφύγει την καζούρα μετά από μία ήττα σε ντέρμπι, όμως από την άλλη η χαρά που μπορεί να του δώσει ένα γκολ και μία νίκη δεν μπορούν να συγκριθούν με τίποτα άλλο. Στιγμές όπως αυτές περιγράφει με γλαφυρή γλώσσα και έντονο συναίσθημα ο Ρομπέρτο Φονταναρόσα.
Επιπλέον, σε ορισμένα διηγήματα υπάρχουν πολλά αφηγηματικά στοιχεία, τα οποία είτε έμμεσα είτε άμεσα περιγράφουν το πώς η δικτατορία του Βιντέλα (1976-1983), χρησιμοποιούσε το ποδόσφαιρο ως άρτο και θέαμα στον αποπροσανατολισμό των μαζών από άλλα μείζονα ζητήματα, με τρανταχτότερο παράδειγμα το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 που έλαβε χώρα στην Αργεντινή, με τους Αλμπισελέστε να το κατακτούν.
Εν κατακλείδι, το Puro Fútbol έρχεται να προστεθεί σε μία γκάμα πολύ προσεγμένων εκδόσεων που κυκλοφορούν τα τελευταία χρόνια γύρω από το ποδόσφαιρο, προσφέροντας μια ευρύτερη κοινωνική σκοπιά γύρω από το φαινόμενο αυτό, κατακρίνοντας μεν εν μέρει τα κακώς κείμενα, αλλά αναδεικνύοντας και τα έντονα συναισθήματα που δημιουργούνται όταν η μπάλα τρυπήσει τα δίχτυα. Είτε αυτά είναι θλίψης, οργής και απογοήτευσης είτε χαράς, ανακούφισης, θριάμβου και αγνής, «πούρας» ευτυχίας.