Η αλήθεια είναι ότι οι πρώτες εντυπώσεις από την σειρά The Sandman, που προσφατα άνοιξε αυλαία στην πλατφόρμα του Netflix μόνο θετικές μπορεί να είναι, αφού από τα πρώτα κιόλας επεισόδια καταφέρνει να σε μεταφέρει στον αλλόκοτο, μυστηριώδη κόσμο του Gaiman (Stardust, Good omens, Norse Mythology), χαρίζοντας στους θεατές λίγη μόνο απο τη μαγεία που προσφέρει το ομώνυμο κόμικ.
Ειδικότερα, μέσα στα 10 μόλις επεισόδια οι συντελεστές κατάφεραν να αφήσουν ένα ιδιαίτερα λυρικό στίγμα, εμπτοτισμένο με την αισθητική της art nouveau, αλλά και αυτή του Harry Potter, αγγίζοντας μια ιδιαίτερα ευαίσθητη χορδή στην καρδιάς των millenials. Πράγματι, η σειρά υπερνικά τις σκληρές γραμμές της DC, δημιουργώντας μια μοναδική, παραμυθένια ατμόσφαιρα, γεμάτη γοητεία, αλλά και τη σαγήνη της εποχής, η οποία αποτελεί και το τέλειο καμβά για την πραγμάτωση του σκοπού της. Γεμάτη αποκρυφισμό και εσωτεριστική μαγεία, η belle epoque γίνεται το πλαίσιο μέσα στον οποίο ξεδιπλώνεται η ιστορία του Μορφέα, ενός αέναου πλάσματος, που φαίνεται να υπάρχει από την αρχή της δημιουργίας και κυβερνά τον κόσμο των ονείρων, επιχειρώντας να υπάρχει ισορροπία μεταξύ του κόσμου των ανθρώπων και αυτού του Ονειρέματος. Για να επιτευχθεί αυτό, δε, είναι απαραίτητη η τήρηση αυστηρότατων κανόνων.
Η ιστορία, λοιπόν, ξεκινά με την απαγωγή του Μορφέα -Sandman, από έναν μάγο, τον Roderick Burgess, ανταγωνιστή του Allister Crowley (ζουμερή λεπτομέρεια για “δυνατούς λύτες”), ως αποτέλεσμα μιας τελετής, προκειμένου αυτός να αναστήσει τον νεκρό του γιο και να κερδίσει για τον ίδιο αιώνια νιάτα και θεϊκές δυνάμεις. Μετά την απελευθέρωσή του, ωστόσο, έναν αιώνα αργότερα, αυτός καλείται να αντιμετωπίσει όχι μόνο τις παρενέργειες από την μακρύχρονη απουσία του, που έχει προκαλέσει στον κόσμο των ανθρώπων βαρύτατες συνέπειες, αλλά να αναστυλώσει και το βασίλειό του, το οποίο έχει παρακμάσει εντελώς. Για το σκοπό αυτό επιστρατεύει τις λιγοστές δυνάμεις, που του έχουν απομείνει, προκειμένου να αναζητήσει τα λάβαρά του, αντικείμενα, στα οποία είναι μετουσιωμένη η δύναμή του. Αυτό ακριβώς είναι και το quest στο πρώτο μέρος της σειράς, κατά το οποίο παρελαύνει από την οθόνη η αγαπημένη Jenna Coleman (Victoria, Doctor Who, The Sherpent), αποδίδοντας την ηρωίδα Johanna Constantine, μια ζωντανή αναφορά σε ένα άλλο αγαπημένο comic της DC, που απόλαυσα ιδιαίτερα.
Στη συνέχεια και αφού ο Sandman έχει ανακτήσει, σε κάποιο βαθμό, τις δυνάμεις του καλείται να νικήσει έναν από τους πιο παρανοϊκούς villains, τον Doctor Destiny, αποδοσμένο από τον David Thewlis (Harry Potter, Fargo, Wonder Woman) στις δειλές πρωταρχές του, λίγο μετά την απόδρασή του από το άσυλο ανιάτων, προκειμένου να τρέψει τον κόσμο σε μια πραγματική κόλαση. Το δεύτερο αυτό μέρος της σειράς, το βρήκα κατά την αρχή του ιδιαίτερα ενδιαφέρον, αφού η διαστροφή του Doctor Destiny είναι από μόνη της κάτι το εξαιρετικά φρικαλέο, αποτελώντας, κατά τη γνώμη μου, έναν από τους ισχυρότερους villains της DC, παρ’ όλα αυτά, υπήρξε βιασύνη ως προς την εξέλιξη αυτού του side story και ως εκ τούτου πιστεύω ότι από την αναμέτρηση των δύο ηρώων έλειψε το μεγαλείο που θα έπρεπε να τη χαρακτηρίζει.
Τέλος, κατά το τρίτο και τελευταίο side story του The Sandman, αυτός έρχεται αντιμέτωπος με το ίδιο του το πεπρωμένο, ήτοι μια “δίνη”, που μπορεί να προκαλέσει το χάος μεταξύ του ανθρώπινου κόσμου και αυτού του Ονειρέματος. Ο λόγος δεν είναι άλλος παρά για την 21χρονη Rose Walker (Kyo Ra), η οποία φαίνεται να έχει ιδιότητες ονειροπερπατήματος, ήτοι να μπορεί να εισβάλει στα όνειρα των άλλων, κάνοντας τα όρια μεταξύ των δύο κόσμων όλο και πιο δυσδιάκριτα. Προκειμένου, λοιπόν, ο Sandman να έχει τον έλεγχο της “δίνης” αυτής, αλλά να τη βοηθήσει και στην αναζήτηση του αγνοούμενου αδελφού της, θα έρθει αντιμέτωπος με μια σειρά από εφιάλτες, οι οποίοι έχουν διαφύγει από το Ονείρεμα, και οι οποίοι φαίνεται να εμπλέκονται στην υπόθεση αυτή. Ο πιο “στοχειωτικός” από όλους, δε, είναι ο λεγόμενος Corinthian, τον οποίο υποδύεται ο Robert Boyd Holbrook (Milk, Narcos, Logan), ένας serial killer που σπέρνει στο διάβα του πτώματα…δίχως μάτια! Και αυτό, ωστόσο, το τρίτο μέρος της σειράς παρουσιάζει “κοιλιά”, με τις καλώς γεννημένες προσδοκίες να μην συναντούν ποτέ τον προορισμό τους.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το The Sandman είναι μια σειρά πολλά υποσχόμενη, η οποία έχει ως βάση της το κομικ του Gaiman, κάτι που από μόνο του θέτει τα θεμέλια μιας μεγάλης εμπορικής επιτυχίας. Προχωράει, δε, στη διαμόρφωση μιας ολόδικής του ατμόσφαιρας, γεμάτης ιμπρεσιονιστικά χρώματα, μέσω μιας σκηνοθεσίας, η οποία όχι μόνο μοιάζει με όνειρο, αλλά καταφέρνει να είναι το όχημα της εκπροσώπησης μιας σειράς μειονοτήτων και ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, όπως είναι οι μαύροι ή τα queer υποκείμενα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η επιλογή της Kyo Ra, μιας μαύρης ηθοποιού για τον ρόλο της Rose Walker, παρά το γεγονός ότι αυτή στο κομικ παρουσιάζεται λευκή και ξανθιά. Παρ’ όλα αυτά και παρά τις καλές προθέσεις τους, είναι γεγονός ότι οι συντελεστές της σειράς προσπάθησαν να χωρέσουν “πολλά καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη”, αφού μέσα σε λίγα μόλις επεισόδια επιχείρησαν να χωρέσουν τρία διαφορετικά side stories! Η αλήθεια είναι, ωστόσο, ότι αυτός δεν είναι λόγος να μας αποθαρρύνει από το να περιμένουμε τη νέα σεζόν με ανυπομονησία, αφού ακόμα και σε αυτή την extra του version το The Sandman καλύπτει μόνο το ελάχιστο, από όσα επιφυλάσσει το κόμικς.